15 Σεπ 2009

To τέλος της Αθωότητας

(Όλα ξεκίνησαν από εδώ.)

Τετάρτη πρωί, ξύπνησα νωρίς όλως τυχαίως, γιορτάζοντας το γεγονός ότι είναι η πρώτη μέρα μετά από ένα εξαντλητικό τριήμερο που ΔΕΝ ξύπνησα με χανγκόβερ. Επίσης, η πρώτη μέρα που δε βρήκα τίποτα περίεργο στην τσάντα μου (προχτές είχα βρει ένα μπουκάλι ρακή και χτες ένα κουτί μερέντα, όχι, δεν είναι κλεψιμέικα, περιμένω περίοδο, την έφοδο των Ρώσων, να μου χαλάσουν τα υδραυλικά, όπως διάολο το λέτε, οπότε ό,τι τύχαινε να λαχταρήσω μεθυσμένη, μπούκαρα στα χαζοκαβοψιλικαντζίδικα των εξαρχείων και το αγόραζα).

Αφού λοιπόν έτυχε να είναι νωρίς, να μην έχω κάτι να κάνω (ορθότερα, να μην θέλω να κάνω κάτι που έχω να κάνω, καθότι ό,τι μπορείς να κάνεις αύριο, απλά μην το κάνεις σήμερα), άρχισα να επιδίδομαι στην χαζή συνήθεια που έχουν όλοι οι συν-πλην-εικοσπεντάρηδες: να νοσταλγώ.

Παραδεξου το, φιλε αναγνώστη. Το έχεις κάνει κι εσύ. Έχεις περάσει άπειρες ώρες στο youtube να βλέπεις παλιές διαφημίσεις, να χαζολογάς με τους τίτλους έναρξης των Thundercats και των Χελωνονιτζακίων, και να ψάχνεις πώς λεγόταν εκείνο το παιχνίδι που έβλεπες στα σπίτια των φίλων σου (όχι επειδή στερήθηκες τα παιχνίδια, φυσικά, αλλά επειδή ΔΕΝ το είχες εσύ. Τα δικά σου τα ήξερες απέξω και ανακατωτά).

Γυρνάμε στο δικό μου τουρ νοσταλγίας. Μετά τους Φωτεινούληδες και τη Λιάνα Κανέλλη να διαφημίζει όσπρια, επεισόδια του Δις Εξαμαρτείν και την Μπαρμπι Δασκαλα Πορνοκατηχητικου, πέφτω στο εν λόγω βίδεο, το οποίο όλοι είχαμε λατρέψει, είχαμε τραγουδήσει (αρεμοφασάν, μπάι στα καμέλια όνιφό) και είχαμε προσπαθήσει να χορέψουμε.
ΤΗ ΛΑΜΠΑΝΤΑ.

Πήγαινα νηπιαγωγείο τότε, και όλοι είχαμε εκστασιαστεί. Τα κοριτσάκια, δηλαδή, γιατί τότε με τα αγοράκια δεν ασχολούμασταν, τα βλέπαμε σαν κάτι ουραγκοταγκάκια που τους έτρεχαν τα σάλια απο τις άναρθρες κραυγές που έβγαζαν όταν έπαιζαν ΤΖΗ ΑΪ ΤΖΟ και που πάντα κρατούσαν το πηρούνι με ΟΛΑ τα δάχτυλα ενωμένα. Όχι πως από τότε έχουν αλλάξει πολλά. Μόνο το ότι αυτοί έμαθαν να κρατούν σωστά το πηρούνι κι εμείς αρχίσαμε να ασχολούμαστε μαζί τους. Το αν αρχίσαμε να ασχολούμαστε μαζί τους επειδή έμαθαν να κρατούν σωστά το πηρούνι, η επιστήμη το ψάχνει ακόμα.

Τέλος πάντων. Όπως και να έχει, εμείς τα κοριτσάκια είχαμε χάσει το μυαλό μας με τη ΛΑΜΠΑΝΤΑ. Την χορεύαμε σε κάθε παιδικό πάρτυ. Σε κάθε μπαλνταφάν. Σε κάθε ευκαιρία. Όλες πρήζαμε τις μαμάδες μας να μας πάρουν τη “φούστα που κάνει σβούρα”, αγνοώντας το ξέκωλον του πράγματος, δηλαδή τα στρινγκ που φορούσαν οι Βραζιλιάνες του βίντεο στα δολοφονικά τους καπούλια. Ήμασταν τόσο αθώα ακόμα, τα καημένα. (Αν και πιστεύω ότι τα αγοράκια ήδη είχαν υποψιαστεί κάτι, το ένα τους κεφάλι είναι άπειρα εξυπνότερο από το άλλο, ειδικά όταν αιματώνεται. Από τότε πρέπει να έχουν εκείνη την εμμονή με τις μουλάτες.)

