16 Οκτ 2011

Μυθολογιονομικά #1: Αίτηση διαζυγίου της Ήρας από το Δία



ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΠΟΛΥΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΔΟΥ,

ΑΠΑΡΤΙΖΟΜΕΝΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΙΣΟΒΙΟΥΣ ΔΙΚΑΣΤΕΣ ΜΙΝΩΑ,




 ΑΙΑΚΟ ΚΑΙ ΡΑΔΑΜΑΝΘΥ



(Ειδική διαδικασία γαμικών διαφορών)


ΑΓΩΓΗ


Της Ολυμπίου Ήρας, κατοίκου Ευβοίας

(όρος 'Οχη)



ΚΑΤΑ


Του Ολυμπίου Διός




εν διαστάσει συζύγου Ολυμπίου Ήρας,


κατοίκου Ολύμπου (περιοχή Δίου)


Τη δωδεκάτη ημέρα του μήνα Γαμηλιώνα του 3500 π.Χ. στη Σάμο, ήλθα μετά του εναγομένου σε νομίμου γάμου κοινωνία, κατά τους ιερούς κανόνες της Παγανιστικής Θρησκείας, του μυστηρίου τελεσθέντος στον Ωκεανό. Εκ του γάμου μας αποκτήσαμε τρία παιδιά: Τον Άρη (έτος γεννήσεως 3499 π.Χ), την Ήβη (έτος γεννήσεως 3200 π.Χ.) και την Ειλείθυια (έτος γεννήσεως 2780 π.Χ).

Στην αρχή η συμβίωσή μας ήταν αρμονική, αλλά με την πάροδο του χρόνου ο αντίδικος άρχισε να απιστεί εις βάρος μου. Από τις αρχές του 2500 π.Χ. αργούσε να γυρίσει στο σπίτι, πολλές φορές μάλιστα, απουσίαζε για ολόκληρες μέρες, αφήνοντάς με μόνη με τα παιδιά μας στο σπίτι. Τότε άρχισα να πληροφορούμαι για τις πολυάριθμες απιστίες του σε βάρος δικό μου και του γάμου μας.

Ενδεικτικό της προκλητικότητάς του και της εν γένει συμπεριφοράς του, η οποία αποδεικνύει την πλήρη έλλειψη αγάπης, εκτίμησης και σεβασμού, ήταν ότι αρνούνταν κατηγορηματικά να με αντιμετωπίσει κάθε φορά που προσπαθούσα να συζητήσω μαζί του για τις απιστίες του, για τις οποίες ενημερωνόμουν είτε από κοινούς γνωστούς, είτε από μόνη μου, μάλιστα δε αναγκάστηκα να προβώ σε κινήσεις πλήρως υποτιμητικές για το άτομο και την υπόληψή μου για να τον αναγκάσω να μου μιλήσει. Ο εναγόμενος, όμως, παρόλα αυτά, αρνούνταν κατηγορηματικά να παραδεχτεί το ο,τιδήποτε, προσπαθώντας να με πείσει ότι δεν είχα σώας τας φρένας.

Συνεχίζοντας να διαμένω στη συζυγική μας οικία σχεδόν μόνη μου, αφού ο εναγόμενος απουσίαζε συνεχώς για “τα βασιλικά του καθήκοντα”, εξακολουθούσα να μαθαίνω για τις απιστίες του: τη μοιχεία του με τη Σεμέλη, τη Μαία, τη Δανάη, την Ευρώπη, την Αίγινα, την Αλκμήνη, την Καλλιόπη, την Ιώ, για να αναφέρω τις ελάχιστες από αυτές. Μάλιστα η υγεία μου, λόγω της στενοχώριας που μου έφερναν αυτές οι θλιβερές ειδήσεις, και της εν γένει συμπεριφοράς του εναγομένου, που επιδεινώνετο με το χρόνο, υπέστην νευρικής προέλευσης υπέρταση. Ως εκ τούτου προέβην σε κινήσεις που όχι μόνο είναι υποτιμητικές για το άτομο και το επίπεδό μου, αλλά και εγκληματικές: μια απόπειρα ανθρωποκτονίας του νόθου γιου του Ηρακλή, παρακίνηση σε αυτοκτονία της Σεμέλης, βασανιστήρια στην ερωμένη του Ιώ κτλ, για τα οποία δε δικάστηκα λόγω του θεϊκού ασύλου που απολαμβάνω ως Βασίλισσα των Θεών. Ωστόσο, ο εναγόμενος ξέσπασε πάνω μου όλη την οργή του με βρισιές και απειλές “να μην μπλέκω στα ιερά, βασιλικά του καθήκοντα”.

