Είναι ένας δρόμος που αν ήταν τραγούδι
θα 'βγαινε όλο μια στριγκλιά
ένα βογγητό καλύτερα,
μακρύ, συρτό, σαν να 'πεσε
το βάρος του κόσμου
πάνω του
σαν παλιό λεωφορείο
που αγωνίζεται
ν' ανέβει μιαν ανηφόρα
φορτωμένο νυσταλέους επιβάτες
που αργοπεθαίνουν
αγκομαχώντας
περνώντας από γκαράζ και βενζινάδικα
μαγαζιά με οικοδομικά υλικά
καταγώγια και κωλόμπαρα
πορνεία
με πουτάνες που δεν ενέπνευσαν ποτέ
κανένα συγγραφέα
μόνο κάτι τελειωμένους
που πέφτουν πάνω τους
σαν τα γουρούνια
αγκομαχώντας
κι εκείνες ονειρεύονται
ότι τους πέφτουνε
μαλλιά και δόντια
απο τις βότκες
και όταν θυμούνται
(άραγε τι;)
αφήνουν έναν αναστεναγμό
αγκομαχώντας
και οι ξεριζωμένοι ξένοι
που ήρθαν εδώ τάχα για καλύτερα
και τα πρεζάκια
που τελειώνουν στα πλατύσκαλα
κι ακόμα ψάχνουν στον ουρανό τ' αστέρια
έτσι είναι όλη η Λιοσίων
και τραγουδάει
μια στριγκλιά
-όλη κι όλη-
από κλάμα και των δοντιών
το τρίξιμο
σαν κόλαση
από σπασμένα όνειρα
που μπαίνουν γυαλιά στα πόδια
Κι εσύ φοβάσαι μη σε σφάξουνε
ενώ ψάχνεις τα κλειδιά σου
στην εξώπορτα
και φοβάσαι για τη ζωή σου
(ενώ πεθαίνεις ήδη)
αγκομαχώντας
1 σχόλιο:
Μπράβο Πούκα.
Δεν υπάρχουν χαχανητά ούτε μολότοφ χρυσόσκονης σε αυτό το ποστ.
Δημοσίευση σχολίου