25 Φεβ 2011

H νεράιδα


Στέκομαι πάνω από τα χαρτιά μου. Έχω κολλήσει σαν τον ποιητή που έχω στο μυαλό μου, αυτόν που του ψιθυρίζει λέξεις ο ουρανός, και δεν μπορώ να συνεχίσω την ιστορία του. Δε βρίσκω τις λέξεις. Και, σε αντίθεση με τον ποιητή μου, ο οποίος εν αγνοία του πρωταγωνιστεί σε ένα παραμύθι, ο ουρανός εμένα δε με βοηθάει καθόλου.

Πάνω στο γραφείο, πέρα από τα χαρτιά -ίσια και τσαλακωμένα, σαν του ποητή που έχω στο μυαλό μου- βρίσκεται μια νεράιδα. Μου την είχε κάνει δώρο ο αδερφός μου πριν δυο Χριστούγεννα. Έχει τριανταφυλλιά φτερά πεταλούδας, μωβ μποτάκια (άραγε να είναι φτιαγμένα από πέταλα κυκλάμινου; Ποιος ξέρει), μεγάλα μενεξεδιά μάτια και μαλλιά στο ίδιο χρώμα, τα οποία κατεβαίνουν ως τους αγκώνες της και αφήνουν να αχνοφανούν στα κατάλευκα μπράτσα της δυο πράσινα βραχιόλια, δεμένα κωδικά σε μια μυστική ξωτικόγλωσσα που έχω ξεχάσει να μιλώ εδώ και καιρό.
Πανέμορφη η νεράιδα· τώρα την προσέχω. Όταν μου την είχε κάνει δώρο ο αδερφός μου είχα χαρεί και τον είχα ευχαριστήσει που με σκέφτηκε, αλλά μέσα μου κοιτούσα τη νεράιδα σαν κάτι ξένο. Είχα μεγαλώσει πια και θεωρούσα ότι δεν υπήρχαν νεράιδες ή, στην αμυδρή περίπτωση που υπήρχαν, ήταν αδιανόητο και απρεπές για μια σοβαρή, διανοούμενη δεσποινίδα να πιστεύει σε δαύτες, πόσο μάλλον να έχει πάρε-δώσε μαζί τους.

Τα Χριστούγεννα εκείνα πέρασαν. Κατέβηκα στο σπίτι μου στην Αθήνα, αφήνοντας τη νεράιδα πίσω. “Δε χωράει στη βαλίτσα” είχα πει στον αδερφό μου κι εκείνος κακοκαρδίστηκε, αλλά επειδή είναι τόσο γλυκός δεν είπε τίποτα.

Και μετά ήρθαν τα επόμενα Χριστούγεννα. Και τα μεθεπόμενα. Μεγάλωσα κι άλλο κι έμαθα ένα σημαντικό πράγμα: ότι, καμιά φορά, για να είσαι πραγματικά ευτυχισμένος, πρέπει να κάνεις μικρές θυσίες. Έτσι, άφησα το εργένικο, διανοουμενίστικο σπιτάκι μου στην Αθήνα και ξανανέβηκα στο πατρικό μου.
Η νεράιδα με περίμενε ακόμα στο ξύλινο γραφειάκι μου, που από γραφείο μαθήτριας και γραφείο φοιτήτριας ήταν έτοιμο τώρα να μετεξελιχθεί σε γραφείο επίδοξης συγγραφέα. Και, όπως κάνουν οι περισσότερου συγγραφείς από καταβολής χρόνου, επίδοξοι ή μη, το γέμισα κόλλες χαρτιού, άλλες άδειες κι ολόλευκες κι άλλες γεμάτες καλικατζούρες, άλλες τσαλακωμένες με απογοήτευση και άλλες, πολύ λιγότερες, ίσιες σαν φρεσκοσιδερωμένες. Όπως ακριβώς είναι το γραφείο του ποιητή μου.
Με τη διαφορά ότι ο ποιητής μου δεν έχει μια νεράιδα πάνω στο γραφείο του. Και δεν έχει μεγαλώσει ακόμη τόσο ώστε να μάθει ότι, καμιά φορά, πρέπει να κάνεις μικρές θυσίες για να είσαι ευτυχισμένος.
Ή το άλλο, που έμαθα μόλις πρόσφατα: ότι, αν και θεωρείται αδιανόητο και απρεπές για έναν διανοούμενο να πιστεύει στις νεράιδες, πόσο μάλλον να έχει πάρε-δώσε μαζί τους, αν τελικά εκείνος το κάνει, μπορεί να αποδειχθεί μια πλήρως ενδιαφέρουσα, διδακτική και πάνω από όλα διασκεδαστική εμπειρία.
Κι ίσως κάποια στιγμή να αρχίσει να ψιθυρίζει και σε μένα λέξεις ο ουρανός.

