31 Μαρ 2011

Το Περβόλι





Μια φορά κι έναν καιρό γεννήθηκε ένα τραγούδι. Ήταν, λένε, Ριζίτικο της Κρήτης. Αυτό το πήρε ένα πανεπιστήμιο, το έκαμε χορωδιακό, χωρίς όργανα (η συγγραφέας, δυστυχώς, δεν ξέρει λεπτομέρειες, δεν είναι επιστήμονας, απο δω κι απο κει μάζεψε κομμάτια της ιστορίας, εξάλλου δε χωρά επιστήμη στα παραμύθια) κι αγάπησε μια κοπέλα που την έλεγαν Ματίνα.

Η Ματίνα ήταν εικοσιένα κι έμοιαζε με ξωτικό. Είχε καστανόξανθα μαλλιά που έφταναν ως τη μέση της και φορύσε μακριά, πολύχρωμα φορέματα. Είχε ένα πρόσωπο λίγο αυθάδικο και περιπαικτικό, όπως έχουν όλα τα ξωτικά. Η Ματίνα αγαπούσε πολύ τη μουσική κι ερωτεύτηκε κι αυτή το τραγούδι.

Τα ξωτικά, όμως, δεν μπορούν να φάνε από τις σκανταλιές και τα δάση. Η Ματίνα έπρεπε να φάει. Οπότε, ντύθηκε άνθρωπος και βρήκε δουλειά σε ένα ωδείο. Θα δούλευε με παιδάκια και θα τους μάθαινε παραδοσιακά τραγούδια.

Τους έμαθε πολλά τραγούδια μέχρι να τους παρουσιάσει τον διαλεχτό της, το “Περβόλι": το “Παντρεύουνε τον Κάβουρα”, τον “Τσιρτσιλιάγκο”, το “Πιδί μ' σαν θελ΄τς να παντριφτίς”. Τα παιδιά είχαν ήδη εξασκήσει αρκετά τη φωνή τους – όλα τα παραδοσιακά είναι πολύ δύσκολα να τα πεις, έχουν γυρίσματα εκεί που θαρρείς πως είναι ισιάδα, σε πάνε και σε φέρνουνε, κι ουαί κι αλίμονό σου αν κάνεις φαλτσαδούρα. Θα τα σκοτώσεις. Και το Περβόλι, όσο όμορφο ήτανε, άλλη τόση δυσκολία είχε.

Το πήραν τα παιδάκια κι ευθύς άρχισαν να το μελετάνε. Παρά τη δυσκολία του, ήτανε πιο όμορφο από τα άλλα τραγούδια. Ακόμα κι αυτά το καταλάβαιναν, ένιωθαν ότι είχε κάτι ξεχωριστό. Ήταν πολύ μικρά, όμως, για να καταλάβουν από έρωτα ακόμα. Εδω δεν είχαν καλά-καλά καταλάβει ότι η δασκάλα τους ήταν ανεράιδα.

Όχι πως κι αυτή τα βοηθούσε πολύ. Συνέχεια τα πείραζε και τα μάλωνε:
-Μαρία, πιο ψηλά!
-Ζωίτσα, πιο χαμηλά!
-Ορέστη, παίρνε σωστές αναπνοές!
-Δανάη, μη ρυτιδιάζεις!

Κι έσκαγαν τα παιδάκια να πολεμήσουν το φάλτσο, τις αναπνοές, τα ρυτιδιάσματα. Ίδρωναν, ξεϊδρωναν, αγκομαχούσανε, παλεύανε.

Στο τέλος το βγάλανε.

Βγήκαν στη συναυλία και το είπανε. Η συναυλία δεν είχε όργανα, ήτανε μόνα τους, καμιά εικοσαριά στόματα. Το τραγούδι όμως βγήκε σαν να το ξεστόμιζε ενα, σαν να 'βραζε η γης και να 'τρεμε κι έκανε ένα ΜΠΑΦ! και ξεπήδησε μια πηγούλα γάργαρη, κελαρυστή, γεμάτη ζωή.

Κι όσοι μεγάλοι ήταν εκεί, δάκρυσαν.

Τα παιδάκια δεν κατάλαβαν γιατί δάκρυσαν οι μεγάλοι· δεν τους είχαν συνηθίσει να κάνουν τέτοια καμώματα και ένιωσαν άβολα. Μετά τη συναυλία πήρε το καθένα τους γονείς από το χέρι και τους πήγε βόλτα. Ένιωθαν ανακουφισμένα γιατί η συναυλία είχε τελειώσει και η περίεργη κυρία Ματίνα δε θα τα πείραζε άλλο, μιας και είχε τελειώσει η χρονιά.

Ήρθε ο Σεπτέμβρης και τα παιδιά αποφάσισαν πως δε θέλουν άλλα παραδοσιακά τραγούδια. Άρχισαν να κάνουν άλλα πράγματα. Ο χρόνος πέρασε και μεγάλωσαν χωρίς καλά-καλά να το καταλάβουν. Σιγά-σιγά έγιναν κι αυτοί μεγάλοι.

Μια μέρα ένα από αυτά τα παιδιά έψαχνε τραγούδια στο youtube. Ήξερε ότι εκεί ζουν άναρχα πολλά τραγούδια και σε περιμένουν να τα ανακαλύψεις. Τραγούδι στο τραγούδι, το παιδί έπεσε πάνω στο Περβόλι.

Στην αρχή ένιωσε ένα πόνο στο λαρύγγι, ένα φάλτσο, ένα ρυτίδιασμα. Αλλά τα έδιωξε γρήγορα· ήταν πια, βλέπετε, μεγάλο. Πάτησε το “play” και το παιδί κατάλαβε γιατί είχαν δακρύσει τότε στη συναυλία οι μεγάλοι.

Και άφησε την τρυφερότητα να του σκουπίσει τα μάτια.


Για ειδές περβόλι όμορφο,
για ειδές κατάκρυα βρύση, στο περβόλι μας
στ' ώριο περβόλι μας, τ' όμορφο.

Κι όσα δεντρά έπεψεν ο Θιός
όλα είναι φυτεμένα, στο περιβόλι μας
στο ώριο περβόλι μας, τ' όμορφο.

Κι' όσα πουλιά έπεψεν ο θιός
μέσα 'ναι φωλεμένα στο περιβόλι
μας
στ' ώριο περβόλι μας, τ' όμορφο.

