18 Δεκ 2011

Το Πράγμα


Το Πράγμα δραπέτευσε από τη φυλακή του ένα πρωινό του Δεκέμβρη. Ήταν αφύσικα ζεστός εκείνος ο χειμώνας: το χιόνι δεν ερχόταν, τα φύλλα στέκονταν ακόμα στα κλαδιά των δέντρων και τα φυτά είχαν ξεχάσει να μαραθούν. Σαν κάτι να μην άφηνε τη φύση να ξεκουραστεί. Ο κύκλος είχε σταματήσει · ο θάνατος έμοιαζε να είχε νικηθεί. Κι αυτή η βλασφημία γκρέμισε το κελί του Πράγματος.
Κανείς δεν ξέρει πόσο καιρό ήταν φυλακισμένο εκεί το Πράγμα, ή από πότε υπήρχε · ή τι ήταν. Κάποιοι έλεγαν πως περιδιαίβαινε τη γη αυτή από χρόνια πανάρχαια. Κάποιοι άλλοι πως ήταν ανθρώπινο δημιούργημα, γέννημα των νοσηρότερων τελετουργιών. Και κάποιοι άλλοι, πως ήταν απλά μια φάρσα. Όλα αυτά σε καιρούς αλλοτινούς, γιατί στα χρόνια τα δικά μας κανείς δεν πίστευε πια στην ύπαρξή του. 
Κι όμως, το Πραγμα υπήρχε και περίμενε, με τα χέρια γραπωμένα στα κάγκελα, στο κελί του κρυμμένο στις φυλλωσιές, ασπρόμαυρο-μες-στο-πράσινο, λίγα μόλις μέτρα από τους περαστικούς που έκαναν τον περίπατό τους, από τις παρέες των παιδιών και τους νεαρούς εραστές. Κρυμμένο εκεί, άπλωνε τα παραμορφωμένα χέρια του σαν να καραδοκούσε για να αρπάξει · ή για να ζητήσει βοήθεια. Γιατί, όταν το κελί γκρεμίστηκε και το Πράγμα ξέφυγε, οι αυτόπτες μάρτυρες βεβαίωσαν ότι περίεργοι ήχοι έρχονταναπό το βάθος του κελιού,ήχοι που σου πάγωναν το αίμα, σαν μια ανίερη μελωδία ή την κραυγή που βγάζει ένα σύμπαν όταν πεθαίνει. Ένα είναι βέβαιο: ούτε το ίδιο το Πράγμα άντεχε αυτούς τους ήχους. Ίσως αυτή να ήταν κι η αληθινή του φυλακή.
Μα η φυλακή γκρεμίστηκε · και το Πράγμα ελευθερώθηκε, μαχαιρωμένο από τις κραυγές των κόσμων που πεθαίνουν. Πεθαίνοντας κι αυτό, ασπρόμαυρο κι αιμόφυρτο, κάτω από τα δύσπιστα βλέμματα των περαστικών, δεν κατάφερε να φτάσει μακριά. Σύρθηκε τρεκλίζοντας ως το πλησιέστερο δέντρο και ξάπλωσε πεθαίνοντας, και μαζί του πέθανε κι ο τελευταίος κόσμος της φαντασίας.


16 Οκτ 2011

Μυθολογιονομικά #1: Αίτηση διαζυγίου της Ήρας από το Δία



ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΠΟΛΥΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΔΟΥ,

ΑΠΑΡΤΙΖΟΜΕΝΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΙΣΟΒΙΟΥΣ ΔΙΚΑΣΤΕΣ ΜΙΝΩΑ,




 ΑΙΑΚΟ ΚΑΙ ΡΑΔΑΜΑΝΘΥ



(Ειδική διαδικασία γαμικών διαφορών)


ΑΓΩΓΗ


Της Ολυμπίου Ήρας, κατοίκου Ευβοίας

(όρος 'Οχη)



ΚΑΤΑ


Του Ολυμπίου Διός




εν διαστάσει συζύγου Ολυμπίου Ήρας,


κατοίκου Ολύμπου (περιοχή Δίου)


Τη δωδεκάτη ημέρα του μήνα Γαμηλιώνα του 3500 π.Χ. στη Σάμο, ήλθα μετά του εναγομένου σε νομίμου γάμου κοινωνία, κατά τους ιερούς κανόνες της Παγανιστικής Θρησκείας, του μυστηρίου τελεσθέντος στον Ωκεανό. Εκ του γάμου μας αποκτήσαμε τρία παιδιά: Τον Άρη (έτος γεννήσεως 3499 π.Χ), την Ήβη (έτος γεννήσεως 3200 π.Χ.) και την Ειλείθυια (έτος γεννήσεως 2780 π.Χ).

Στην αρχή η συμβίωσή μας ήταν αρμονική, αλλά με την πάροδο του χρόνου ο αντίδικος άρχισε να απιστεί εις βάρος μου. Από τις αρχές του 2500 π.Χ. αργούσε να γυρίσει στο σπίτι, πολλές φορές μάλιστα, απουσίαζε για ολόκληρες μέρες, αφήνοντάς με μόνη με τα παιδιά μας στο σπίτι. Τότε άρχισα να πληροφορούμαι για τις πολυάριθμες απιστίες του σε βάρος δικό μου και του γάμου μας.

Ενδεικτικό της προκλητικότητάς του και της εν γένει συμπεριφοράς του, η οποία αποδεικνύει την πλήρη έλλειψη αγάπης, εκτίμησης και σεβασμού, ήταν ότι αρνούνταν κατηγορηματικά να με αντιμετωπίσει κάθε φορά που προσπαθούσα να συζητήσω μαζί του για τις απιστίες του, για τις οποίες ενημερωνόμουν είτε από κοινούς γνωστούς, είτε από μόνη μου, μάλιστα δε αναγκάστηκα να προβώ σε κινήσεις πλήρως υποτιμητικές για το άτομο και την υπόληψή μου για να τον αναγκάσω να μου μιλήσει. Ο εναγόμενος, όμως, παρόλα αυτά, αρνούνταν κατηγορηματικά να παραδεχτεί το ο,τιδήποτε, προσπαθώντας να με πείσει ότι δεν είχα σώας τας φρένας.

Συνεχίζοντας να διαμένω στη συζυγική μας οικία σχεδόν μόνη μου, αφού ο εναγόμενος απουσίαζε συνεχώς για “τα βασιλικά του καθήκοντα”, εξακολουθούσα να μαθαίνω για τις απιστίες του: τη μοιχεία του με τη Σεμέλη, τη Μαία, τη Δανάη, την Ευρώπη, την Αίγινα, την Αλκμήνη, την Καλλιόπη, την Ιώ, για να αναφέρω τις ελάχιστες από αυτές. Μάλιστα η υγεία μου, λόγω της στενοχώριας που μου έφερναν αυτές οι θλιβερές ειδήσεις, και της εν γένει συμπεριφοράς του εναγομένου, που επιδεινώνετο με το χρόνο, υπέστην νευρικής προέλευσης υπέρταση. Ως εκ τούτου προέβην σε κινήσεις που όχι μόνο είναι υποτιμητικές για το άτομο και το επίπεδό μου, αλλά και εγκληματικές: μια απόπειρα ανθρωποκτονίας του νόθου γιου του Ηρακλή, παρακίνηση σε αυτοκτονία της Σεμέλης, βασανιστήρια στην ερωμένη του Ιώ κτλ, για τα οποία δε δικάστηκα λόγω του θεϊκού ασύλου που απολαμβάνω ως Βασίλισσα των Θεών. Ωστόσο, ο εναγόμενος ξέσπασε πάνω μου όλη την οργή του με βρισιές και απειλές “να μην μπλέκω στα ιερά, βασιλικά του καθήκοντα”.

Τελικά, μην μπορώντας να υπομείνω άλλο αυτή τη δοκιμασία, την ενάτη του Θαργηλιώνα αναγκάστηκα να μετακομίσω από την συζυγική στέγη και να διαμείνω στην παρούσα μου διεύθυνση στην Εύβοια και έκτοτε να βρισκόμαστε οριστικά σε διακοπή κάθε έγγαμης συμβίωσης.   

Για λόγους επομένως, που αφορούν το πρόσωπο του εναγομένου, δεν ζούμε ως ζευγάρι, αφού έχουμε χωρίσει από τραπέζης και κοίτης και εξ αιτίας των καταστάσεων, που έχουν συμβεί στον γάμο μας, έχει  επέλθει ισχυρός κλονισμός της έγγαμης συμβίωσής μας, έτσι ώστε να καταστεί για μένα, όχι μόνο αφόρητη, αλλά παντελώς αδύνατη η περαιτέρω συμβίωσή μας και ως εκ τούτου επιβάλλεται να κηρυχθεί, κατ άρθρο 1439 ΑΚ, λυμένος ο γάμος μας.