Τελικά, μην μπορώντας να υπομείνω άλλο αυτή τη δοκιμασία, την ενάτη του Θαργηλιώνα αναγκάστηκα να μετακομίσω από την συζυγική στέγη και να διαμείνω στην παρούσα μου διεύθυνση στην Εύβοια και έκτοτε να βρισκόμαστε οριστικά σε διακοπή κάθε έγγαμης συμβίωσης.   

Για λόγους επομένως, που αφορούν το πρόσωπο του εναγομένου, δεν ζούμε ως ζευγάρι, αφού έχουμε χωρίσει από τραπέζης και κοίτης και εξ αιτίας των καταστάσεων, που έχουν συμβεί στον γάμο μας, έχει  επέλθει ισχυρός κλονισμός της έγγαμης συμβίωσής μας, έτσι ώστε να καταστεί για μένα, όχι μόνο αφόρητη, αλλά παντελώς αδύνατη η περαιτέρω συμβίωσή μας και ως εκ τούτου επιβάλλεται να κηρυχθεί, κατ άρθρο 1439 ΑΚ, λυμένος ο γάμος μας.

Επειδή από το άρθρο 1439 § 1 ΑΚ, όπως ισχύει μετά το ν. 1329/1983 και εφαρμόζεται και για τη λύση γάμων που τελέσθηκαν προηγουμένως, όταν η αγωγή ασκείται μετά τις 18.2.1983 (άρθρο 65 § 1 εδαφ. β' του ίδιου νόμου), που ορίζει ότι «καθένας από τους συζύγους μπορεί να ζητήσει το διαζύγιο, όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονισθεί τόσο ισχυρά, από λόγο που αφορά το πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα», προκύπτει ότι καθιερώνεται ο αντικειμενικός κλονισμός ως λόγος διαζυγίου και προσδιορίζονται τα όρια μέσα στα οποία θα κινηθεί ο δικαστής, χωρίς να γίνεται εξειδίκευση των κατ ιδίαν λόγων διαζυγίου, δεν τίθεται δηλαδή, η υπαιτιότητα ως βάση του ισχυρού κλονισμού και επομένως τα γεγονότα που μπορούν να προκαλέσουν ισχυρό κλονισμό μπορεί να είναι και ανυπαίτια δεν έχει δε σημασία ποιος από τους συζύγους δημιούργησε πρώτος το λόγο κλονισμού της έγγαμης συμβίωσης.

Επειδή προκειμένου να κριθεί αν ο γάμος έχει κλονισθεί από γεγονότα που αναφέρονται στο πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων, με την έννοια της υπάρξεως αιτιώδους συνδέσμου, υπό την ανωτέρω έννοια, δεν υπάρχει κώλυμα να ληφθούν υπ όψιν και κλονιστικά γεγονότα, που συνέβησαν μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, αφού ο γάμος παράγει τα αποτελέσματά του μέχρι να λυθεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση και από το είδος του κλονιστικού γεγονότος και το σύνολο των περιστάσεων θα κριθεί αν υπάρχει κλονισμός υπό την προεκτεθείσα έννοια.
Επειδή κατά τα ανωτέρω πρέπει να γίνει δεκτή η παρούσα και να λυθεί ο παραπάνω γάμος.
Επειδή η παρούσα είναι νόμιμος, βάσιμος και αληθής.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
και όσους θέλω προσθέσει κατά την συζήτηση της παρούσας και με ρητή επιφύλαξη κάθε νομίμου δικαιώματός μου

ΖΗΤΩ
Να γίνει δεκτή η παρούσα.
Να κηρυχθεί λυμένος ο μεταξύ εμού και του εναγομένου από τη δωδεκάτη του Γαμηλιώνα του 3500 π.Χ. υφιστάμενος γάμος, που τελέστηκε στη Σάμο κατά τους ιερούς κανόνες της Παγανιστικής Θρησκείας, του μυστηρίου τελεσθέντος στον Ωκεανό, για λόγους που αφορούν αποκλειστικά το πρόσωπο του εναγομένου, άλλως αμφοτέρων και
Να καταδικαστεί αυτός στην εν γένει δικαστική μου δαπάνη.