Μέσα σ’ εκείνα τα πουλιά
ευρέθ’ ένα παγώνι
ω το παγώνι μας τ' όμορφο
και χτίζει τη φωλίτσαν του
σε μιάς μηλιάς κλωνάρι,
στο περβόλι μας,
στ’ ώριο περβόλι μας τ’ όμορφο.


(Όσο για την κυρία Ματίνα, κανείς δεν ξέρει τι απέγινε. Το παιδί δεν μπόρεσε να την βρει στο άναρχο κυκεώνα πληροφοριών που λέγεται Internet. Καλύτερα, γιατί τα ξωτικά δεν μπορούνε να στριμωχτούνε σε bits και bytes. Φαντάζεται, όμως, ότι μετά εκείνη τη συναυλία το Περβόλι μεταμορφώθηκε σε έναν πανέμορφο νέο και χάθηκαν μαζί από ανθρώπων μάτια.)









29 Μαρ 2011

Φάκελος: Παλιά παιδικά




ΠΡΟΣΟΧΗ: Αυτό το post θα το απολαύσετε μόνο αν πληρείτε δύο πρϋποθέσεις: 1. Έχετε γεννηθεί πριν το 1989. και 2: Είστε κορίτσι, καθώς τα αγόρια, κάτι τέτοια παιδικά τα θεωρούσαν “κοριτσίστικα”. Εκτός αν δεν ήσασταν ποτέ τόσο κομπλέξι και πρήχτης, οπότε, καλοδεχούμενος.

Περίεργο πρωινό το σημερινό. Ξύπνησα ορεξάτη και άρχισα να ψάχνω παλιά animations για το άλλο μου μπλογκ (ένα από τα πολλά, τελοσπάντων), το A Tale Per Night. Link στο link έπεσα πάνω στον Καρυοθραύστη του 1973 και θυμήθηκα τα παιδικάτα μου, που πήγαινα στο σπίτι της θείας μου και μας έβαζε να βλέπουμε βιντεοκασέτες με την ξαδέρφη μου και λιώναμε. Τα αγόρια άλλοτε ήταν μαζί μας κι άλλοτε όχι, και καλύτερα καμιά φορά γιατί μας ζάλιζαν τον έρωτα (μα δεν μπορώ να καταλάβω γιατί να μη θέλει ένα αγόρι να δει το Μικρό Πόνυ!)

Μην τα πολυλογώ. Το σεντούκι της νοσταλγίας άνοιξε για τα καλά οπότε έχουμε και λέμε:


Η ΛΙΜΝΗ ΤΩΝ ΚΥΚΝΩΝ


Πρίγκηψ ερωτεύεται ξανθομαλλούσα δεσποσύνη, την οποία όμως έχει ερωτευτέι ένας κακός μάγος και την έχει κάνει κύκνο επειδή δεν του κάθεται. Με τη σειρά του ο μάγος βάζει την κακιά του κόρη (η οποία μοιάζει πολύ με την ξανθομαλλούσα και εχμ...τώρα που το σκέφτομαι, δεν είναι λίγο ανώμαλο να είναι ερωτευμένος ο μάγος με μια που μοιάζει με την κόρη του; Τελος πάντων.) Ο πρίγκηψ στην αρχή πλανεύεται από την Οντίλ, αλλά ευτυχώς συνέρχεται πριν πέσει κέρατο και της ρίχνει χυλόπιτα, σώζει την καλή του και τα σκιουράκια χαίρονται.
Το απόλυτο χιτάκι-anime που έκανε τις καρδιές των μικρών κοριτσιών να σπαράζουν από πόνο, ελπίδα και μαγεία. Μας έμπασε από μικρές στη μουσική του Τσαϊκόφσκι και μαλώναμε ποια θα παίξει την Οντέτ και ποια την Οντίλ. Η ξαδέρφη μου πάντα έπαιζε Οντέτ, αλλά ποτέ Οντίλ και μου 'σπαγε τα νεύρα, γιατί ήθελα κι εγώ να παίξω την καλή μια φορά, έτσι για αλλαγή. Στο τέλος είδα κι απόειδα κι έπαιξα τη μικρή σκιουρίνα και μείναμε χωρίς Οντίλ.

Random thing που μου 'μεινε: Ο Ρόθμπαρτ που ροχάλιζε και έβγαινε από τη μύτη του μια φούσκα (μπλιαχ).



ΤΟ ΔΑΣΟΣ ΤΩΝ ΚΥΚΝΩΝ


Έτερο χιτάκι-anime, αλλά από αυτά που τα ξεχνάς μπροστά στα άλλα, τα πιο μεγαλειώδη (όπως η Λίμνη των Κύκνων) και όταν τα ξαναβρείς συγκινείσαι σαν να 'σαι σχετικά άγνωστος ηθοποιός και και σου δίνουν ξαφνικά το Όσκαρ. Η πλοκή έχει ως εξής: Βασιλεύς παντρεύεται μάγισσα, η οποία μεταμορφώνει τα παιδιά του από προηγούμενο γάμο σε κύκνους επειδή τα ζηλεύει. Τη γλιτώνει παρατρίχα η μοναχοκόρη του Βασιλιά, η οποία, για να λύσει τα μάγια, πρέπει να τους φτιάξει πουκάμισα από τσουκνίδες κι όσο τα φτιάχνει, να μη βγαίνει μιλιά. Στη διάρκεια αυτής της διαδικασίας την παντρεύεται ένας πρίγκηπας, ο οποίος, όμως, είναι λίγο άνιωθος κι ανασφαλής, γιατί της ζαλίζει τον έρωτα επειδή δε μιλάει (ναι, ηλίθιε, είναι μουγκή επειδή κωλώνει να σου πει ότι σ'αγαπάει, όχι επειδή έχει να λύσει ένα ξόρκι!). Τέλος πάντων, μουγκή-ξεμουγκή, η νεαρά λύνει τα μάγια, ανεβάζει το self-esteem του δικού της και τέλος καλό, όλα καλά, με εξαίρεση το ένα φτερό που έμεινε ενθύμιο στο μικρό της αδερφό και το ότι δεν έμεινε τσουκνίδα ούτε για δείγμα να την κάνουν σαλάτα στο παλάτι.


Random thing που μου 'μεινε: Το νήμα της πρώτης βασίλισσας, ο μοναδικός τρόπος για να βρει κανείς πού ζούσαν τα παιδιά του βασιλιά μέσα στο δάσος, το οποίο έκανε γκελ και ακουγόταν ένας ήχος πολύ ψυχεδελικός, λες κι ήταν κλεισμένοι μέσα ο Jean-Michel Jarre με τον Brian Eno.