Επειδή από το άρθρο 1439 § 1 ΑΚ, όπως ισχύει μετά το ν. 1329/1983 και εφαρμόζεται και για τη λύση γάμων που τελέσθηκαν προηγουμένως, όταν η αγωγή ασκείται μετά τις 18.2.1983 (άρθρο 65 § 1 εδαφ. β' του ίδιου νόμου), που ορίζει ότι «καθένας από τους συζύγους μπορεί να ζητήσει το διαζύγιο, όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονισθεί τόσο ισχυρά, από λόγο που αφορά το πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα», προκύπτει ότι καθιερώνεται ο αντικειμενικός κλονισμός ως λόγος διαζυγίου και προσδιορίζονται τα όρια μέσα στα οποία θα κινηθεί ο δικαστής, χωρίς να γίνεται εξειδίκευση των κατ ιδίαν λόγων διαζυγίου, δεν τίθεται δηλαδή, η υπαιτιότητα ως βάση του ισχυρού κλονισμού και επομένως τα γεγονότα που μπορούν να προκαλέσουν ισχυρό κλονισμό μπορεί να είναι και ανυπαίτια δεν έχει δε σημασία ποιος από τους συζύγους δημιούργησε πρώτος το λόγο κλονισμού της έγγαμης συμβίωσης.

Επειδή προκειμένου να κριθεί αν ο γάμος έχει κλονισθεί από γεγονότα που αναφέρονται στο πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων, με την έννοια της υπάρξεως αιτιώδους συνδέσμου, υπό την ανωτέρω έννοια, δεν υπάρχει κώλυμα να ληφθούν υπ όψιν και κλονιστικά γεγονότα, που συνέβησαν μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, αφού ο γάμος παράγει τα αποτελέσματά του μέχρι να λυθεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση και από το είδος του κλονιστικού γεγονότος και το σύνολο των περιστάσεων θα κριθεί αν υπάρχει κλονισμός υπό την προεκτεθείσα έννοια.
Επειδή κατά τα ανωτέρω πρέπει να γίνει δεκτή η παρούσα και να λυθεί ο παραπάνω γάμος.
Επειδή η παρούσα είναι νόμιμος, βάσιμος και αληθής.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
και όσους θέλω προσθέσει κατά την συζήτηση της παρούσας και με ρητή επιφύλαξη κάθε νομίμου δικαιώματός μου

ΖΗΤΩ
Να γίνει δεκτή η παρούσα.
Να κηρυχθεί λυμένος ο μεταξύ εμού και του εναγομένου από τη δωδεκάτη του Γαμηλιώνα του 3500 π.Χ. υφιστάμενος γάμος, που τελέστηκε στη Σάμο κατά τους ιερούς κανόνες της Παγανιστικής Θρησκείας, του μυστηρίου τελεσθέντος στον Ωκεανό, για λόγους που αφορούν αποκλειστικά το πρόσωπο του εναγομένου, άλλως αμφοτέρων και
Να καταδικαστεί αυτός στην εν γένει δικαστική μου δαπάνη.

Εύβοια, δεκάτη του Εκατομβαιώνα 1400 π.Χ.
Ο/Η πληρεξούσιος δικηγόρος









- Πρότυπο δικογράφου εδώ




2 Οκτ 2011

Τότε που




     Τότε που πήγαμε στην έκθεση ζωγραφικής στη Δημοτική Πινακοθήκη, κάτω Μεταξουργείο, στα μέρη μου, κι είχα πάρει αέρα ειδήμονος κι άρχισα να σου μιλάω, όχι για τις ζωγραφικές, αυτό ήταν δικό σου πεδίο, για το Μεταξουργείο και τα τότε που. Τότε που γουργούριζα τις ράθυμες λιακάδες στα καφενεδάκια και τα απογεύματα που έσκαγαν σαν μενεξεδένια κύματα στο πιατάκι από το γλυκό του κουταλιού. Τότε που γύριζα τα κτίρια που υπέμεναν στωικά το βάρβαρο χάδι του χρόνου, με τα μυστικά και τις ιστορίες τους χρόνια κλειδαμπαρωμένα μέσα, που ορμούσαν να γκρεμίσουν τις πόρτες μα πάντα τα κρατούσαν οι βαριές, σκουριασμένες κλειδαριές. Τότε που,με ένα τετράδιο στο χέρι παρατηρούσα τα παιδιά και τα σκυλιά που βολτάριζαν, τους καλλιτέχνες που κυνηγούσαν την έμπνευση, τους εργαζομένους που ιδροκοπούσαν πίσω από ένα ταμείο ή πάνω σε ένα δοκάρι ή κάτω από ένα κόκκινο φως, λαθραία, νόμιμα, παράνομα, όλα ίδια δεν έγιναν πια άλλωστε; Μα πιο πολύ από όλα, αυτά που ήθελα να σου διηγηθώ ήταν τα τότε που του δρόμου του γυρισμού.

     Δεν πήρες μαζί μου το δρόμο του γυρισμού, το όμορφο κεφάλι σου είχε γεμίσει από Μιρό και Τζιακομέτι, ένας Μαγκρίτ είχε καθίσει στα μαλλιά σου και καναδυό Ντελβώ στα μάτια σου, κουράστηκες, μένεις και μακριά, πήγες να πάρεις το τρένο, και τα πιο σημαντικά τότε που που ήθελα να σου πω έμειναν παραπονεμένα μες στα χείλη μου.

     Τα τότε που του γυρισμού, από την Ψαρών, λίγο μετά την προστυχιά της Αχιλλέως, εκεί που περνάς απέναντι και ο τόπος μυρίζει κάπως, μυρίζει παρακμή και πόνο και ξενιτιά, μυρίζει όμως και σπίτι, λιβάνια στον Άγιο Παύλο, τότε που κάναμε Ανάσταση με τη γιαγιά μου, στον Άγιο Παύλο με το μεγάλο ρολόι, μόνο αυτό εμπιστευόταν η γιαγιά, και μετά στα μαγαζάκια πάνω στην πλατεία, με τα καλαμαράκια, τις γαρίδες και τα τσίπουρα, ο μικρός έπεφτε πάνω στα καλαμαράκια κι ο παππούς στο τσίπουρο, εγώ τους πρόδιδα και έπαιρνα σουβλάκι, και ακριβώς παραδίπλα ο γιατρός, με τις στρατιές από playmobil πίσω από τις βιτρίνες και εκείνο το μισητό ξυλάκι που μου πάταγε το στόμα να δει τις αμυγδαλές μου, τρελαινόμουνα, είσαι περδίκι μου έλεγε, τι να μη φάω γιατρέ; τον ρωτούσα, έξι χρονώ σκατό, αστακό και μαύρο χαβιάρι μου έλεγε.

     Και μετά η Ηπείρου, με τις μεγάλες γκρίζες πολυκατοικίες της, από τις οποίες πού και πού πέφτει μωβ κανένας τηλέγραφος και τα μαύρα πλακάκια της ΕΥΔΑΠ στα πεζοδρόμια, πόσα μπορείς να μετρήσεις; ρώταγε η γιαγιά για να ξεχαστώ από το ξυλάκι του γιατρού, ένα-χοπ! Δύο-χοπ! τρία κι έτσι συνέχιζα, μέχρι να τελειώσουν τα πλακάκια ή να αλλάξουμε πεζοδρόμιο ή να μεγαλώσω και να φύγει η γιαγιά και να 'τα όλα τα τότε που της ζωής μου δίνουν μια και γκρεμίζουν το στόμα μου, ξεχύνονται στο πεζοδρόμιο και κυλούν μανιασμένα σαν βροχόνερο, μουσκεύουν τα παπούτσια μου, βρέχονται οι κάλτσες λέξεις .

     Ξαναγυρνάω. Κάθομαι στο παγκάκι έξω από την εκκλησία. Πίσω στον αυλόγυρο μια παρέα εφήβων γυρνά ένα τσιγάρο. Κάνω πως δεν τους βλέπω μα με παίρνει η μυρωδιά και βρίσκομαι ξαφνικά να παίρνω τζούρες από την παιδική μου ηλικία, πατίνια, New Kids On the Block, Χ-Files το βράδυ στο Star. Τη γιαγιά.
     Τότε που το Σάββατο δεν είχε στάλα νοσταλγίας.

     Τότε που πήγαμε στη Δημοτική Πινακοθήκη ήταν Σάββατο. Μόλις χτες. Κι ορκίζομαι, αγάπη μου, πως την επόμενη φορά που θα 'ρθεις από δω, όλα τα τότε που θα στα δώσω με ένα φιλί στο στόμα.

4 Σεπ 2011

Κυριακή.





( Ακατάστατο σαλόνι. Δίπλα από την ανοιχτή μπαλκονόπορτα, ένας καναπές με ξεβαμμένο κάλυμμα. Πάνω στον καναπέ έχουν ξαπλώσει αγκαλιασμένοι δυο νέοι άνθρωποι. Οι λιαχτίδες του πρωινού κάθονται πάνω στα μαλλιά τους.)



- Γιατί χαμογελάς;

- Σκέφτομαι.

- Επιτρέπεται να μάθω;

- Αμέ! Σκέφτομαι πώς φτιάχτηκε ο κόσμος.

- Μάλιστα. Για πες μας κι εμάς.

- Να. Οι επιστήμονες λένε ότι φτιάχτηκε από το Big Bang, σωστά;

- Έτσι λένε.

- Κι οι Γραφές, ότι φτιάχτηκε από το Θεό μέσα σε έξι μέρες.

- Ναι... Για κατάληξε.

- Άρα, αν τα συνδυάζαμε, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το Big Bang κράτησε έξι μέρες.

- Λες γι' αυτό να το λένε Big;

- Άνετα!

- Κάτσε λίγο... Όταν λες bang τι εννοείς;

- Το bang. Bang. Bang. Bang. Ξέρεις εσύ...

