Έχω
καιρό να γράψω. Στην αρχή το απέδωσα
στους καινούριους ρυθμούς της ζωής μου
(μπήκα με τα καλά στο βιοπορισμό και
στην “ενηλικίωση”) οι οποίοι είναι
πλήρως απαιτητικοί και στην ουσία το
μόνο που έχω είναι μια Κυριακή. Παρατήρησα,
όμως, ότι δεν έγραφα ούτε την Κυριακή.
Ένιωθα πως δεν είχα κάτι να πω. Κάποιοι
λένε ότι η γραφή και η τέχνη θέλουν
ταραχή, σύγκρουση και πάλεμα. Ότι
δημιουργείς μόνο όταν είσαι δυστυχισμένος.
Και ο λιγοστός χρόνος που είχα δεν μου
επέτρεπε παλέματα και υπαρξιακά.
Ή
και όχι. Πόσοι συγγραφείς υπάρχουν;
Είναι όλοι τους δυστυχισμένοι; Αμφιβάλλω.
Πολλοί μάλιστα είναι ευτυχισμένοι και
τρίβουν τα χέρια τους επειδή βγάζουν
λεφτά από αυτό. Ή είναι ευτυχισμένοι
επειδή απλά γράφουν.
Κι
από την άλλη, υπήρξαν στιγμές που ένιωσα
δυστυχισμένη, πραγματικά δυστυχισμένη,
και πάλι δεν έγραψα.
Ίσως
ήταν αντίδραση του συστήματός μου, που
έλεγα μια ζωή ότι θέλω να γίνω συγγραφέας,
αλλά κάπως έπρεπε να ζήσω κι έτσι δεν
έγινα. Χμ.
Να
τώρα, πάλι κολλάω. Και μου λείπουν οι
ιστορίες. Ξέρεις τι γίνεται, όμως, με
τις ιστορίες. Αν θες να είναι καλές, θα
πρέπει να τις κλωτσήσεις από σένα, να
μη βάζεις παντού τον εαυτό σου. Και για
να το κάνεις αυτό, θα πρέπει να βγεις
από τον εαυτό σου. Το οποίο θέλει κότσια. Αλλά για να βγεις, θα πρέπει πρώτα
να έχεις μπει. Κι όταν δεν ξέρεις τι σου
γίνεται, πώς θα γίνει όλη αυτή η διεργασία;
Δεν
προλαβαίνω. Ο χρόνος είναι φίλος μας
λένε οι φίλοι μου. Το πιστεύω για πράγματα
που φωλιάζουν μέσα σου και τα συνειδητοποιείς
εν καιρώ. Αλλά για τα άλλα, τα μικρά, τι
γίνεται; Για το μαγείρεμα και το καθάρισμα
και όλο το maintenance; Όταν
σχολάς 9 και 10 το βράδυ δεν υπάρχει τίποτα
από όλα αυτά, πόσο μάλλον το γράψιμο.
Πολυτέλειες.
Κι
ίσως κάπου μέσα σου να έχεις γίνει κι
εσύ μηχανάκι.
Κι
ίσως τις Κυριακές που κάθεσαι λίγο, να
βλέπεις το μηχανάκι που έγινες και να
λες “εγώ δεν ήμουν έτσι” και να σε
πιάνει το παράπονο.
Όταν
περάσουν πολλές Κυριακές, το παράπονο
έχει γίνει πια κόμπος. Θα γυρίσεις στις
παλιές σου συνήθειες, ίσως όχι τόσο
έξαλλα πια, κουράστηκες με τα άκρα, και
θα αποφασίσεις να μαυρίσεις την άσπρη
οθόνη.
Ίσως
να νιώσεις και τύψεις γιατί γράφεις
πάλι για σένα, παρηγορείσαι όμως με το
placebo του ότι είναι απλά
ένα σκαλοπάτι για να φτάσεις στις
ιστορίες.
Συνειδητοποιείς
ότι τόσο καιρό δεν κοιμόσουν, αλλά
ζυμωνόσουν σαν την μπίρα στο βαρέλι,
ένωθες πράγματα αλλά δεν ήξερες τι
ακριβώς είναι και τρομάζεις, γιατί πάντα
ήξερες τι ένιωθες.
Ή
και όχι.
Το
χειρότερο; Συνειδητοποιείς ότι όλη σου
η ζωή έχει αλλάξει.