ΟΙ ΔΩΔΕΚΑ ΜΗΝΕΣ:


Δε θυμάμαι πολλά για αυτό και δε θέλω να το δω πριν γράψω το ποστ, όπως και τα υπόλοιπα, για να μη χαλάσω τις παιδικές μου αναμνήσεις. Από ό,τι θυμάμαι, σε αυτό το anime είναι μια πιτσιρίκα, η Άνια, που η κακομαθημένη βασίλισσα της χώρας την έστειλε να βρει χιονολούλουδο κι η Άνια έκλαιγε και κρύωνε κι έψαχνε ώσπου συνάντησε τους Δώδεκα Μήνες. Αχ, καημένη Άνια, ας διάβαζες λίγο Ντέιβιντ Άικ να δεις ότι η βασίλισσα έχει ερπετικό DNA και μετά να μπεις στους Anonymous! Θα γλίτωνες πολλά βάσανα.

Random Thing που μου 'μεινε: Ο Δεκέμβρης. Τι τεκνάκι που ήταν ο Δεκέμβρης! Ήθελα να τα φτιάξουν με την Άνια, άλλο μάλλον αυτή η ταινία δεν είχε έρωτες μέσα. Καλύτερα. Μπορεί να της έβγαινε και πάγος στο κρεβάτι.



ΟΥΓΓΑΡΕΖΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ



Αυτά τα έβλεπα γύρω στη Δ-Ε Δημοτικού στην ΕΤ2 παρέα με τον αδερφό μου (ναι, είναι πιο γιούνισεξ αυτό το παιδικό) και μας άρεσαν πολύ. Δεν ξέραμε πώς λεγόταν η σειρά και την είχαμε βγάλει "Τα Καλά Παραμυθάκια". Μόλις τύχαινε κι ακούγαμε αυτή τη χαρακτηριστική μελωδία των τίτλων έναρξης, κάναμε takeover τον καναπέ και δεν αφήναμε κανένα να βγάλει κιχ.


Random Thing που μου 'μεινε: το υπέροχο animation. Από τα πιο όμορφα που έχω δει. Επίσης, η μουσική των τίτλων αρχής, που σύντομα θα την κατεβάσω σε mp3 και θα την κάνω ringtone.




ΑΛΚΗΣΤΙΣ ΚΑΙ ΑΔΜΗΤΟΣ


Ρωσικό animation που εξιστορεί τον ομώνυμο μύθο.


Random Thing που μου 'μεινε: Το παράξενο στιλ του animation. Επίσης, για κάποιο λόγο, που φαινόταν ότι διαπνεόταν από έναν έντονο ερωτισμό, ειδικά όταν τον περίμενε η Άλκηστις, με τα θλιμμένα μάτια και το πέπλο που λικνιζόταν στον αέρα, λες και, ρε παιδί μου, αυτοί έκαναν όλο σεξ (και δε θυμάμαι αν ηξέρα τότε ακριβώς τι ήταν το σεξ, αλλά τελοσπάντων, λες κι αγαπιόντουσαν υπερβολικά)




Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΥΛΙ



Αυτό το έπαιζε πάλι η ΕΤ2 κάτι άκυρα απογεύματα, μάλλον για να γεμίσει το πρόγραμμα. Δε θυμάμαι σχεδόν τίποτα από πλοκή, αλλά με είχε σκλαβώσει το animation.

Random thing που μου 'μεινε: η μύτη του βασιλιά. Για κάποιο λόγο ήθελα να τον πλακώσω στις σφαλιάρες.


ΤΑΡΟ, Ο ΓΙΟΣ ΤΗΣ ΔΡΑΚΑΙΝΑΣ



Δε νοείται να είσαι Βορειοελλαδίτης και να μην έχεις δει τουλάχιστον 9000 φορές τον Τάρο, το Γιο της Δράκαινας. Την πλοκή δεν την θυμάμαι ακριβώς, αλλά νομίζω ότι μας έχει σβηστεί από τη μνήμη για ευνόητους λόγους. Δείτε αμέσως παρακάτω:

Random thing που μου 'μεινε: Η γριά που της φαινόταν το βυζί (παιδικό τραύμα #1). Η μάνα του Τάρο που ήταν δράκαινα και πέθανε (παιδικό τραύμα #2) και λύθηκαν τα μάγια και ξανάγινε η μαμά του Τάρο. Η γυμνή μαμά του Τάρο (παιδικό τραύμα #3), την οποία εκείνος έτρεξε κι αγκάλιασε. Σφιχτά. (παιδικό τραύμα #4) .




Αυτό το ποστ είναι αφιερωμένο στον αδερφό μου και στα ξαδέρφια μου, που λιώναμε μικρά με αυτά τα παιδικά.


28 Μαρ 2011

Δευτέρα πρωί





ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ

Κάθεται δίπλα μου, το μαύρο μαντίλι δεμένο σφιχτά στο κεφάλι, ασημόγκριζες τούφες μαλλιών ξεφεύγουν παιχνιδιάρικα. Σφίγγει τη σακουλίτσα της στα χέρια της, κοιτάει προς το μέρος μου, τα μάτια της λάμπουν σαν να 'ναι ακόμα είκοσι. Μια αγκαλίτσα άνθρωπος. Χαμογελάει και το ένα της μπροστινό δόντι είναι ασημένιο. Αργεί ακόμα η ουρά. Περιμένει. Κάποια στιγμή την πλησιάζει μια άλλη γιαγιά και κάθεται δίπλα της. Σύντομα αρχίζουν να μιλάνε και να χιχιρίζουν σαν μικρά κοριτσάκια.



ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΑ ΕΛΤΑ

Ένας παπάς περπατά φουριόζος. Φοράει γυαλιά ηλίου, έχει πολύ ήλιο σήμερα. Αυτό που μου κάνει εντύπωση είναι το μαύρο του δερμάτινο. Ελπίζω να μην ξύπνησε σε κανένα μεταλάδικο και να τρέχει να προλάβει τη λειτουργία!