- Ρε πονήρω! Όλο εκεί το μυαλό σου... Θα μπορούσε πάντως, γιατί όχι... Αλλά με ποιον λες ο Θεός να έκανε το...bang;

- Ποιος ξέρει. Ίσως να είναι ο ίδιος το bang. Ίσως επειδή έγινε το bang να έγινε ο Θεός. Δε μας νοιάζει. Το θέμα είναι ότι την έβδομη μέρα, την Κυριακή, ο Θεός ξεκουράστηκε. Και βρήκε ότι ήταν ωραία.

- Πώς σου ήρθε όλο αυτό;

(Κοιτάζονται. Η κοπέλα κοιτάει το αγόρι και χαμογελάει)

- Τι μέρα είναι σήμερα;

(Το αγόρι χαμογελά κι αυτό.)

-  ...Κυριακή.



14 Ιουν 2011

I see a darkness




Μυστήριος τούτος ο Ιούνης με τις σκοτεινιές και τις βροχές του. Μέσα σε μια μέρα μπορεί να περάσουν κι οι τέσσερις εποχές του χρόνου.



"Η μπόρα μόλις σταμάτησε, είσαι να πάμε μια βόλτα; "
Δεν μπορώ, δε βλέπεις πώς είμαι; 
"Πώς είσαι;"
Ακόμα βρέχει. (Και δεν μπορώ να σταματήσω τη βροχή).



Τελικά βγαίνουμε. Φοράει γυαλιά ηλίου για να κρύψει τα κόκκινα μάτια. Ο Στήβι Γουόντερ. Ο Στήβι στη Χώρα των Θαυμάτων.



Παμε.



Πηγαίνουμε. Το κρυσφήγετό μας είναι ένα πάρκο. Όχι και πολύ κρυσφήγετο, εδώ που τα λέμε, αλλά τουλάχιστον έχει παιδιά, σκυλιά και ξεχασμένες σταγόνες. Να ξεχαστούμε κι εμείς, κι ας είναι ακόμα σκοτεινά έξω. Μάλλον δε θα καταφέρουμε να δούμε ήλιο σήμερα.

Είναι δύσκολο να φύγει η σκοτεινιά· έρχεται και σε πλακώνει σαν βραχνάς κι άντε να τη διώξεις.
"Με την ησυχία σου."




Σε κάποια φάση ξεχνιέται. Κοιτά τα καρότσια που σουλατσάρουν νεαρές, χαμογελαστές μανάδες.



Τα παιδάκια είναι σαν τα σκυλιά. Θέλουν κι αυτά τη βόλτα τους, δεν μπορείς να τα κρατήσεις σπίτι.
Κρυώνω. Κουμπώνω κι άλλο τη ζακέτα μου.
Μόνο που στο σκυλί δε φοβάσαι μη βγει διαφορετικό από σένα. Και συνήθως δε βγαίνει.



Βάζουμε τα σκυλιά κάτω κι αρχίζουν οι ιστορίες: Ο Έκτορας, ο σκύλος της θείας μου, το πρώτο σκυλί που γνώρισα. Ήμουν τριών χρονών κι αυτός πηδούσε συνέχεια πάνω μου και μ' έριχνε κάτω. Φυσικά ήθελε να παίξει, αλλά εγώ δεν το ήξερα. Και προφανώς τρόμαζα. Από τότε άρχισα να φοβάμαι.
Μετά ο Ίντι. Ερχόταν κι αυτός και πηδούσε πάνω μου, αλλά τώρα ήμουν είκοσι τριών, οπότε δε με έριχνε κάτω. Άρχισα να μη φοβάμαι.


Και μετά η Μία. Την παίρνω από το λουρί αλλά αυτή με πάει βόλτα. Μου χαϊδεύεται και μου κρατάει μούτρα όταν δεν της δίνω σημασία. Μου θυμίζει πολύ τον εαυτό μου κι έτσι την αφήνω να μου δαγκώσει το χέρι. Προσέχει πολύ να μη με πονέσει. Έτσι, αρχίζω να την εμπιστεύομαι.


Πράγμα που δεν κάνει ο αδέσποτος σκυλάκος της γειτονιάς μου, εκείνος ο κοντόχοντρος και μακρύς σαν χωριάτικο λουκάνικο. Κάθε φορά που τον βλέπω και πάω να τον πλησιάσω, έρχεται πολύ επιφυλακτικά. Τον χαϊδεύω, και, εκεί που αρχίζω να πιστεύω ότι επιτέλους θα μου ανοιχτεί, κάνει ξαφνικά δυο βήματα πίσω, σαν να φοβάται μην του κάνω κακό. Μάλλον κάποιος τον έχει κακομεταχειριστεί. Αλλά και πάλι, ο καημένος, διψάει για χάδια· έστω κι αν αυτά συνοδεύονται από κλωτσιές.


Αλλά αυτά για τον αδέσποτο σκυλάκο δεν τα λέω φωναχτά. Τα γυαλιά ηλίου βγήκαν επιτέλους, δε θέλω να φέρω άλλη σκοτεινιά. Ούτε λέω πως τον Έκτορα, το πρώτο σκυλί, το πάτησε τελικά αμάξι.


Επιλεκτική αμνησία. Το κάνει ο ίδιος μας ο εγκέφαλος. Είναι από τους βασικότερους αμυντικούς μηχανισμούς που διώχνουν τη σκοτεινιά.


Φεύγουμε.


Κοίτα! Μια σταγόνα κρέμεται από το ροδόδεντρο!


Δυο χέρια κρατούν φωτογραφική.  

Βγαζει-

βγάζουμε-

βγάζω


φωτογραφίες


στιγμές


σταγόνες σε ροδόδεντρα
                                σκυλάκια
                                         καρότσια
                                                       όχι
                                                                   αμάξιακλωτσιέςφόλες


Ενίσχυση αμυντικών συστημάτων. Του. Εγκεφάλου.


(Kι η σταγόνα από το ροδόδεντρο, βαριά και μόνη, αποφασίζει επιτέλους να πέσει στο γρασίδι.)





Παρα(φυση)μύθια: Ο Πρίγκηπας Βάτραχος



Πρώτη εκπομπή κι ακόμα δεν κατάφερα να βρω τρόπο να την ηχογραφήσω ολόκληρη, με τις μουσικές της, τα σχόλιά της, τα σέα της και τα μέα της και όλα τα τυχαία ολισθήματα που κάνουν μια ραδιοφωνική εκπομπή γνήσια και ιδιαίτερη. Τουλάχιστον, όμως, έχουμε το παραμύθι και μερικά σχόλια ηχογραφημένα – μη χαίρεστε πολύ, όμως, είναι απλώς το φτωχό αδερφάκι της εκπομπής, είχα ηχογραφήσει κάποια πράγματα σε περίπτωση που θα είχα τεχνικές δυσκολίες με το πρόγραμμα, κάτι σαν back up δηλαδή, αλλά τι να κάνουμε, αυτό έχουμε τωρα. Ίσως κάποια στιγμή στο μέλλον να το ξαναδουλέψω καλύτερα.
Στο μεταξύ, όποιος είναι γενναίος και δε βαριέται, μπορεί να κάνει επεμβάσεις με ήχους και μουσική και να το εμπλουτίσει. Αν κάνει τέτοιο θα είναι μάγκας, θα του βγάλω το καουμπόικο καπέλο μου και θα του γράψω ένα παραμύθι όλο δικό του.

Αν μετά από όλα αυτά θέλετε ακόμα να ακούσετε, πατήστε εδώ.

Bonus: Αυτά που πρόσθεσα στην εκπομπή αλλά δεν πρόλαβα να ηχογραφήσω, είναι δύο-τρία what ifs με το βάτραχο να είναι ένα στερεότυπο. Αυτά σας τα παραθέτω σε κείμενο γιατί με πιάσατε στις καλές μου.

Τι θα γινόταν, το λοιπόν, εάν ο βάτραχός μας...