Ή
μήπως, το καλύτερο;
Και
τι θα πει, τελικά, χειρότερο και καλύτερο;
Αντιφάσεις,
παντού. Στο μανιχαϊστικό κόσμο που ζούμε
μάς γέμισαν με τα αντίθετα. Καλό και
κακό, φως και σκοτάδι, δίκαιο και άδικο,
άσπρο και μαύρο, άντρας και γυναίκα. Μας
είπαν – και δεχτήκαμε, γιατί είναι πιο
εύκολο, μάλλον – ότι όλα είναι μια
σύγκρουση κι εσύ πρέπει να επιλέξεις
την πλευρά σου. Δε θα υπήρχαν έτσι
αντιφάσεις, είπαν – και το δεχτήκαμε.
Το
δυισμό αυτό τον αμφισβητώ και τον
αποκρούω ως ουσία αβάσιμο. Τα πράγματα
είναι απλώς αυτά που είναι. Η ζωή σου
είναι αυτή που θέλεις να είναι. Αν θέλεις
να είσαι άντρας, είσαι άντρας. Αλλιώς
μπορείς να γίνεις γυναίκα. Θα πρέπει
να γίνεις γυναίκα,
γιατί έτσι θα είσαι καλά.
Θα
σε αφήσουν, όμως;
Οι
αντιφάσεις είναι πηγή δυστυχίας. Γεμίσαμε
υποκριτές και ανθρώπους που πληγώνουν
ο ένας τον άλλον και πάνω από όλα τον
εαυτό τους. Παράδειγμα: Η σεξουαλικότητα
είναι διάχυτη παντού αλλά η πλειοψηφία
των ανθρώπων είναι ουσιαστικά αγάμητη.
Αν γαμιόμασταν σωστά, δε θα είχαμε αυτό
το βομβαρδισμό από σεξ.
Και
πάλι έπεσα στην παγίδα. Στην προηγούμενη
φράση χρησιμοποίησα τη λέξη “σωστά”.
Τι είναι το σωστό και τι το λάθος; Δεκτό,
έχουμε κάνει όλοι μας μια σύμβαση και
βάλαμε όρους και ποινικές ρήτρες. Αυτό
είναι σωστό, κάν'το. Το άλλο λάθος, τζιζ.
Αυτή τη σύμβαση την ονομάσαμε
πραγματικότητα. Και ότι παίρνουμε, το
δίνουμε πίσω με τόκο από το πνευματικό
και ψυχικό μας απόθεμα, μέχρι να γεράσουμε
και να μας ξεράσει, υπάκουους, ευγνώμονες
και δυστυχισμένους.
Κι
από τότε που άνθρωποι άρχισαν να φτιάχνουν
κοινωνίες, ονειρεύτηκαν τις ουτοπίες,
οι οποίες δεν υπάρχουν. Άραγε θα υπάρξουν
ποτέ; Για να υπάρξουν, θα πρέπει ο άνθρωπος
να βγει από τον εαυτό του. Να μην κοιτάει
το περισσότερο. Να πατάξει, με άλλα
λόγια, την πλεονεξία του. Είναι όμως η
πλεονεξία μας αυτή κάτι που μας
καλλιεργήθηκε από τον τρόπο ζωής μας ή
το έχουμε έμφυτο ως είδος; Αν η πρώτη
απάντηση είναι καταφατική, ίσως να
υπάρχει ελπίδα. Αν είναι η δεύτερη,
συγγνώμη, είμαστε ο πιο αδύναμος κρίκος.
Οι
Μινωίτες είχανε γραφή. Ό,τι γραπτό έχουμε
από αυτούς, όμως, είναι μόνο κάτι πινακίδες
για την κατανομή του πλούτου. Λογοτεχνία
μηδέν. Πώς γίνεται αυτός ο λαός ο
μεσογειακός, με το κρασί του, τους χορούς
του, την τόσο έντονη δίψα για ζωή, να μην
άφησε τίποτα γραπτό που να την δοξάζει,
όταν οι Σουμέριοι μας έχουν αφήσει τα
θαυμάσια τραγούδια των ιερογαμιών τους;
Μήπως άραγε ήταν κουτοί, ή τεμπέληδες;
Ίσως
όχι. Ίσως απλά να μην έγραφαν γιατί δεν
είχαν ανάγκη να γράψουν. Ίσως να ζούσαν
τόσο τη ζωή που να τους φαινόταν περίεργο
να διαθέσουν χρόνο για να ορνιθοσκαλίσουν
ένα κομμάτι πηλό ή μία περγαμηνή. Ίσως
να μην ζούσαν σε μια κοινωνία συγκρούσεων.