Τον προσπερνά ένας άλλος κύριος, μοντέρνας ένδυσης, παρά τα -ήντα του χρόνια: γαλάζιο φούτερ και καφέ καστόρινο παλτό. Γυαλιά Rayban. Το μαλλί του ολοφάνερα βαμμένο ξανθό, το δέρμα του κόκκινο και σπασμένο. Μοιάζει με ηθοποιό ταινιών του βόρειου ευρωπαϊκού κινηματογράφου, αλλά τι τα θέλετε, κύριε με το βαμμένο μαλλί, εδώ είναι μια μικρή πόλη της Ελλάδας.

Πίσω τους έρχεται ο μικρούλης, κρατημένος γερά από το χέρι της μαμάς του. Περπατά σαν πιγκουίνος, μάλλον τον ζορίζει η πάνα του. Δεν φαίνεται, όμως, να δυσανασχετεί καθόλου. Με τα γυαλιά ηλίου και το ψαράδικο καπελάκι, κι ένα μαλλί εξίσου αχυρόχρωμο με του προηγούμενου κυρίου αλλά προφανώς όχι βαμμένο, ο πιτσιρικάς αποτελεί το πιο ζηλευτό θέαμα του πεζόδρομου έξω από τα ΕΛΤΑ. Κάνε λίγη ακόμα υπομονή, μικρούλη με το ψαράδικο καπέλο: το καλοκαίρι δεν αργεί.



ΕΝΑΣ ΜΙΚΡΟΣ ΣΙΣΥΦΟΣ

Στην πλατεία, κοντά στα παγκάκια, βλέπω μια μικρούλα ίσαμε τεσσάρων χρονών, η οποία εξερευνά τι είναι τα περιστέρια και τι ο φόβος. Δεν εξηγείται αλλιώς το ότι τα τσιγκλάει και, όταν αυτά πεταρίσουν και τρομάξει από το θόρυβο των φτερών τους, τρέχει να χωθεί στην αγκαλιά του μπαμπά της που στέκεται λίγο πιο πέρα. Κι αυτό γίνεται συνέχεια, μέχρι η μικρούλα να δαμάσει το φόβο της ή να βαρεθεί ή να εξαντληθεί η υπομονή του μπαμπά της και να την πάρει να συνεχίσουν τη βόλτα τους. Προς το παρόν, όμως, κάτι τέτοιο δε γίνεται. Το στιγμιότυπο διαδραματίζεται ξανά και ξανά σαν να έχει παγώσει στο χρόνο και σαν το κοριτσάκι να είναι ένας άλλος, μικρός Σίσυφος. Και από μέσα μου τη συμβουλεύω να μη σταματήσει, να συνεχίσει να δαμάζει όλους της τους φόβους τώρα, όσο είναι καιρός, όσο μπορεί ακόμα να τρέξει στην αγκαλιά του μπαμπά της.

27 Μαρ 2011

Κυριακή απόγευμα στην καφετέρια


Oι φοιτητριούλες


Είναι τρεις και κάθονται στο μπροστινό τραπεζάκι. Εκ πρώτης όψεως φαίνονται ότι είναι στα πρώτα έτη και από τα “πιο σοβαρά” κορίτσια. Φορούν όλες γυαλάκια και το ντύσιμό τους είναι απλό, χωρίς καμιά υπερβολή. Η μια τους ρουφά μια γενναία τζούρα καπνού και τα μάτια της λάμπουν πονηρούτσικα, σαν να ξέρει κάτι που οι άλλες δεν έμαθαν ακόμα. Η διπλανή της έχει τα καστανόξανθα μαλλιά της κομμένα καρέ και φωνή παιδική. Δε μιλά πολύ αλλά έχει εκείνη την ήσυχη παρουσία, σαν να ξέρει ότι αυτά που “ξέρει” η φίλη της δεν θα έχουν νόημα για πολύ ακόμα. Η τρίτη δεν πολυασχολείται. Κάθεται πίσω στην καρέκλα της σαν να μην την νοιάζει και, καθώς έχει γυρισμένη την πλάτη της στη γράφουσα του όπισθεν τραπεζιού, δεν έχουμε να πούμε κάτι άλλο.


Τα μαγκάκια

Είναι δεν είναι δεκαπέντε με δεκάξι, τρεις τον αριθμό. Ορμάνε στο χώρο με πάταγο, σαν να προσγειώνεται διαστημόπλοιο. Φορούν όλοι φωσφοριζέ φούτερ και κουβαλάνε σκέητμπορντς. Μιλάνε δυνατά, σαν να θέλουν να τους ακούσουν όλοι. Και πολύ πιθανό να 'ναι κι έτσι. Είναι κι αυτό ένα σύμπτωμα της εφηβείας, μαζί με τα κόκκινα από τις ορμές μάγουλά τους και τα σπυράκια στο μέτωπο. Βρίσκουν το τραπέζι τους και ευθύς ησυχάζουν, σαν οι υπόλοιποι να τους κοινωνήσαμε ξαφνικά το μυστικό ότι η Κυριακή είναι μέρα ράθυμη.


Κάτι πολύ σημαντικό

Κάτι λένε πολύ σημαντικό, γιατί στέκονται όρθιες λίγο παράμερα από τα τραπέζια εδώ και ώρα. Η μια τους, με ασύμμετρη φράντζα και κοκκάλινα γυαλιά, κρυώνει. Το σώμα της είναι τσιτωμένο και τα χέρια της ψάχνουν να χωθούν στις τσέπες του παντελονιού της. Δεν ξέρω αν την κρύωσε ο ήλιος που άρχισε να δύει ή αυτό που ακούει. Η άλλη, αυτή που της το λέει, είναι πολύ πιο χαλαρή. Έχει βρει ήδη τις τσέπες της, τα χέρια της χώθηκαν μέσα με σιγουριά, σαν να 'ταν εκεί από καταβολής κόσμου, και στέκεται ανέμελα, σχεδόν αλήτικα, με τα μαύρα της μαλλιά να φτάνουν ως τους ώμους και μια μακριά, πράσινη φωσφοριζέ τζίβα ως τη μέση της. Κι αυτή η στάση του σώματός της δε θα αλλάξει. Φοράει καπέλο-καβουράκι και δε δικαιολογείται να τρέμει κάποιος που φορά τέτοιου είδους καπέλο· πόσο μάλλον όταν λέει κάτι πολύ σημαντικό.