    1. ...ήταν hipster: Καταρχάς, δε θα προσφερόταν ποτέ να της φέρει τη χρυσή της μπάλα: θα την ρωτούσε πόσο την πουλάει για να την αγοράσει. 'Οταν η πριγκίπισσα θα του 'λεγε να πάει να πάρει δική του, εκείνος θα της απαντούσε ότι αγοράζει μόνο από μαγαζιά second hand. Αφού της έφερνε την μπάλα με τα χίλια ζόρια, θα 'τρεχε μέχρι το σπίτι της καβάλα στο ποδήλατό του. Δε θα καταδεχόταν με τίποτα να να κοιμηθεί στο πουπουλένιο πάπλωμα, καθότι ως χίπστερ εκτιμούσε μόνο τις τριμμένες παλιατζούρες – εκτός, βέβαια, κι αν ήταν vintage κομμάτι. Προφανώς δε θα ήθελε πολλά-πολλά με την πριγκήπισσα, ως indie γκόμενος, μόνο να δουν καμιά ταινία σκηνοθέτη που το όνομά του τελειώνει σε -όφσκυ (Αρονόφσκυ, Ταρκόφσκυ, Γιοντορόφσκυ) ή να κάνουν καμιά τριπλέτα με την κολλητή της ή τον κολλητό του (τον Πιστό Χένρυ, ντε). Αν τελικά έσπαγε ο Κθούλου το ποδάρι του και παντρευόντουσαν, στο γάμο τη μουσική επιμέλεια θα την επιμελούνταν φυσικά ο ίδιος, γιατί κανείς άλλος δε θα ήξερε πιο ψαγμένη μουσική – duh! Στο μήνα του μέλιτος, δε, θα ξεφύλλιζαν παρέα το Pitchfork και θα έβγαζαν φωτογραφίες με μηχανή Lomo.
    2. ...ήταν μεταλλάς: Προφανώς και θα στραβομουτσούνιαζε. Αυτός, κοτζάμ μεταλλάς, να πάει να φέρει μια χρυσή μπάλα; Πού ήταν ο δράκος να τονε σφάχσει στο γόνατο με το longsword του; Όπως και να 'χει, πάντως, τίναξε τη μαλλούρα, έβγαλε τα πέτσινα, έμεινε με το γούνινο βρακάκι και βούτηξε αγέρωχα στο νερό. Μετά, στο παλάτι, αντί να παρακαλέσει την πριγκίπισσα να φάει από το μαλαματένιο πιάτο της, θα έδινε μια, θα πηδούσε στο τραπέζι, θα παράγγελνε μπίρα, θα ξανατίναζε τη μαλλούρα και θα έριχνε μια σολιά. Στο δωμάτιο της πριγκίπισσας θα καθόταν στο πάτωμα και θα μετρούσε τα cd του (ναι, παίρνει ακόμα cd. Πολλά cd.). Αν του έκανε μανούρα η πριγκίπισσα, θα την πετούσε αυτός στον τοίχο. Κατόπιν, θα 'παιρνε τον πιστό Χένρυ και θα έφευγαν για να φτιάξουν μπάντα.
    3. ...ήταν stoner: Η πριγκίπισσα θα τον πετύχαινε σε ένα τροπικό δάσος. Θα της έλεγε ότι ήταν ψυχεδελικός. Η πριγκίπισσα θα τον έγλειφε στην πλάτη και θα μαστούρωνε. Μέσα από ιερούς καπνούς και σαμανιστικές κιθαριές θα πήγαιναν μήνα του μέλιτος είτε σε κάποιο αστρικό πεδίο ή στο Roadburn Festival. Στον ελεύθερό τους χρόνο θα τζάμαραν σε κάποιο γκαράζ, θα ασχολούνταν με το myspace και θα κανόνιζαν λαϊβάκια στο ΑΝ Club.
    4. ...ήταν goth: Όταν η πριγκίπισσα θα του 'λεγε να φέρει τη χρυσή της μπάλα, θα 'βγαζε μια νεκροκεφαλή και θα συλλογιζόταν “να φέρει κανείς τη χρυσή μπάλα ή να μην τη φέρει;”. Στο παλάτι θα έκανε βραδιά ποίησης με έργα των Καταραμένων και γενικά όπου αψέντι, όπιο και φυματίωση κι εκείνος μέσα. Όταν η πριγκίπισσα θα τον πετούσε στον τοίχο, θα συγκινούνταν τόσο πολύ από το πάθος αυτής της παραφοράς, που θα της αφιέρωνε ποίημα ή ένα τραγούδι των Cure. Ραντεβουδάκι θα πήγαιναν στο νεκροταφείο. Κι εκεί θα της εκμυστηρευόταν πως στην ουσία είναι ένα πλάσμα της νύχτας και τρέφεται με το αίμα των ...μυγών. Στο τέλος, βέβαια, θα την χώριζε: βλέπετε, τον έκανε ευτυχισμένο.
    5. ...ήταν nerd: Θα έριχνε εικοσάπλευρο για να δει αν θα έφερνε τη χρυσή μπάλα. Στο παλάτι, για να εντυπωσιάσει την πριγκίπισσα, θα έφερνε το βαλιτσάκι του με τις φιγούρες του Warhammer. Στο κρεβάτι με το πουπουλένιο στρώμα θα άνοιγε το macbook (εννοείται) και θα έδειχνε στην πριγκίπισσα έναν μαραθώνιο με όλα τα επεισόδια από Doctor Who και Battlestar Galactica (το Game of Thrones δε θα το έδειχνε, γιατί έχει πολλά βυζιά). Όταν αυτή θα αποκοιμιόταν, θα την έριχνε από το κρεβάτι και θα φώναζε τον Πιστό Χένρυ να παίξουν Magic The Gathering. Τελικά η πριγκίπισσα θα τον χώριζε, γιατί θα καταλάβαινε πως ήταν ερωτευμένος με... το WoW. Αφήστε που θα την φώναζε και Lolcat...


      Αυτά και άλλα πολλά είπαμε σήμερα στα Παρα(φυση)μύθια.  Μπορείτε να μας ακούτε κάθε Τρίτη στον Passa Tempo Radio, 4-6 το απόγευμα, με πολλή μουσική, σχόλια και πάνω από όλα τρολλλλάρισμα!

13 Ιουν 2011

Πρώτη εκπομπή!

Χρυσές μπάλες, πουπουλένια στρώματα και βάτραχοι στο μίξερ αύριο και κάθε Τρίτη 4-6 στα Παρα(φυση)μύθια στον Passa Tempo Radio...

...στον οποίο καλό θα ήταν να συντονίζεστε ούτως ή αλλως γιατί τα σπάει. Αμέ!

Επίσης, για την πουκοεκπομπή, ο,τι προτάσεις/σχόλια/καμμενιές έχετε να πείτε, ρίχτε το ελεύθερα  είτε στο site του σταθμού (έχει και chat και μπορείτε να ρίξετε και rpg-ζαρα), είστε στο fb του σταθμού είτε εδώ στο μπλογκ. =)






3 Ιουν 2011

Hush now it's only us





Night-time. The whole world silent. Withdrawn. Only them now.
"Hush now, it's only us."

The scratches on his back. Fading red crescent moons. A velvet pencil of nails. Delicate in their fierceness. 
The marks of night.

Tired love-tigers. Magnanimus in their nightly despair. They don't even know; if they knew, everything would fade and disappear. Just like the nail marks.
Fortunately, they don't.

"Hush now, it's only us".

If only they knew.

1 Ιουν 2011

Παρα(φυση)μύθια #1: Πρόλογος





    • Έγινε, λοιπόν, το καλό και επανήλθα στο συγγραφικό πρόγραμμα. Βέβαια η φίλη μου η Μαρία που γίνεται λύκαινα, μου είπε σήμερα 2 πράγματα: 1. Ότι έχει σήμερα νέα Σελήνη. Και 2. ότι βρήκε πένα και μελανοδοχείο συνολικά 6 ευρώ.
    • Έσκασα από τη ζήλεια μου. Αλλά τι τα θες που δεν είμαι Σαλονίκη να τα κάνω όλα...χαρτί και καλαμάρι. Άσε που εγώ το 'κοψα το σπορ να γίνομαι λύκαινα εδώ και κανα χρόνο. Μου 'σπαγε το νύχι.
    • Τέλος πάντων, πένα-ξεπένα, πήρα να μεταφράζω παραμύθια από Γκρίμηδες, Αντερσένηδες κτλ κτλ. Ο λόγος; Ξεκινάω ραδιοφωνική εκπομπή! Ο σταθμός λέγεται Passa Tempo Radio, είναι νέος, ωραίος, ψηλός ξανθός αλληλούια, κι έγινε από μια παρέα παιδιών στη Θεσσαλονίκη (ε πού αλλού, κι αναρωτιέμαι τι καλλιτεχνική πετριά τρώνε οι Σαλονικαίοι και γιατί, αφού έχω ανοίξει τόσους λογαριασμούς με Σαλονίκη, είμαι εδώ κι όχι εκεί, μάλλον λόγω της κρίσης και κρίση-με πιάνει κρίση). Ακόμα είμαστε υπο κατασκευήν, αλλά σιγά σιγά θα κάνουμε πλοπ στα ιντερνετικά ραδιοκύματα και θα σας κάψουμε το κεφάλι ωσάν τα μικροκύματα.
    • Η εκπομπή, το λοιπόν, δε θα είναι οιαδήποτε indie εκπομπή με ψαγμένες μουσικάρες. Όχι. Θα έχει παραμύθια. Αυθεντικά, παλιά, καλά παραμύθια. Και μετά τα παραμύθια, θα πέφτει ο κλασικός πουκίστικος σχολιασμός. Κι αν όλα πάνε καλά και με ακούτε, μπορώ να βάλω κι άλλες στήλες, όπως στο μπλογκ, τύπου “Ρωτάτε-Απαντάμε”.
    • Και επειδή θα πέφτει σχολιασμός, η εκπομπή θα λέγεται “Παρα(φύση)μύθια”, καθότι θα τους αλλάζω τον αδόξαστο.
    • Μόλις ξεκινήσουμε και εδραιωθεί μέρα και ώρα θα σας πω.
    • Πάμε στα παραμύθια όμως τώρα.
    • Μετέφραζα, που λέτε, και οι εκδοχές των Γκριμ είναι πολύ διαφορετικές από τις τσιχλοφουσκάτες παραλλαγές που ξέρουμε. Πολύ σπλάτερ, ρε παιδί μου. Το sex and violence δίνει και παίρνει. Αλλά πάλι υπάρχει το ρημάδι το happy end (με το σπλάτερ των κακών, βέβαια, που άλλους τους ρίχνουνε σε βραστά καζάνια, άλλους τους αποκεφαλίζουν, άλλους τους καταδικάζουν να βλέπουν αιωνίως το Twilight ή να ακούνε Justin Bieber και δε συμμαζεύεται).
    • Αλλά κολλάει στο happy end.
    • Που στην πραγματική ζωή, μόνο happy end δεν είναι. Όλα τελειώνουν με κέρατο, χωρισμό, θάνατο και άλλα τέτοια ωραία.
    • Την πτώχευση ξέχασα. Γιατί αυτοί ζουν καλά κι εμείς χειρότερα, με το μνημόνιο και όλα αυτά.
    • Αλλά και μια κατάσταση μόνιμης ευτυχίας, από την άλλη, δε θα ήταν βαρετή; Εδώ βαριόμαστε να είμαστε ήρεμοι. Βράζει το αίμα, ρε παιδί μου, να την κάνουμε την κασκαρίκα μας.
    • Πώς μπορούσε η έρμη η Σταχτοπούτα να ζήσει μια ολάκερη ζωή παγωμένη σε έναν ευτυχισμένο χρόνο;
    • Και να φοράει τα ίδια παπούτσια ξανά και ξανά;
    • Αυτά που λέτε, αντιμετώπισα σήμερα. Κι όσο πλησίαζα στο happy end, τόσο περισσότερο τσινούσα να μείνω πιστή στο κείμενο και να το ξεμπουρδελέψω. Να το γράψω αλλιώς.
    • Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια πριγκίπισσα κι έπαιζε Farmville.”
    • Αυτά και άλλα πολλά. Στον PassaTempo, στα “Παρα(φύση)μύθια, μέρα και ώρα θα σας πω προσεχώς.

