20 Μαΐ 2009

Αll star στο δικαστήριο

Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, διεξάγεται η δίκη του Παναγιώτη, του παιδιού που έμπλεξε (ή μάλλον τον έμπλεξαν) σε αυτή την τρελή, ανήκουστη και βασανιστική οδύσσεια επειδή.... φορούσε τα παπούτσια του.

Του ευχόμαστε καλή τύχη και μακάρι όλη αυτή η ταλαιπωρία να λάβει ένα τέλος επιτέλους.

Και πετάμε την ιδέα να κλείσουμε όλους τους πραγματικούς ΜΠΑΧΑΛΑΚΗΔΕΣ (και δε μιλάω για τους ανθρώπους που τολμούν να διαμαρτυρηθούν στο δρόμο) σε ένα κελί, και να πετάξουμε εκεί μέσα 10.000 ζευγάρια σταράκια ΦΟΡΕΜΕΝΑ ΚΙ ΑΠΛΥΤΑ.

14 Μαΐ 2009

Nανούρισμα για να αποκοιμηθεί ένας φυλακισμένος.

Nανούρισμα για να αποκοιμηθεί ένας φυλακισμένος.


O γλάρος πάνω απ' τα πεύκα.
(Η θάλασσα αντηχεί.)
Σε τριγυρίζει ο 'Ονειρος. Θα κοιμηθείς,
θα ονειρευτείς, ακόμα κι αν δε θέλεις.
Πάνω απ' τα πεύκα ο γλάρος
σταλάζοντας ολόκληρος αστέρια.

Κοιμήσου. Ήδη κρατάς στα χέρια σου
το θαλασσί της άπειρης νυχτιάς.
Δεν έχει τίποτα, μοναχά σκιά. Απάνω, το φεγγάρι.
Στο λευκόδασος ο Πήτερ Παν.
Καβάλα σε ελάφια πρασινόρραχα
το τυφλό κορίτσι.
Είσαι πια άντρας, αποκοιμιέσαι,
φίλε μου, εα...

Κοιμήσου, φίλε μου. Ένας κόρακας πετά
πάνω απ΄το φεγγάρι, και το σφάζει.
Η θάλασσα είναι δίπλα σου,
τα πόδια σου δαγκώνει.
Δεν είναι αλήθεια πως είσαι άντρας
είσαι ένα παιδί που δεν ονειρεύεται.
Δεν είναι αλήθεια πως έχεις πονέσει
Είναι που σου λένε λυπημένα παραμύθια.
Κοιμήσου. Όλη η σκιά δική σου είναι,
φίλε μου, εα..

Είσαι ένα παιδί που στέκεται αγέλαστο.
Έχασε το γέλιο του και δεν το βρίσκει.
Μπορεί και να 'πεσε στη θάλασσα,
μπορεί και να το έφαγε μια φάλαινα.
Κοιμήσου, φίλε μου, που καμπανάκια
σε νανουρίζουνε και ντέφια,
φλογέρες καλαμόφτιαχτες με τεμπέλη ήχο
ξενυχτισμένες στην ομίχλη.

Δεν είναι αλήθεια που βάρυνε η ψυχή σου
Αέρας ειναι η ψυχή και άχνα και μετάξι.
Η νύχτα είναι αχανής. Έχει χώρο
να πετάξεις για όπου θέλεις
να φτάσεις στην αυγή, να δεις
τα κρύα νερά που ξυπνάνε,
τα γκρίζα βράχια, σαν το κράνος
που φόραγες στις μάχες.
Η νύχτα είναι ανοιχτή, κοιμήσου, φίλε,
φίλε μου, εα...

Η νύχτα είναι όμορφη, γυμνή,
όρια δεν έχει μήτε κάγκελα.
Δεν είναι αλήθεια πως έχεις πονέσει,
είναι που σου λένε λυπημένα παραμύθια.
Έίσαι ένα παιδάκι λυπημένο,
ένα παιδί που δεν ονειρεύεται.
Κι ο γλάρος περιμένει
ν'αποκοιμηθείς, να έρθει.
Κοιμήσου, που ήδη κρατάς στα χέρια σου
το θαλασσί της άπειρης νυχτιάς.
Κοιμήσου, φίλε μου....
Αποκοιμήσου πια,
φίλε μου, έα...


(Ποίημα του Ισπανού José Hierro, μεταφρασμένο -ή, καλύτερα, προσπαθεί να είναι μεταφρασμένο - από τη δεσποινίδα Πουξ - all lefts deserved. Οι γνώστες της ισπανικής μπορείτε να το απολαύσετε στο πρωτότυπο εδώ.)
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...