Στο δίπλα τραπέζι

Ήρθαν κι άπλωσαν την αρίδα τους ο ένας απέναντι από τον άλλον. Γύρω στα 35-40, με κάπως προσεγμένο ντύσιμο, μαύροι κύκλοι από το ξενύχτι στο μπαρ το Σαββατόβραδο. Τώρα όμως δεν είναι Σάββατο βράδυ, δεν είναι στο μπαρ, δεν ξενυχτάνε και χαλαρώνουν. Αρχίζουν να τρώνε συλλαβές. Στρίβουν το τσιγάρ', ψάχνουν αναπτήρ', τους δίνω τον δικό μου, σταματούν τις κουβέντες για λίγο. Έπειτα μιλούν για την αλλαγή της ώρας. Όσο και να τους αρέσει που μεγαλώνει η μέρα, άλλο τόσο αποδιοργανωμένοι νιώθουν: “Αλλιώς συνηθίσαμε για!”

12 Μαρ 2011

Δεξιός λοβός #13: Οι καλές νύχτες και οι ζωντανοί νεκροί



  • Διαβάζω το The Walking Dead αυτές τις μέρες. Μονορούφι. Μου αρέσει, ρε παιδί μου. Έχει σπλατεριλίκι, ξεκοιλιάσματα κι αγώνα. Αγώνα για επιβίωση και αγώνα για διατήρηση της ανθρωπιάς.
  • Μου αρέσει τόσο πολύ γιατί μου θυμίζει την ανθρώπινη κοινωνία. Το σπλατεριλίκι βέβαια, είναι αθέατο, αλλά αυτό δε σημαίνει πως δεν υπάρχει. Κοίτα λίγο γύρω σου, κάνε μια ανασκόπηση της ζωής σου, δες τους καθημερινούς σου αγώνες στη δουλειά, τις σκοτεινές σκέψεις σου το βράδυ, τους φίλους που πούλησες ή σε πούλησαν, τους εραστές που άφησες ή που σε άφησαν χωρίς πολλά  λόγια. Το χειρότερο; Δε φαίνεται να μας πειράζει πια. Αφού είναι όλα τόσο εύκολα και γρήγορα. Πού καιρός για ανθρωπιά. Όχι πως μας χρειάζεται. Νόμος του δυνατότερου και άλλα τέτοια τσιτάτα, που τα μαθαίνουμε εξ απαλών ονύχων ζώντας σε ένα σύστημα που φροντίζει να μας αφαιμάσσει από μωρά παιδιά από κάθε ίχνος αλληλεγγύης και συνείδησης.
  • Και το χειρότερο είναι πως μπορεί να θυμώσουμε λίγο, αλλά δεν αγωνιζόμαστε ποτέ επί της ουσίας. Λέμε, λέμε, αλλά δεν κάνουμε τίποτα. Στην επόμενη ευκαιρία θα ξαναγίνουμε καθάρματα, προκειμένου να διασφαλίσουμε ακόμα μια μέρα στον ήλιο για το φτηνό μας τομάρι. Ή αυτοί ή εμείς. Σαν να πολεμούμε ζόμπι. Μόνο που, για τον άλλον, τα ζόμπι είμαστε εμείς.
  • Rage against the dying of the light, έγραφε ο Dylan Thomas σχεδόν έναν αιώνα πριν. Ποιος θυμός, όμως, και ποιο φως; Μόνο λεφτά και ο αγώνας δρόμου για το κέρδος, είτε υλικό, ζωτικό, συναισθηματικό (όπως τραγουδούσαν και οι Stereo Nova): Υλικά αγαθά, καταναλωτισμός, γρήγορο γαμήσι, επιφανειακές φιλίες, όλοι μας σε ετοιμότητα, με το ένα πόδι να φύγουμε όταν βρούμε κάτι που δε μας αρέσει. Λες κι οι ανθρώπινες σχέσεις είναι ένα πιάτο σούπα που αν βρούμε μια τρίχα μέσα μπορούμε να επιστρέψουμε το πιάτο στο σερβιτόρο και να μας φέρει άλλο.
  • Δε θέλουμε να έχουμε ευθύνες και χωρίς ευθύνες δεν μπορεί να υπάρξει ούτε συνείδηση ούτε αλληλεγγύη. Διαχωρίζουμε την πολιτική σκέψη από το τι κάνουμε στη ζωή μας, μιλάμε σαν μικροί Τσε Γκεβάρα, αλλά φοράμε το σταράκι και το παντελόνι Diesel. Λοιπόν, να σου πω: κάθε σου πράξη είναι η πολιτική σου σφραγίδα: από το πώς θα πιεις τον καφέ σου το πρωί, μέχρι το τι θα φας, από το τι ρούχο θα φορέσεις μέχρι το τι ανέκδοτα θα πεις. Όλα φέρουν την πολιτική σου ταυτότητα.
  • Γι αυτό, φρόντισε να είσαι συνεπής. Να παίρνεις τον εαυτό σου στα σοβαρά. Να συνειδητοποιήσεις τι υπάρχει γύρω σου και να αναλαμβάνεις τις ευθύνες σου.
  • Αλλιώς, η πανούκλα θα εξαπλωθεί.
  • Κι είμαστε ήδη πολλά ζόμπι. Κι εσύ είσαι ζόμπι κι εγώ είμαι ζόμπι και το σώμα μου είναι ζόμπι και τα χέρια μου είναι ζόμπι και τα χείλη μου είναι ζόμπι. Το ίδιο και τα δικά σου. Φιλάς τον εραστή σου και τον μολύνεις με ενοχές, ανασφάλεια και σύγκριση αυτού που είναι και αυτού που θα ήθελε(ς) να είναι και που δε θα γίνει ποτέ, γιατί όλοι μας μεγαλώσαμε με δυο αόρατα, σιδερένια χέρια να μας κρατάνε από τ' αρχίδια (ή από τις ωοθήκες, αντίστοιχα): τα χέρια της καταναλωτικής κοινωνίας, αυτής που λέει “μεγάλωσε, δούλεψε, αγόραζε, πέθανε, όσο πιο γρήγορα μπορείς”.
  • Και κανείς μας δεν μπορεί να κάνει ένα ουσιαστικό βήμα, γιατί ξέρουμε πως μας κρατάνε από τ' αρχίδια, κι αν κάνουμε την υπέρβαση και τραβήξουμε με δύναμη από πάνω μας τα σιδερένια αυτά χέρια, θα πάρουν και τ' αρχίδια μας μαζί.
  • Οπότε το βουλώνουμε και περιπλανιόμαστε, ταχύφαγοι και πλαστικοί, σαν ζόμπι και zombie killers, ανάλογα την περίπτωση, έχοντας γίνει όλοι νούμερα: ένα νούμερο δελτίου ταυτότητας, ένας αριθμός μητρώου κοινωνικής ασφάλισης, ένα ΑΦΜ. Ζόμπι χωρίς όνομα – και άρα χωρίς ψυχή, γρανάζια και κρέατα, μέχρι να χαθούμε ευγενικά και άσημα στις καλές νύχτες.
  • Ξέρεις, όμως, δεν είναι υποχρεωτικό να το κάνουμε. Μπορούμε να αλλάξουμε τα πράγματα, αρκεί να γίνουμε λίγο πιο συνεπείς πρώτα από όλα με μας τους ίδιους. 
  • Και μετά να αρχίσουμε να θυμώνουμε. Γιατί έτσι θα έπρεπε.
  • Για το τέλος, θα παραφράσω τον τελευταίο στίχο του ποιήματος του Dylan Thomas: 
  • Do not fuckin' dare go gentle into that good fuckin' night.