      (Κι εννοειταί ότι οι εκπομπές μετά θα ανεβαίνουν εδώ, για δική σας απόλαυση/μαζοχισμό)

25 Μαΐ 2011

Δεξιός λοβός #έχασα-το-λογαριασμό: 'Ελα να αγανακτήξουμε, ντάρλινγκ






  • Καιρό έχω να γράψω. Το ξέρω. Αλλά μια οι παραστάσεις (που σκίσαμε), μια οι απογραφές (να βγάλουμε και το ψωμάκι μας), δεν είχα χρόνο ούτε να αναπνεύσω. Φαντάσου, έχω να γράψω πάνω από δυο βδομάδες.
  • Τα της Ισπανίας τα πήρα πρέφα αργά, καθώς έβγαζα τα μάτια μου σαν γιαγιά με το πατομπούκαλο πάνω από την νταντελίτσα για το σεμεδάκι πάνω από τα απογραφικά δελτία. Αλλά η απογραφή τελείωσε και τώρα πια δεν υπάρχει καμια δικαιολογία.
  • Και τι κάνουν οι Ισπανοί, λοιπόν; Παίρνουν τύμπανα και κλαπατσίμπαλα, κατεβαίνουν στις πλατείες και φωνάζουν. Γιατί, λέει, αγανάκτηξαν (με το “ξ”, δε μιλάμε λόγια εδώ). Και μας την είπανε κιόλας, ότι είμαστε κοιμήσια.
  • Εμείς, κοιμήσια; Ω μα από πότε; Εμείς όλο αγανακτισμένοι δεν είμαστε; Πάντα δεν κατηγορούμε και βρίζουμε;
  • Ναι, βέβαια. Μέσα από το facebook και το twitter. Γινόμαστε για λίγο Τσεγκεβαράδες, κάνουμε το κομμάτι μας να μας κάνουν πατ-πατ στην πλάτη και πάμε να δούμε το τελευταίο επεισόδιο της εκάστοτε σειράς.
  • Με αγγλικούς υπότιτλους, φυσικά, γιατί οι ελληνικοί μάς ξινίζουν.
  • Όλο ξινιζόμαστε, ρε παιδάκι μου. Κι όλα τα βρίσκουμε ύποπτα και να βρωμάνε σαν την κάλτσα του μικρού Κωστάκη που μόλις γύρισε από το ποδόσφαιρο.
  • Να, για παράδειγμα, αυτό με τους Αγανακτισμένους: όλοι αρχίσανε να ρωτάνε τι είναι και τι κάνουν και από πού κρατάει η σκούφια τους και ποιανού παιδί είναι. Ε τι σε νοιάζει, ρε φίλε; Για αλλαγή δεν ξελαρυγγιάζεσαι κι εσύ;
  • Μου θυμίζει αυτό που γινότανε όταν πρωτοξεκίνησαν οι Atenistas. Έμενα και Αθήνα τότε και το τι είχα ακούσει δε λέγεται: ότι είναι παιδάκια του ΣΥΡΡΙΖΑ, όχι, ότι είναι νεοπασοκάκια, ψέματα, ότι είναι οπαδοί της Νέας Τάξης, α όχι, τελικά έχουν ερπετικό DNA. Που πήγα σε δράσεις τους, και εντάξει, δεν τρελάθηκα με αυτό που είχε γίνει με τα κεριά στην Ομόνοια, αλλά να σου πω κάτι; Μπορεί να τους λες υποκριτές και κουτάβια κι ότι η αλλαγή δεν έρχεται έτσι, ΑΛΛΑ: όποιοι κι αν είναι, ό,τι κι αν κάνουν, παίρνουν τον κώλο τους και πάνε και καθαρίζουν τα σκουπίδια ΣΟΥ ή δεντροφυτεύουν. Δεν κάθονται στον καναπέ τους να γκρινιάζουν.
  • Ούτε το παίζουν Τσεγκεβάρες από το twitter.
  • Έβγαλα και στιχάκι προχτές: “είμαι τόσο μα τόσο hipster / που κάνω επανάσταση μέσα απ' το twitter”.
  • Φυσικά δεν το πόσταρα στο Twitter.
  • Το πόσταρα όμως στο Facebook να δουν όλοι τι έξυπνη που είμαι.
  • Αυτά χτες, όμως. Γιατί σήμερα ξύπνησα μέσα στην τρομάρα από ένα τρομερό post-apocalyptic horror όνειρο. Ήταν λέει στη Σουηδία ένα απολυταρχικό καθεστώς στρατιωτικών κανιβάλων. Και είχαν τους ανθρώπους για την πλάκα τους. Άλλους τους σκότωναν (όπως οι μικροί Σπαρτιάτες τους είλωτες) και άλλους τους έτρωγαν, συνοδεύοντάς τους με λίγο οινόμελο (δεν έχουν Chianti στη Σουηδία).
  • Και κάπου στρόφαρα. Μπορεί να ξίνισα με αυτό που γινόταν στο twitter για το #greekrevolution αρχικά, , από την άλλη, όμως, αν μόνο έτσι μπορούν να συντονιστούμε λίγο όλοι εμείς οι εξυπνάκηδες και να στροφάρουμε, then so effin' be it. Ποια είμαι εγώ να το κρίνω, σε τελική;
  • Και προπαντός, γιατί να ξινίζομαι; Με το ξίνισμα φτάσαμε εδώ που φτάσαμε, επειδή απλά ξινιζόμασταν σαν μυξοπαρθένες και δεν κάναμε τίποτα επί του πρακτέου.
  • Ξέρω, δε θα έρθει η αλλαγή έτσι. Η αλλαγή θέλει αίμα και πόνο, όχι κλαπατσίμπαλα και αντίσκηνα. Από την άλλη, ο κόσμος βράζει αλλά μένει ασυντόνιστος επειδή... ξινίζει. Είτε για το αίμα είτε για τα κλαπατσίμπαλα. Κάπως πρέπει να τα βρούμε. Να τα μιλήσουμε για την επόμενη φορά, ρε παιδί μου.
  • Κι αυτά που λες. Κι ίσως να κάτσεις και να συφιλιάζεσαι καταδικάζοντάς τα πάλι όλα, αλλά υπάρχει μια περίπτωση να είσαι περισσότερο μόνος σου από τις άλλες φορές και “ψευτοεπαναστάσεις”. Θα βγουνε πιο πολλοί σήμερα. Κι αν δεν βγούνε σήμερα, θα βγούνε αύριο, που θα έρθει η συναίνεση, θα απολυθούνε και θα τους παίρνει το σπίτι η τράπεζα.
  • Με πιθανότητα που αγγίζει τη βεβαιότητα.
  • Αυτά. Πάω να αγανακτήξω. Γιατί είμαι νέα και άνεργη.
  • Και μου αρέσουν τα κλαπατσίμπαλα.

21 Απρ 2011

Ο ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΣ ΤΗΣ ΕΥΑΣ


Ο Λαβύρινθος της Εύας 




Aniline Dancetheatre - "Eva's Labyrinth" from Thanasis Tsimpinis on Vimeo.


Θεσσαλονίκη, Θέατρο Τέχνης «Ακτίς Αελίου», Χριστοπούλου 12, 
Aniline Dancetheatre - ‘Ο Λαβύρινθος της Εύας’ 

11-15/5 και
18-22/5/2011.