Εύβοια, δεκάτη του Εκατομβαιώνα 1400 π.Χ.
Ο/Η πληρεξούσιος δικηγόρος









- Πρότυπο δικογράφου εδώ




2 Οκτ 2011

Τότε που




     Τότε που πήγαμε στην έκθεση ζωγραφικής στη Δημοτική Πινακοθήκη, κάτω Μεταξουργείο, στα μέρη μου, κι είχα πάρει αέρα ειδήμονος κι άρχισα να σου μιλάω, όχι για τις ζωγραφικές, αυτό ήταν δικό σου πεδίο, για το Μεταξουργείο και τα τότε που. Τότε που γουργούριζα τις ράθυμες λιακάδες στα καφενεδάκια και τα απογεύματα που έσκαγαν σαν μενεξεδένια κύματα στο πιατάκι από το γλυκό του κουταλιού. Τότε που γύριζα τα κτίρια που υπέμεναν στωικά το βάρβαρο χάδι του χρόνου, με τα μυστικά και τις ιστορίες τους χρόνια κλειδαμπαρωμένα μέσα, που ορμούσαν να γκρεμίσουν τις πόρτες μα πάντα τα κρατούσαν οι βαριές, σκουριασμένες κλειδαριές. Τότε που,με ένα τετράδιο στο χέρι παρατηρούσα τα παιδιά και τα σκυλιά που βολτάριζαν, τους καλλιτέχνες που κυνηγούσαν την έμπνευση, τους εργαζομένους που ιδροκοπούσαν πίσω από ένα ταμείο ή πάνω σε ένα δοκάρι ή κάτω από ένα κόκκινο φως, λαθραία, νόμιμα, παράνομα, όλα ίδια δεν έγιναν πια άλλωστε; Μα πιο πολύ από όλα, αυτά που ήθελα να σου διηγηθώ ήταν τα τότε που του δρόμου του γυρισμού.

     Δεν πήρες μαζί μου το δρόμο του γυρισμού, το όμορφο κεφάλι σου είχε γεμίσει από Μιρό και Τζιακομέτι, ένας Μαγκρίτ είχε καθίσει στα μαλλιά σου και καναδυό Ντελβώ στα μάτια σου, κουράστηκες, μένεις και μακριά, πήγες να πάρεις το τρένο, και τα πιο σημαντικά τότε που που ήθελα να σου πω έμειναν παραπονεμένα μες στα χείλη μου.

     Τα τότε που του γυρισμού, από την Ψαρών, λίγο μετά την προστυχιά της Αχιλλέως, εκεί που περνάς απέναντι και ο τόπος μυρίζει κάπως, μυρίζει παρακμή και πόνο και ξενιτιά, μυρίζει όμως και σπίτι, λιβάνια στον Άγιο Παύλο, τότε που κάναμε Ανάσταση με τη γιαγιά μου, στον Άγιο Παύλο με το μεγάλο ρολόι, μόνο αυτό εμπιστευόταν η γιαγιά, και μετά στα μαγαζάκια πάνω στην πλατεία, με τα καλαμαράκια, τις γαρίδες και τα τσίπουρα, ο μικρός έπεφτε πάνω στα καλαμαράκια κι ο παππούς στο τσίπουρο, εγώ τους πρόδιδα και έπαιρνα σουβλάκι, και ακριβώς παραδίπλα ο γιατρός, με τις στρατιές από playmobil πίσω από τις βιτρίνες και εκείνο το μισητό ξυλάκι που μου πάταγε το στόμα να δει τις αμυγδαλές μου, τρελαινόμουνα, είσαι περδίκι μου έλεγε, τι να μη φάω γιατρέ; τον ρωτούσα, έξι χρονώ σκατό, αστακό και μαύρο χαβιάρι μου έλεγε.

     Και μετά η Ηπείρου, με τις μεγάλες γκρίζες πολυκατοικίες της, από τις οποίες πού και πού πέφτει μωβ κανένας τηλέγραφος και τα μαύρα πλακάκια της ΕΥΔΑΠ στα πεζοδρόμια, πόσα μπορείς να μετρήσεις; ρώταγε η γιαγιά για να ξεχαστώ από το ξυλάκι του γιατρού, ένα-χοπ! Δύο-χοπ! τρία κι έτσι συνέχιζα, μέχρι να τελειώσουν τα πλακάκια ή να αλλάξουμε πεζοδρόμιο ή να μεγαλώσω και να φύγει η γιαγιά και να 'τα όλα τα τότε που της ζωής μου δίνουν μια και γκρεμίζουν το στόμα μου, ξεχύνονται στο πεζοδρόμιο και κυλούν μανιασμένα σαν βροχόνερο, μουσκεύουν τα παπούτσια μου, βρέχονται οι κάλτσες λέξεις .

     Ξαναγυρνάω. Κάθομαι στο παγκάκι έξω από την εκκλησία. Πίσω στον αυλόγυρο μια παρέα εφήβων γυρνά ένα τσιγάρο. Κάνω πως δεν τους βλέπω μα με παίρνει η μυρωδιά και βρίσκομαι ξαφνικά να παίρνω τζούρες από την παιδική μου ηλικία, πατίνια, New Kids On the Block, Χ-Files το βράδυ στο Star. Τη γιαγιά.
     Τότε που το Σάββατο δεν είχε στάλα νοσταλγίας.

     Τότε που πήγαμε στη Δημοτική Πινακοθήκη ήταν Σάββατο. Μόλις χτες. Κι ορκίζομαι, αγάπη μου, πως την επόμενη φορά που θα 'ρθεις από δω, όλα τα τότε που θα στα δώσω με ένα φιλί στο στόμα.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...