9 Μαρ 2011

7 κακά χαϊκού για να γράφεις καλά χαϊκού


1. Αλήθεια λέω,
    είμ άσχετη στα χαϊκού,
    κι ας έκαν' ένα.


2. Κι αν δε σου βγαίνει,
    γράψε για τις κερασιές,
    λέξη-πασπαρτού.


3. Χωρίς κερασιές, λέω,
   δε θα γράψεις ποτέ σου
   σωστό χαϊκού.


4. Ο ζεστός καφές
    τι νοιάζει τον Γιάπωνα;
    Κερασιές θέλει.


5. Τρελοί Γιάπωνες
  ή θα φρικουλιάζουνε
  ή... στις κερασιές.


6. Βλέπουν Νaruto
 κι εκεί έχει κερασιές,
 τη Sakura-Chan.


7. Να γράφεις, λοιπόν,
   "κερασιές" στα χαϊκού
   και θα 'σαι μέσα.

8 Μαρ 2011

Φάκελος: η θέση της γυναίκας και το χέσιμο


Οι κακές γλώσσες λένε ότι ο κόσμος ξεκίνησε με ένα ανέκδοτο:

Την πρώτη μέρα της δημιουργίας, δεν υπήρχε τίποτα. Μόνο πίσσα σκοτάδι.
Τη δεύτερη μέρα της δημιουργίας, δεν υπήρχε τίποτα. Μόνο πίσσα σκοτάδι.
Την τρίτη μέρα της δημιουργίας, δεν υπήρχε τίποτα. Μόνο πίσσα σκοτάδι.
Τέταρτη, πέμπτη, έκτη, τα ίδια.
Την έβδομη μέρα , μες στο σκοτάδι, κάπου, κάπως ξεφύτρωσε μια λεπτή άσπρη γραμμή. Ακολούθησε ένας ήχος σνιφαρίσματος.

Και ευθύς ξεπήδησαν το φως, η στεριά, η θάλασσα, βουναλάκια, πεδιάδες, ζωάκια, πουλάκια...

Τελειώνει το ανέκδοτο, αρχίζει η ιστορία (και το χέσιμο).

Πήρε, λοιπόν, ο καλός Θεούλης σκατά κι αστρόσκονη (διότι κληρονομούμε τα καλύτερα και τα χειρότερα των γονιών μας), τα ονόμασε πηλό κι έφτιαξε τον Αδάμ. Βαριόταν ο Αδάμ, βαριόταν κι ο Θεός με τον Αδάμ, που έπαιζε όλη τη μέρα WoW, κι έφτιαξε και την Εύα.
Ο Αδάμ και η Εύα, εν αρχή, τα πήγαιναν πολύ καλά. Μέχρι και το Wow λιγόστεψε ο Αδάμ για να κάνει παρέα με την Εύα κι αυτό γιατί ήταν τόσο διαφορετικοί και τόσο ίδιοι: την καταλάβαινε πολύ λιγότερο από τα άλλα πλάσματα του Θεού (“Τι στο καλό, μαστουρωμένος έκανε τον κόσμο;” αναρωτιόταν ο Αδάμ), αλλά τουλάχιστον γελούσαν κι έχεζαν με τον ίδιο τρόπο.
Έτσι έγιναν κολλητοί επιστήθιοι κι επικρεβάτιοι και μάλιστα τακίμιασαν με τα ουράνια σώματα. Ο Αδάμ πήρε τον ήλιο και η Εύα τη Σελήνη.
Κι έτσι, οι Πρωτόπλαστοι, πήγαιναν για το χοντρό τους με βάρδιες, το πρωί ο ανήρ, το βράδυ η γυνή, έκαναν την ανάγκη τους κι ατένιζαν τον ήλιο και το φεγγάρι.
Όλοι, βέβαια, γνωρίζουμε τι παίζει με το χέσιμο: κάθεσαι μόνος σου, στην ησυχία σου, κάνεις τις βρωμιές σου και σκέφτεσαι απερίσπαστος. Έτσι, καθόταν ο Αδάμ και σκεφτόταν διάφορα, πού θα πάει τα πρόβατα για βοσκή και πόσα χρήματα χρειάζεται το νέο helmet που θέλει, καθόταν και η Εύα. Αλλά, σε αντίθεση με τον Αδάμ, η Εύα, φιλοπερίεργη και ολιστική, γέμισε μαγεία από το φεγγάρι κι άρχισε να ανακαλύπτει τις λέξεις. 'Ετσι, άρχισε να ονομάζει τα πράγματα, καταπώς διηγείται ο Mark Twain στο “Ημερολόγιο του Αδάμ και της Εύας”.
Κι ενώ ο Αδάμ χαιρότανε που τόσο συμπλήρωναν ο ένας τον άλλον (εξάλλου, πού να κάτσει να σκεφτεί κι αυτός τόσα ονόματα, θα έχανε το raid), ο Θεός τα πήρε κρανίο. Λάδωσε το Σατανά, έγινε το όλο σκηνικό με το Δέντρο της Γνώσης και βρήκε ευκαιρία να τιμωρήσει την Εύα, κάνοντας το χέσιμο για αυτήν ταμπού.
Μόνο οι προϊστορικές κοινωνίες την γλίτωσαν ελαφρώς, και οι τόποι όπου η γυναίκα είχε ισότιμη θέση με τον άντρα, όπως, για παράδειγμα, η Μινωική Κρήτη, όπου υπάρχει, όπως είπαμε στο προηγούμενο ποστ, το αρχαιότερο αποχετευτικό σύστημα στην Ευρώπη, αλλά κι αυτό δεν κράτησε πολύ. Σύντομα κατέβηκαν βάρβαροι, φιλοπόλεμοι λαοί και υποδούλωσαν τις κοινωνίες αυτές, εγκαθιδρύοντας ένα status quo που απαγόρευε στη γυναίκα τα πολλά πάρε δώσε με το φεγγάρι και τα πολλά σούρτα-φέρτα στην τουαλέτα.
Έτσι, ξεκίνησε μια μεγάλη περίοδος χρόνιας δυσκοιλιότητας.