Έναρξη: 21.30 
Εισιτήρια: 12 Ε κανονικό, 10 Ε ομαδικό (8 άτομα και πάνω), 8 Ε φοιτητικό 

Πρόκειται για τη δεύτερη χοροθεατρική παράσταση της ομάδας Aniline Dancetheatre. 
Έξι διαφορετικοί άνθρωποι μέσα από ένα τυχαίο γεγονός παρασύρονται στη δίνη του Λαβυρίνθου. Εκεί τους περιμένει ο δικός τους Μινώταυρος. Χαμένα παπούτσια, σκιές, αναπτήρες, ήρωες, φροντισμένες μπούκλες μικρών κυριών. Υπάρχει Μίτος πέρα απ’ το Μύθο; Και τι χρώμα θα βαφτούν τα πανιά της επιστροφής; 

Ιδέα: Νατάσσα Αραμπατζή, Δανάη Τάνη 
Χορογραφία - Σκηνοθεσία: Αλέξανδρος Γκουντινάκης, Νατάσσα Αραμπατζή 
Εμφανίζονται: Αλέξανδρος Γκουντινάκης, Νατάσσα Αραμπατζή, Στέλλα Χατζηεμμανουήλ, Πένυ Ελευθεριάδου, Τέλης Ζαχαράκης, Μαριάννα Σολομωνίδου, Κωνσταντίνος Γεωργαλής 
Μουσική*: Φένια Σκλάβου, Γιάννης Λεουτσάκος, Γιώργος Ζαφειριάδης 
Κείμενα: Δανάη Τάνη 
Κοσμήματα: Νάντια Νάσρο 
Ρούχα: Bonachero, Ελένη Χασιώτη 
Φωτεισμός: Δημήτρης Κοκολινάκης 
Φωτογραφίες: Δημήτρης Μπαλάσκας 
Πληροφορίες / κρατήσεις: 2310 229 249
* Ευχαριστούμε το συγκρότημα Sleepin Pillow για την ευγενική παραχώρηση των μουσικών κομματιών“Drop the Mask” και “Motherhood” από το δίσκο “Apple on an Orange Tree”.










1 Απρ 2011

Πρωταπριλιά




Mια φορά κι ένα καιρό ζούσε σε μια χώρα μαγική μια μπιρίμπα. Αυτή η μπιρίμπα ήταν πολύ όμορφη, καθώς η φύση την είχε προικίσει με όλα τα καλά του Θεού, δηλαδή με εφτά όμορφα φύλλα τακτοποιημένα στη σειρά, όλα σπαθάκια, δίχως δυάρια ή τζόκερ. Ήταν, δηλαδή, φυσική. Η μπιρίμπα, μάλιστα, αυτή, ήταν αγόρι και την έλεγαν Μπιρίμπο.
Ο Μπιρίμπος ήταν στα καράβια και έκανε πολλά ταξίδια. Σε ένα από αυτά, πήγε στη Χώρα των Θαυμάτων κι εκεί γνώρισε κι αγάπησε μια άλλη μπιρίμπα, κι αυτή φυσική διακοσάρα.
Τα αισθήματα ήταν αμοιβαία και οι δυο μπιρίμπες έκαναν μοναχικούς περιπάτους, με το καθένα από τα εφτά φύλλα τους να κρατάει σφιχτά το άλλο.
Ένα βράδυ, όμως, εκεί που μιλούσαν χαρούμενα στο χορτάρι, η μπιρίμπα της Χώρας Των Θαυμάτων έβαλε ξαφνικά τα κλάματα.
“Γιατί κλαις αγάπη μου;” την ρώτησε ο μπιρίμπος.
“Δε βλέπεις; Είμαι μπιρίμπα στην κούπα! Είμαι η Πριγκίπισσα της Χώρας των Θαυμάτων, η μάνα μου είναι κι αυτή κούπα! Η τρομερή μπιρίμπα με την Ντάμα Κούπα! Και δε θα μας αφήσουνε να είμαστε άλλο μαζί!”

Στενοχωρήθηκε ο μπιρίμπος, μα τι να κάνει; Καθησύχασε την αγαπημένη του, αλλα όταν έμεινε μονάχος του άρχισε να σπάει το κεφάλι του να βρει λύση.
Δεν έβρισκε, όμως, και καταλυπημένος, πήρε τα εφτά φύλλα του και πήγε στο καπηλειό. Ποτήρι το ποτήρι, άρχισε να λέει τον πόνο του στο διπλανό του. Ήταν αλλήθωρος και χαζούλης και λειψός, μόνο μια τριάδα από φύλλα, ένα ζευγάρι κι ένα τζόκερ. Συμπαθήθηκαν, όμως, και τακιμιάσανε, γιατί ήτανε κι αυτός σπαθάκι. Κι ενώ ο μπιρίμπος μας ήταν μια φυσική διακοσάρα από σπαθάκια από άσο μέχρι οχτώ, ο φίλος του ήταν εφτά-τζόκερ-πέντε.

“Θα σου πω εγώ πώς να κερδίσεις την πριγκίπισσά σου”, είπε ο Τρελός Τριάδης. "Θα αφήσεις και μένα να ρθω μαζί σου, να βρούμε και τα υπόλοιπα σπαθάκια και να γίνουμε μια μεγαλύτερη μπιρίμπα. Κι έτσι θα γενείς αντρειωμένος και δυνατός και θα πάρουμε την καλή σου."
Και ο μπιρίμπος μας συμφώνησε κι ενώθηκαν.

Την άλλη μέρα, ο μπιρίμπος σηκώθηκε και πήγε στο παλάτι να ζητήσει το χέρι της πριγκίπισσας Διακοσάρας της Κούπας. Η μαμά της, όμως, η περήφανη Χιλιάρα Της Κούπας, αυτή που είχε μέσα την κακιά Ντάμα Κούπα, αρνήθηκε κατηγορηματικά.
“Να δώσω εγώ την κόρη μου σε έναν παρακατιανό; Ποτέ! Κι όχι μόνο αυτό, αλλά με τον Τρελό Τριάδη που πήγες κι έμπλεξες έγινες απλός, φτωχός κατοστάρης! Δεν είσαι αντάξιος της Διακοσάρας μου!”
Κι ο Μπιρίμπος έφυγε με το κεφάλι κάτω κι έκλαιγε την τύχη του στα καπηλειά.

Ο Τρελός Τριάδης, όμως, δεν μπορούσε να ησυχάσει. Έτσι, μια μέρα που ο Μπιρίμπος ήπιε πολύ κι έπεσε τάβλα κάτω, σηκώθηκε αθόρυβα και πήγε και μάζεψε κρυφά τους άλλους τρεις Τζόκερ της τράπουλας και άρχισαν να ξετυλίγουν τα μυστικά τους σχέδια.

Την επόμενη μέρα ήταν Πρωταπριλιά. Ο Τζόκερ, ενωμένος πάλι με το φίλο του, του είπε: “Τι όμορφη μερα έχει σήμερα! Πάμε στην πλατεία; Να σε δει λίγο κι ο ήλιος, να σου περάσει και το χανγκόβερ.”

Πήγε να διαμαρτυρηθει ο Μπιρίμπος, δεν ηθελε να δει χαρτί (όπως εμείς δε θέλουμε να βλέπουμε άνθρωπο όταν είμαστε στενοχωρημένοι), αλλά ήταν τόσο αδύναμος από τη μεθύσι που δεν μπόρεσε να αντισταθεί στο τραβολόγημα του φίλου του. Έτσι, με τούτα και με 'κείνα και με πολλές τσιριμόνιες, πήγαν στην πλατεία.

Κι εκεί είδαν όλα τα υπόλοιπα ανένταχτα χαρτιά της Τράπουλας. Σπαθάκια, καρουδάκια, μπαστουνάκια, κουπίτσες... Και τους άλλους τρεις Τρελούς.

“Ακούσατε, ακούσατε!” έβγαλε δυνατά φωνή ο Τρελός του Μπιρίμπου: “Είμαστε μια μπιρίμπα, απλή κατοστάρα αλλά τίμια κι έχουμε αισθήματα αγνά! Το λοιπόν, αγαπήσαμε την πριγκίπισσα Διακοσάρα της Κούπας, αλλά η μάνα της, η φοβερή τύραννος Χιλιάρα Της Κούπας, δε μας τηνε δίνει! Θα μας βοηθήσετε;”

Άλλο που δεν ήθελαν τα Ανένταχτα Τραπουλόχαρτα. Είχαν στενάξει τόσα χρόνια κάτω από το ζυγό της Βασίλισσας, που δεν τα άφηνε ούτε τριαδούλα να κάνουν. Έτσι ξεκίνησαν να κάνουν πορεία για να φτάσουν ως το παλάτι.

Και μόλις έφτασαν, ξεχώρισαν αρκετά φύλλα με σπαθάκια, πλησίασαν τον Μπιρίμπο. Πρώτο μίλησε το Δύο:
“Ιερός είναι ο σκοπός σου. Εγώ, το Δύο, έρχομαι μαζί σου.”
“Είσαι πολύ καλό, Δύο Σπαθί!” είπε ο Μπιρίμπος. Κι από τότε το Δύο Σπαθί το λένε “Το Δύο το Καλό”.

Κι ενώθηκαν όλα τα χαρτιά μαζί του και ο Τζόκερ τους αποχαιρέτησε (γιατί είχε κι άλλα χαρτιά να βοηθήσει) κι έβαλε το Έξι Σπαθί στη θέση του. Κι έτσι ο Μπιρίμπος μας, με τη δύναμη της αλληλεγγύης, έγινε ο Χιλιάρας των Σπαθιών και έτσι, τρανός και ξακουστός, μπούκαρε στο παλάτι, νίκησε την βασίλισσα και πήρε την πριγκίπισσα.