Μαζευόμασταν, λοιπόν, τα κορτσούδια, και μετρούσαμε την ποιότητα της φούστας και της σβούρας πολύ πριν τα πολυαγαπημένα μας αγοράκια αρχίσουν να μετρούν άλλα πράγματα. Και βλέπαμε και ξαναβλέπαμε το βίντεο, όλο αυτό το ανθρωπομάνι να χορεύει και να αγαπιέται, και το λαβ στόρι ανάμεσα στα δυο παιδάκια. Καθεμιά μας τους είχε εντάξει στον κόσμο της, ήταν φίλοι της, τους είχε δώσει και ονόματα.

Και τότε, κυρίες και κύριοι, φίλοι μου, κολλητές μου, συγγενείς μου, πρώην και μέλλοντες άντρες της ζωής μου, κι εσύ, ψυχολόγε μου, προσέξτε καλά: αυτό που θα σας πω εξηγεί πολλά για μένα.

ΤΟΤΕ ΕΠΗΛΘΕ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ ΜΟΥ.

Και από ποιον, παρακαλώ; Από την ίδια μου τη μάνα.

Η μάνα μου είναι και δεν είναι η κλασική Ελληνίδα μάνα. Είναι ψαγμένη, έχει τσαγανό, αλλά είναι και ευαισθητούλα. Είναι υπομονετική σαν βεδουίνος και όταν είναι στις καλές της, ο χειρότερος κάφρος. Δε θα σε κυνηγήσει να φας το αηδιαστικό μπαρμπούνι, αλλά θα σου πει ένα “αν δεν το φας, δε θα σηκωθείς από το τραπέζι, (πεντάχρονη) Δανάη” κι εσύ φυσικά ξέρεις ότι όσες μαλαγανιές να κάνεις και όσα κροκοδείλια δάκρυα και να ρίξεις, το μπαρμπούνι θα το φας, αλλιώς θα σε κατακεραυνώσει με το Βλέμμα του Μανιτού. Επίσης, είχε κι έχει ανοσία στις μαλαγανιές μου και τα κροκοδείλια μου δάκρυα. Όπως πρέπει να είναι μια μάνα, δηλαδή.

Έχουμε συνδέσει το τέλος της αθωότητας με παράδεισο, κόλαση, σεξ, άντρα, γυναίκα, σεξ, καλό, κακό, σεξ, Παλαιά Διαθήκη, Μαρκ Τουέιν, σεξ, Άγνοια, σεξ, Γνώση, σεξ, Απόγνωση (σεξ). Ξεχάστε τα. Ξεχάστε τα μήλα, τα φίδια και τα φύλλα συκής. Σας το λέω εκ πείρας. Στη δική μου περίπτωση, για το βιασμό της αθωότητάς μου ενεπλάκησαν μόνο ένα γαμημένο βίντεο, ένας πολιτικός και μια καφρίλα που πέταξε η μάνα μου ξεκαρδισμένη από τα γέλια.

Σας είχα πει, στο νηπιαγωγείο είχαμε βγάλει ονόματα στα παιδάκια του ΛΑΜΠΑΝΤΑ. Είχα βρει δυο πολύ ταιριαστά (έτσι νόμιζα, αθώα γαρ) και έκανα το λάθος να το εμπιστευτώ στη μάνα μου, μια φορά που την είχα υποβάλει στο μαρτύριο του να δει το βίντεο της ΛΑΜΠΑΝΤΑ μαζί μου για καμιά δεκαριά φορές συνεχόμενα:

“Το κοριτσάκι είναι όμορφο και ξανθό και το λένε Ζωή. Το αγοράκι είναι δυνατό και γελαστό και το λένε ΕΒΕΡΤ.”
Κάπου εκεί ξεσπάει η καταιγίδα των χαχανητών της μητέρας μου. Πάντα καμάρωνε για το έξυπνο κι ευφάνταστο παιδάκι της. Όλα έδειχναν ότι έχει καλλιτεχνική φλέβα, ίσως να γινόταν συγγραφέας μια μέρα.
Αλλάζει κανάλι. Έχει ειδήσεις. Τότε, '89 με '90, μαντέψτε ποιος είχε την τιμητική του μερίδα στην πίτα της επικαιρότητας.
“Αυτός είναι ο Έβερτ, μανάρι μου" λέει η μάνα μου ακόμα ξεκαρδισμένη. Κι εγώ, αντί για το γλυκό παιδάκι που τρέχει στην παραλία να βρει το κοριτσάκι του και να χορέψουν γελώντας ΛΑΜΠΑΝΤΑ, βλέπω έναν γουρουνόμορφο γέρο που με κοιτάει μέσα από την τηλεόραση και μου φωνάζει για οικονομίες και μέτρα και κυβερνήσεις.

Δε θυμάμαι τι έγινε από εκεί και πέρα. Αρχίζει και γυαλίζει το μάτι μου, σαν του Γκρέγκορι Πεκ όταν πάθαινε λαλά στο Spellbound του Χίτσκοκ.
Τα συμπεράσματα δικά σας, γιατρέ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...