Και τι δεν τράβηξε η γυναίκα στα σκοτεινά χρόνια της δυσκοίλιας ιστορίας της: αναγκάστηκε σχεδόν να εκμηδενιστεί κατά την αρχαιότητα, με λίγες εξαιρέσεις (όπως, π.χ. Τις Σπαρτιάτισσες και τη φιλόσοφο Υπατία). Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, όποια γυναίκα έκανε πολλή ώρα στον απόπατο, σήμαινε ότι σκεφτόταν και μηχανευόταν πράγματα, οπότε κατηγορούνταν για μαγεία και την έστελναν στην πυρά. Στη Μέση Ανατολή, από την άλλη, οι μοναχικοί ποιητές της ερήμου, θαμπωμένοι από τη σπανιότητα της θέας μιας γυναίκας να χέζει, την ανέβασαν σε κάτι τόσο θαυμαστό, όποτε ξεκίνησε η λεγόμενη “ιπποτική ποίηση”, η οποία πέρασε και στην Ευρώπη.
Έτσι, η γυναίκα, πέρα από περιουσία του άντρα της, καταδικάστηκε να είναι και πάντα λαμπερή, ευγενική και απρόσιτη, μήπως και θαμπώσει κανέναν άντρα και βρει ένα καλύτερο σπίτι και λίγο περισσότερο χρόνο στο μπάνιο για να χέσει μουλωχτά.
Σιγά-σιγά, με τις επαναστάσεις και την αυγή ενός νέου, πιο ελεύθερου κόσμου, οι γυναίκες ξύπνησαν. Τα πρώτα φεμινιστικά κινήματα έκαναν δειλά-δειλά την εμφάνισή τους, διεκδικώντας ισότητα των φύλων και το δικαίωμα της γυναίκας να μορφώνεται, να εργάζεται, να ψηφίζει και να χέζει.
Στην Ελλάδα, η γυναίκα έχεσε για πρώτη φορά επισήμως το 1952, με τις πρώτες εκλογές όπου έγινε δεκτή η ψήφος των γυναικών.

Αλλά τόσοι αιώνες καταπίεσης έκαναν τη γυναίκα να φτάσει στο άλλο άκρο: άρχισαν οι διάρροιες. Η γυναίκα βγήκε έξω, έκαψε τα σουτιέν της και όρμησε στον άντρα, για να φάει και το δικό του χρόνο στην τουαλέτα, χωρίς όμως να παύει να μεγαλώνει χέστηδες (με την κακή έννοια) γιους σαν πασάδες. Οι ισορροπίες μεταξύ των φύλων ανατράπηκαν επικίνδυνα και η γυναίκα με τον άντρα, πλέον, έχουν χωρίσει τα τσανάκια τους και γλωσσοτρώγονται στην πρώτη ευκαιρία.
Το χειρότερο; Άρχισε και η γυναίκα να παίζει WoW.

Και το μόνο που απομένει από την αγάπη που τρέφουν μεταξύ τους τα δυο φύλα είναι μερικά ποιήματα από ανθρώπους που αγάπησαν πραγματικά τις γυναίκες και εκτίμησαν τη σημασία του αποχετευτικού συστήματος και καναδυό εξυπνακίστικα posts με σκατά.

Κατά τα άλλα, καθόμαστε να παίζουμε σκατοπόλεμο, αντί να βάλουμε τα σκατά μας κάτω, να βγάλουμε μια άκρη πρώτα με τον εαυτό μας και να αγαπηθούμε έπειτα σαν ισότιμοι άνθρωποι. Να σταματήσουμε να τα παίρνουμε όλα τόσο προσωπικά και να μιλήσουμε με εκείνες τις πρώτες λέξεις που έβγαλε η Εύα και τόσο αγάπησε ο Αδάμ. Να ξεπεράσουμε τα σκατά που φάγαμε στη μάπα και να προχωρήσουμε. Να αναγνωρίσουμε ο ένας τη μαγεία του άλλου για να γεννηθεί μαγεία και μεταξύ μας...
Και να αρχίσουμε να αποκαλούμε με τρυφερότητα ο ένας τον άλλον “σκατιάρικο”.





(Αυτό το ποστ είναι αφιερωμένο στην Τεμπελχανού. Ευχαριστώ το Γιαννάκη για το ανέκδοτο με τη δημιουργία του κόσμου, το Ηarto τον Μπελαλή που με μύησε στον Μπουκόφσκι και τον Filthy_Pagan που μου θύμισε το ποίημα)