Οι δυο μπιρίμπες παντρεύτηκαν κι έκαναν πολλά μπιριμπάκια και ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

Κι από τότε, στο βασίλειο της Χωρας των Θαυμάτων, κάθε Πρωταπριλιά είναι εθνική εορτή και γίνεται η Παρέλαση των Τρελών.

Κι αυτό το έθιμο, μέσω ενός κοριτσιού που λέγεται Αλίκη, ήρθε κάποτε στη χώρα των ανθρώπων. Όμως η Αλίκη νόμιζε πως ήταν σε όνειρο και δεν είπε ποτέ της αυτή την ιστορία. Έτσι, οι άνθρωποι νομίζουν πως την Πρωταπριλιά πρέπει να λένε μόνο ψέματα, δίχως, όμως να ξέρουν πόσο σημαντικό είναι να κάνεις καμιά φορά ανοησίες, ούτε τι σημαίνει το να είσαι πραγματικά ένας Ανόητος.




Αφιερωμένο στην οικογένεια μου, που παίζουμε ευλαβικά μπιρίμπα κάθε βράδυ. Στην Άντα, για να σταματήσει να φοβάται τα ...μπιριμπάκια. 
Και σε όλους τους Ανόητους του κόσμου, πολλοί από τους οποίους είναι φίλοι μου.















31 Μαρ 2011

Το Περβόλι





Μια φορά κι έναν καιρό γεννήθηκε ένα τραγούδι. Ήταν, λένε, Ριζίτικο της Κρήτης. Αυτό το πήρε ένα πανεπιστήμιο, το έκαμε χορωδιακό, χωρίς όργανα (η συγγραφέας, δυστυχώς, δεν ξέρει λεπτομέρειες, δεν είναι επιστήμονας, απο δω κι απο κει μάζεψε κομμάτια της ιστορίας, εξάλλου δε χωρά επιστήμη στα παραμύθια) κι αγάπησε μια κοπέλα που την έλεγαν Ματίνα.

Η Ματίνα ήταν εικοσιένα κι έμοιαζε με ξωτικό. Είχε καστανόξανθα μαλλιά που έφταναν ως τη μέση της και φορύσε μακριά, πολύχρωμα φορέματα. Είχε ένα πρόσωπο λίγο αυθάδικο και περιπαικτικό, όπως έχουν όλα τα ξωτικά. Η Ματίνα αγαπούσε πολύ τη μουσική κι ερωτεύτηκε κι αυτή το τραγούδι.

Τα ξωτικά, όμως, δεν μπορούν να φάνε από τις σκανταλιές και τα δάση. Η Ματίνα έπρεπε να φάει. Οπότε, ντύθηκε άνθρωπος και βρήκε δουλειά σε ένα ωδείο. Θα δούλευε με παιδάκια και θα τους μάθαινε παραδοσιακά τραγούδια.

Τους έμαθε πολλά τραγούδια μέχρι να τους παρουσιάσει τον διαλεχτό της, το “Περβόλι": το “Παντρεύουνε τον Κάβουρα”, τον “Τσιρτσιλιάγκο”, το “Πιδί μ' σαν θελ΄τς να παντριφτίς”. Τα παιδιά είχαν ήδη εξασκήσει αρκετά τη φωνή τους – όλα τα παραδοσιακά είναι πολύ δύσκολα να τα πεις, έχουν γυρίσματα εκεί που θαρρείς πως είναι ισιάδα, σε πάνε και σε φέρνουνε, κι ουαί κι αλίμονό σου αν κάνεις φαλτσαδούρα. Θα τα σκοτώσεις. Και το Περβόλι, όσο όμορφο ήτανε, άλλη τόση δυσκολία είχε.

Το πήραν τα παιδάκια κι ευθύς άρχισαν να το μελετάνε. Παρά τη δυσκολία του, ήτανε πιο όμορφο από τα άλλα τραγούδια. Ακόμα κι αυτά το καταλάβαιναν, ένιωθαν ότι είχε κάτι ξεχωριστό. Ήταν πολύ μικρά, όμως, για να καταλάβουν από έρωτα ακόμα. Εδω δεν είχαν καλά-καλά καταλάβει ότι η δασκάλα τους ήταν ανεράιδα.

Όχι πως κι αυτή τα βοηθούσε πολύ. Συνέχεια τα πείραζε και τα μάλωνε:
-Μαρία, πιο ψηλά!
-Ζωίτσα, πιο χαμηλά!
-Ορέστη, παίρνε σωστές αναπνοές!
-Δανάη, μη ρυτιδιάζεις!

Κι έσκαγαν τα παιδάκια να πολεμήσουν το φάλτσο, τις αναπνοές, τα ρυτιδιάσματα. Ίδρωναν, ξεϊδρωναν, αγκομαχούσανε, παλεύανε.

Στο τέλος το βγάλανε.

Βγήκαν στη συναυλία και το είπανε. Η συναυλία δεν είχε όργανα, ήτανε μόνα τους, καμιά εικοσαριά στόματα. Το τραγούδι όμως βγήκε σαν να το ξεστόμιζε ενα, σαν να 'βραζε η γης και να 'τρεμε κι έκανε ένα ΜΠΑΦ! και ξεπήδησε μια πηγούλα γάργαρη, κελαρυστή, γεμάτη ζωή.

Κι όσοι μεγάλοι ήταν εκεί, δάκρυσαν.

Τα παιδάκια δεν κατάλαβαν γιατί δάκρυσαν οι μεγάλοι· δεν τους είχαν συνηθίσει να κάνουν τέτοια καμώματα και ένιωσαν άβολα. Μετά τη συναυλία πήρε το καθένα τους γονείς από το χέρι και τους πήγε βόλτα. Ένιωθαν ανακουφισμένα γιατί η συναυλία είχε τελειώσει και η περίεργη κυρία Ματίνα δε θα τα πείραζε άλλο, μιας και είχε τελειώσει η χρονιά.

Ήρθε ο Σεπτέμβρης και τα παιδιά αποφάσισαν πως δε θέλουν άλλα παραδοσιακά τραγούδια. Άρχισαν να κάνουν άλλα πράγματα. Ο χρόνος πέρασε και μεγάλωσαν χωρίς καλά-καλά να το καταλάβουν. Σιγά-σιγά έγιναν κι αυτοί μεγάλοι.

Μια μέρα ένα από αυτά τα παιδιά έψαχνε τραγούδια στο youtube. Ήξερε ότι εκεί ζουν άναρχα πολλά τραγούδια και σε περιμένουν να τα ανακαλύψεις. Τραγούδι στο τραγούδι, το παιδί έπεσε πάνω στο Περβόλι.

Στην αρχή ένιωσε ένα πόνο στο λαρύγγι, ένα φάλτσο, ένα ρυτίδιασμα. Αλλά τα έδιωξε γρήγορα· ήταν πια, βλέπετε, μεγάλο. Πάτησε το “play” και το παιδί κατάλαβε γιατί είχαν δακρύσει τότε στη συναυλία οι μεγάλοι.

Και άφησε την τρυφερότητα να του σκουπίσει τα μάτια.


Για ειδές περβόλι όμορφο,
για ειδές κατάκρυα βρύση, στο περβόλι μας
στ' ώριο περβόλι μας, τ' όμορφο.

Κι όσα δεντρά έπεψεν ο Θιός
όλα είναι φυτεμένα, στο περιβόλι μας
στο ώριο περβόλι μας, τ' όμορφο.

Κι' όσα πουλιά έπεψεν ο θιός
μέσα 'ναι φωλεμένα στο περιβόλι
μας
στ' ώριο περβόλι μας, τ' όμορφο.

Μέσα σ’ εκείνα τα πουλιά
ευρέθ’ ένα παγώνι
ω το παγώνι μας τ' όμορφο
και χτίζει τη φωλίτσαν του
σε μιάς μηλιάς κλωνάρι,
στο περβόλι μας,
στ’ ώριο περβόλι μας τ’ όμορφο.


(Όσο για την κυρία Ματίνα, κανείς δεν ξέρει τι απέγινε. Το παιδί δεν μπόρεσε να την βρει στο άναρχο κυκεώνα πληροφοριών που λέγεται Internet. Καλύτερα, γιατί τα ξωτικά δεν μπορούνε να στριμωχτούνε σε bits και bytes. Φαντάζεται, όμως, ότι μετά εκείνη τη συναυλία το Περβόλι μεταμορφώθηκε σε έναν πανέμορφο νέο και χάθηκαν μαζί από ανθρώπων μάτια.)









29 Μαρ 2011

Φάκελος: Παλιά παιδικά




ΠΡΟΣΟΧΗ: Αυτό το post θα το απολαύσετε μόνο αν πληρείτε δύο πρϋποθέσεις: 1. Έχετε γεννηθεί πριν το 1989. και 2: Είστε κορίτσι, καθώς τα αγόρια, κάτι τέτοια παιδικά τα θεωρούσαν “κοριτσίστικα”. Εκτός αν δεν ήσασταν ποτέ τόσο κομπλέξι και πρήχτης, οπότε, καλοδεχούμενος.