Πάντως
φαίνεται ότι δεν είχαν τη σύγκρουση της
υλικής πραγματικότητας με την εσωτερική.
Όσα έχουμε μαρτυρούν ότι κάθε τους
καθημερινή πράξη, ακριβώς επειδή ο
τρόπος ζωής τους ήταν κοντά στη φύση,
είχε κάτι το ιερό, αφού το ιερό τους ήταν
η φύση. Οι ναοί τους, απλά κτίσματα. Τα
ανάκτορα, προσιτά σε όλους. Τα μυστήρια,
ανοιχτά για όλους. Δεν υπήρχε, από ό,τι
φαίνεται, χώρος για παραφωνία. Η τέχνη
τους ήταν καθαρά υλική και χειροπιαστή.
Και στα ευρήματα, από ό,τι φαίνεται, δε
βρέθηκαν παράστασει που να απεικονίζουν
σεξ. Γιατί; Γιατί το είχαν δεχθεί μάλλον
ως κάτι απόλυτα φυσικό (παρόλο που δε
θα μάθουμε ποτέ ίσως αν και τι κανόνες
είχανε θέσει ως προς τη σεξουαλικότητα),
ώστε να μην έχουν ανάγκη να το απεικονίσουν.
Χρειαζόμαστε,
άραγε τις συγκρούσεις; Αν όχι, πώς θα
τις πατάξουμε και πώς θα καταργήσουμε
τις αξιολογικές έννοιες; Και αν πάλι
τις χρειαζόμαστε, είναι όλες οι έννοιες
ωφέλιμες; Ποιες θα κρατήσουμε, ποιες θα
πετάξουμε, και πώς θα αποφασιστεί αυτό;
6 σχόλια:
Δεν είσαι η μόνη με αυτές τις ανησυχίες! Και εντωμεταξύ τα χρόνια περνάνε και εμείς δεν το καταλαβαίνουμε όπως το καταλαβαίναμε κάποτε...
Αυτό ξαναπές το! Πότε πέρασε ο καιρός ούτε που το κατάλαβα, νιώθω ότι ειμαι σε fast forward!
(πού χάθηκες εσύ; γραφεις καθόλου;)
Είναι κλισέ να απαντάει ο καλλιτέχνης στον καλλιτέχνη με... τέχνη, αλλά κάποια πράγματα τα γράφει κανείς μια φορά και τα κρατάει για τις κατάλληλες στιγμές. Δεν είναι κάθε μέρα, μέρα έμπνευσης εξάλλου. Πάρε αυτό, από εμένα με αγάπη.
Στην άκρη ο φόβος
Μια αρμαθιά μπύρες
λίγη παρέα και χορτάρι
του καλού Θεού το πράγμα
Μια ήρεμη στιγμή
λίγες ώρες χαλάρωσης
η θύελλα πλησιάζει
Κάθε μέρα πιο τρελός
πιο πλούσιος μέσα σου
στην άκρη της ψυχής ο φόβος
Ρε πάρε τ απάνω σου!
Όσο μεγαλώνω, τόσο περισσότερο νιώθω στο πετσί μου την ταχύτητα του χρόνου.
Κάποτε δεν το παρατηρούσα, επειδή δεν με ένοιαζε. Υπήρχε μόνο το παιχνίδι και η αφέλεια.
Το μονοπάτι της ενηλικίωσης είναι τραχύ (...)
Για μένα, ό,τι κάνεις, έστω και λίγο να σου αρέσει, είναι το προτιμητέο.
Προτιμότερο από το να μην κάνεις τίποτα και να σκέφτεσαι όλα ετούτα επί χίλια, στο μυαλό σου. Και ξέρεις, μετά ακολουθούν και άλλες μαύρες σκέψεις...
Κάνε ό,τι σε κάνει να νιώθεις ζωντανός και δες την εργασία απλά ως μέσο να πετύχεις κάποια πράγματα. Δεν γίνεται αλλιώς. Δεν θα την παλεύεις αλλιώς.
μπα... δεν γραφω... δυστυχώς... και ο λόγος είναι οι λόγοι που ανέφερες εσύ!!!
Δημοσίευση σχολίου