3 Μαρ 2011

Δεξιός Λοβός #12: Προγράμματα, Μινωίτες και αποχετεύσεις


  • Κάτι έγινε ξαφνικά και μπήκα σε πρόγραμμα. Το πρόγραμμα το είχα κάνει από καιρό, αλλά δεν το τηρούσα. Μέχρι που χτες μου τη βάρεσε μια κατακούτελα και έκανα πρόγραμμα για το πώς θα μπω σε πρόγραμμα.
  • Με βοηθούν και τα αστέρια, όπως διάβασα. Κάτι γίνεται κει πάνω και λέει, τονώνεται ο αριστερός λοβός του Καρκίνου (του ωροσκόπου μου, δηλαδή). Αριστερός λοβός σημαίνει οργάνωση, λογική σκέψη και λέξεις, σε αντίθεση με το δεξί που είναι, όπως έχετε καταλάβει και από τα ομότιτλα άρθρα, απλά ό,τι να ΄ναι.
  • Όπως και να χει, με ένα πρόγραμμα και ένα άλλο πρόγραμμα για να τηρήσω το πρώτο πρόγραμμα, είμαι καλά. Φοβάμαι μόνο μην γίνω ψυχανάγκα. Ευτυχώς που τα αστέρια μπουρδουκλουνώνονται σαν τις γκομενικές σχέσεις του Μπέβερλυ Χιλς όλη την ώρα εκεί πάνω και αυτό δε θα κρατήσει πολύ.
  • Επίσης οργάνωσα όλα τα γραπτά μου σε συλλογές. Αλήθεια σας λέω! Εννοώ τα πιο αυτοτελή γραπτά μου, όχι τα δεξιολοβικά, που είναι ό,τι να 'ναι. Κι έφτιαξα και ένα tumblr  όπου θα ποστάρω ένα ποίημα την ημέρα (ένα μέρος από τη συγγραφική προπόνηση που προτείνει ο Ray Bradbury, για την οποία έχω ξαναμιλήσει).
  • Μετά τα ποιήματα, λέει το πρόγραμμα, κάθε πρωί, θα διαβάζω κάποιες σελίδες non-fiction. Κάποιο δοκίμιο ή κάποια μελέτη. Χτες ξεκίνησα τον πρώτο τόμο της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους του Παπαρρηγόπουλου, αναθεωρημένης από το National Geographic ή κάπως έτσι, δεν τα πάω καλά με λεπτομέρειες.
  • Αυτή τη στιγμή διαβάζω για τους Μινωίτες. Πολύ τους αγαπάω τους Μινωίτες. Πρέπει να ήταν τρελοί χίπηδες γιατί τιμούσαν τη γη, τραγουδούσαν, χόρευαν και δεν είχαν ίχνος αμυντικής προστασίας στις πόλεις τους. Ούτε τείχη ούτε τίποτα, λέει. Ντόλτσε Βίτα έκαναν τα χρυσά μου, μέχρι που μια τους χτύπησε εκείνο το τσουνάμι από τη Θήρα, μια κατέβηκαν οι πιο πολεμοχαρείς Μυκηναίοι (δεν είμαι και σίγουρη αν ήταν αυτοί, θα διαβάσω παρακάτω) και έφαγαν σπαλιόρα μεγάλη, που λέει κι ο παππούς Τσιφόρος. Τι τέχνες, τι χοροί, τι ανάκτορα μέσα στο χρώμα, καπιτονέ του σκακιού και πολύχρωμο polka dot σαν τα χαρούμενα κοριτσάκια του '50 που πηγαίνουν για ροκ εν ρολ αλά Grease. Φοβεροί. Άψογοι. Αλλά τι να κάνουν οι έρμοι που οι ουτοπίες δεν κρατάνε πολύ και ήρθαν οι άλλοι οι αυστραλοπίθηκοι και τους έπνιξαν στο σπαθί και τον πόλεμο.
  • Στα ανάκτορα λέει, δε, οι αρχαιολόγοι βρήκαν και μια μεγάλη έκπληξη: υπήρχε τουαλέτα. Φανταστείτε μια μινωϊκή χέστρα (δεν ξέρω βέβαια, αν ήταν κι αυτή πουά), η οποία μάλιστα συνδεόταν με αποχετευτικό σύστημα. Οι αρχαιολόγοι το χρονολόγησαν στη λεγόμενη Παλαιοανακτορική περίοδο (19ος αι.- 1600 π.Χ) και είναι το παλαιότερο αποχετευτικό σύστημα στην Ευρώπη. Δηλαδή, οι Μινωίτες έχεζαν σαν και εμάς τους σύγχρονους, όταν όλοι οι άλλοι λαοί είχαν το free camping mode ON.
  • Και πού βρίσκεται η περίφημα τουαλέτα, παρακαλώ; Κοντά στα διαμερίσματα της βασίλισσας, φυσικά. Διότι μια βασίλισσα ξέρει πάντα πώς και πού πρέπει να αφοδεύσει με αξιοπρέπεια.
  • Τη φαντάζομαι ολοζώντανη στο μυαλό μου: να βγάζει τις εφτά φούστες της και να κάθεται με περίσσεια περηφάνεια στην πουά τουαλέτα της, διαβάζοντας το κόμικ της, δηλαδή παπύρους με ιερογλυφικά των γειτόνων Αιγυπτίων ή διαβάζοντας το άρλεκιν της σε γραμμική A'. Ή, αν δεν είχαν από τότε αυτή τη συνήθεια, να παίρνει μέσα τον αοιδό ή το ραψωδό της και να της απαγγέλλει τα έπη του Γκιλγκαμές (τα Ομηρικά δεν είχαν γίνει ακόμα).
  • Ή, να σκέφτεται, γιατί οι Μινωίτισσες είχαν ισότιμη θέση με τους άντρες στην Κρήτη, κι έτσι οι γυναίκες μπορούσαν και σκεφτόντουσαν στο χέσιμο.
  • Αλλά για τη σχέση της θέσης της γυναίκας ανά την Ιστορία με την αφόδευση θα μιλήσουμε σε επόμενο ποστ...

2 Μαρ 2011

Εσύ που τώρα αυτό διαβάζεις...



Εσύ που τώρα αυτό διαβάζεις
πες μου:


Πώς ξύπνησες σήμερα;
Τι ονειρεύτηκες;
Ονειρεύεσαι;
Στον ύπνο μόνο ή και στον ξύπνιο;
Τι χρώμα έχουν τα όνειρά σου;
Τι χρώμα έχει ο κόσμος σου;
Ποια είναι η λέξη για τον κόσμο σου;
Ποιες λέξεις κρύβεις στην καρδιά σου;
Από τι είναι φτιαγμένη η καρδιά σου;
Τι ίχνη αφήνει ο χρόνος στην καρδιά σου;
Πώς μετράς το χρόνο;
Με λεπτά, τσιγάρα ή τραγούδια;
Πού ταξιδεύεις στα τραγούδια;
Πού ταξιδεύεις λίγο πριν σε πάρει ο ύπνος;
Τι γίνεσαι ανάμεσα στο λυκόφως και το λυκαυγές;
Αγαπάς τους λύκους;
Τι αγάπησες τελευταία;









Ο ουρανός είναι χιονάτος και έτοιμος να σκάσει·
 κλείσε τα μάτια και χιόνισε απαντήσεις
 ή ρίξ'τες σαν λιακάδα
                        ή καταιγίδα.

  Θα περιμένω.



(ΥΓ: Όντως περιμένω τις απαντήσεις σας. Ή εδώ σε σχόλιο, ή μέσω e-mail, η από το facebook ή από κοντά. )
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...