Περίεργο πρωινό το σημερινό. Ξύπνησα ορεξάτη και άρχισα να ψάχνω παλιά animations για το άλλο μου μπλογκ (ένα από τα πολλά, τελοσπάντων), το A Tale Per Night. Link στο link έπεσα πάνω στον Καρυοθραύστη του 1973 και θυμήθηκα τα παιδικάτα μου, που πήγαινα στο σπίτι της θείας μου και μας έβαζε να βλέπουμε βιντεοκασέτες με την ξαδέρφη μου και λιώναμε. Τα αγόρια άλλοτε ήταν μαζί μας κι άλλοτε όχι, και καλύτερα καμιά φορά γιατί μας ζάλιζαν τον έρωτα (μα δεν μπορώ να καταλάβω γιατί να μη θέλει ένα αγόρι να δει το Μικρό Πόνυ!)

Μην τα πολυλογώ. Το σεντούκι της νοσταλγίας άνοιξε για τα καλά οπότε έχουμε και λέμε:


Η ΛΙΜΝΗ ΤΩΝ ΚΥΚΝΩΝ


Πρίγκηψ ερωτεύεται ξανθομαλλούσα δεσποσύνη, την οποία όμως έχει ερωτευτέι ένας κακός μάγος και την έχει κάνει κύκνο επειδή δεν του κάθεται. Με τη σειρά του ο μάγος βάζει την κακιά του κόρη (η οποία μοιάζει πολύ με την ξανθομαλλούσα και εχμ...τώρα που το σκέφτομαι, δεν είναι λίγο ανώμαλο να είναι ερωτευμένος ο μάγος με μια που μοιάζει με την κόρη του; Τελος πάντων.) Ο πρίγκηψ στην αρχή πλανεύεται από την Οντίλ, αλλά ευτυχώς συνέρχεται πριν πέσει κέρατο και της ρίχνει χυλόπιτα, σώζει την καλή του και τα σκιουράκια χαίρονται.
Το απόλυτο χιτάκι-anime που έκανε τις καρδιές των μικρών κοριτσιών να σπαράζουν από πόνο, ελπίδα και μαγεία. Μας έμπασε από μικρές στη μουσική του Τσαϊκόφσκι και μαλώναμε ποια θα παίξει την Οντέτ και ποια την Οντίλ. Η ξαδέρφη μου πάντα έπαιζε Οντέτ, αλλά ποτέ Οντίλ και μου 'σπαγε τα νεύρα, γιατί ήθελα κι εγώ να παίξω την καλή μια φορά, έτσι για αλλαγή. Στο τέλος είδα κι απόειδα κι έπαιξα τη μικρή σκιουρίνα και μείναμε χωρίς Οντίλ.

Random thing που μου 'μεινε: Ο Ρόθμπαρτ που ροχάλιζε και έβγαινε από τη μύτη του μια φούσκα (μπλιαχ).



ΤΟ ΔΑΣΟΣ ΤΩΝ ΚΥΚΝΩΝ


Έτερο χιτάκι-anime, αλλά από αυτά που τα ξεχνάς μπροστά στα άλλα, τα πιο μεγαλειώδη (όπως η Λίμνη των Κύκνων) και όταν τα ξαναβρείς συγκινείσαι σαν να 'σαι σχετικά άγνωστος ηθοποιός και και σου δίνουν ξαφνικά το Όσκαρ. Η πλοκή έχει ως εξής: Βασιλεύς παντρεύεται μάγισσα, η οποία μεταμορφώνει τα παιδιά του από προηγούμενο γάμο σε κύκνους επειδή τα ζηλεύει. Τη γλιτώνει παρατρίχα η μοναχοκόρη του Βασιλιά, η οποία, για να λύσει τα μάγια, πρέπει να τους φτιάξει πουκάμισα από τσουκνίδες κι όσο τα φτιάχνει, να μη βγαίνει μιλιά. Στη διάρκεια αυτής της διαδικασίας την παντρεύεται ένας πρίγκηπας, ο οποίος, όμως, είναι λίγο άνιωθος κι ανασφαλής, γιατί της ζαλίζει τον έρωτα επειδή δε μιλάει (ναι, ηλίθιε, είναι μουγκή επειδή κωλώνει να σου πει ότι σ'αγαπάει, όχι επειδή έχει να λύσει ένα ξόρκι!). Τέλος πάντων, μουγκή-ξεμουγκή, η νεαρά λύνει τα μάγια, ανεβάζει το self-esteem του δικού της και τέλος καλό, όλα καλά, με εξαίρεση το ένα φτερό που έμεινε ενθύμιο στο μικρό της αδερφό και το ότι δεν έμεινε τσουκνίδα ούτε για δείγμα να την κάνουν σαλάτα στο παλάτι.


Random thing που μου 'μεινε: Το νήμα της πρώτης βασίλισσας, ο μοναδικός τρόπος για να βρει κανείς πού ζούσαν τα παιδιά του βασιλιά μέσα στο δάσος, το οποίο έκανε γκελ και ακουγόταν ένας ήχος πολύ ψυχεδελικός, λες κι ήταν κλεισμένοι μέσα ο Jean-Michel Jarre με τον Brian Eno.


ΟΙ ΔΩΔΕΚΑ ΜΗΝΕΣ:


Δε θυμάμαι πολλά για αυτό και δε θέλω να το δω πριν γράψω το ποστ, όπως και τα υπόλοιπα, για να μη χαλάσω τις παιδικές μου αναμνήσεις. Από ό,τι θυμάμαι, σε αυτό το anime είναι μια πιτσιρίκα, η Άνια, που η κακομαθημένη βασίλισσα της χώρας την έστειλε να βρει χιονολούλουδο κι η Άνια έκλαιγε και κρύωνε κι έψαχνε ώσπου συνάντησε τους Δώδεκα Μήνες. Αχ, καημένη Άνια, ας διάβαζες λίγο Ντέιβιντ Άικ να δεις ότι η βασίλισσα έχει ερπετικό DNA και μετά να μπεις στους Anonymous! Θα γλίτωνες πολλά βάσανα.

Random Thing που μου 'μεινε: Ο Δεκέμβρης. Τι τεκνάκι που ήταν ο Δεκέμβρης! Ήθελα να τα φτιάξουν με την Άνια, άλλο μάλλον αυτή η ταινία δεν είχε έρωτες μέσα. Καλύτερα. Μπορεί να της έβγαινε και πάγος στο κρεβάτι.



ΟΥΓΓΑΡΕΖΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ



Αυτά τα έβλεπα γύρω στη Δ-Ε Δημοτικού στην ΕΤ2 παρέα με τον αδερφό μου (ναι, είναι πιο γιούνισεξ αυτό το παιδικό) και μας άρεσαν πολύ. Δεν ξέραμε πώς λεγόταν η σειρά και την είχαμε βγάλει "Τα Καλά Παραμυθάκια". Μόλις τύχαινε κι ακούγαμε αυτή τη χαρακτηριστική μελωδία των τίτλων έναρξης, κάναμε takeover τον καναπέ και δεν αφήναμε κανένα να βγάλει κιχ.


Random Thing που μου 'μεινε: το υπέροχο animation. Από τα πιο όμορφα που έχω δει. Επίσης, η μουσική των τίτλων αρχής, που σύντομα θα την κατεβάσω σε mp3 και θα την κάνω ringtone.




ΑΛΚΗΣΤΙΣ ΚΑΙ ΑΔΜΗΤΟΣ


Ρωσικό animation που εξιστορεί τον ομώνυμο μύθο.


Random Thing που μου 'μεινε: Το παράξενο στιλ του animation. Επίσης, για κάποιο λόγο, που φαινόταν ότι διαπνεόταν από έναν έντονο ερωτισμό, ειδικά όταν τον περίμενε η Άλκηστις, με τα θλιμμένα μάτια και το πέπλο που λικνιζόταν στον αέρα, λες και, ρε παιδί μου, αυτοί έκαναν όλο σεξ (και δε θυμάμαι αν ηξέρα τότε ακριβώς τι ήταν το σεξ, αλλά τελοσπάντων, λες κι αγαπιόντουσαν υπερβολικά)




Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΥΛΙ



Αυτό το έπαιζε πάλι η ΕΤ2 κάτι άκυρα απογεύματα, μάλλον για να γεμίσει το πρόγραμμα. Δε θυμάμαι σχεδόν τίποτα από πλοκή, αλλά με είχε σκλαβώσει το animation.

Random thing που μου 'μεινε: η μύτη του βασιλιά. Για κάποιο λόγο ήθελα να τον πλακώσω στις σφαλιάρες.


ΤΑΡΟ, Ο ΓΙΟΣ ΤΗΣ ΔΡΑΚΑΙΝΑΣ



Δε νοείται να είσαι Βορειοελλαδίτης και να μην έχεις δει τουλάχιστον 9000 φορές τον Τάρο, το Γιο της Δράκαινας. Την πλοκή δεν την θυμάμαι ακριβώς, αλλά νομίζω ότι μας έχει σβηστεί από τη μνήμη για ευνόητους λόγους. Δείτε αμέσως παρακάτω:

Random thing που μου 'μεινε: Η γριά που της φαινόταν το βυζί (παιδικό τραύμα #1). Η μάνα του Τάρο που ήταν δράκαινα και πέθανε (παιδικό τραύμα #2) και λύθηκαν τα μάγια και ξανάγινε η μαμά του Τάρο. Η γυμνή μαμά του Τάρο (παιδικό τραύμα #3), την οποία εκείνος έτρεξε κι αγκάλιασε. Σφιχτά. (παιδικό τραύμα #4) .




Αυτό το ποστ είναι αφιερωμένο στον αδερφό μου και στα ξαδέρφια μου, που λιώναμε μικρά με αυτά τα παιδικά.


Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...