Αν και δε με πολυενδιαφέρει, τα λέω μια χαρά με τη νεράιδά μου. Και γράφω αυτό το κειμενάκι για να μάθει ο γλυκός αδερφός μου ότι καλά έκανε η νεράιδά του και δε χώρεσε τότε στη βαλίτσα...

23 Φεβ 2011

Δεξιός λοβός #11: χειμώνας και πού βρίσκεται η αλήθεια


Ακόμα ένα ποστ από τη μικρή, παγωμένη Κιουμουλτζίνα. Ο χειμώνας εδώ ξεπερνά σε βαρβαρότητα και Βίκινγκ που πέφτει σε berserk. Κρυώνουμε, πώς το λένε. Και σε όλους αυτούς που λένε “έλα μωρέ, έχει και την ομορφιά του ο χειμώνας” ένα έχω να πω:
Ο χειμώνας έχει την ομορφιά του αν 1. δεν αντέχεις τη ζέστη και μαρτυράς το καλοκαίρι. 2. έχεις γκομενάκι να χουχουλιάσεις και να λες τσιλιβιθρόλογα σαν Mogwai. 2. Δε σε πειράζει η ζεστή “λίγο-κακάο-και-μια-καρδάρα-γάλα” σοκολάτα στο στομάχι.

Αν όμως είσαι κοινός θνητός που δεν τον πειράζει τόσο η ζέστη, τα 'χεις καλύτερα με τα Gremlins και η ζεστή σοκολάτα κάνει το στομάχι σου σαν παραγεμισμένη μπετονιέρα, τότε ο χειμώνας δεν αντέχεται. Έτσι πάει, που λέει και ο Vonnegut. Κι όποιος Νότιος έρθει και μου ξαναπεί για την “ομορφιά του χειμώνα”, θα τον κεράσω μια βόλτα Κομοτηνή να του δείξω τα μαθηματικά.

Τώρα που είπα μαθηματικά: μαθηματικά=αριθμοί=χρήματα=φόροι.

Έχω λιώσει με το 1821 αυτές τις μέρες. Εκεί έλεγε για το σύστημα φορολογίας στην Ελλάδα επί Τουρκοκρατίας. Ο σουλτάνος ανέθετε σε κάτι σκιώδεις τύπους περιοχές της επικράτειας, από όπου θα συνέλεγαν το φόρο. Πώς όμως: δεν ερχόντουσαν στο σπίτι σου και σου έλεγαν τόσος είναι ο φόρος εισοδήματος, δώστα να τελειώνουμε. Όχι. Το φόρο τον πλήρωναν αυτοί από πριν με δικά τους κεφάλαια. Μετά ερχόντουσαν σε σένα και τον ζητούσαν. Εννοείται με προμήθεια. Κι αν δεν είχες, που μάλλον δε θα είχες, γιατί η προμήθεια δεν ήτανε και λίγη, σου έπαιρναν ό,τι είχες και δεν είχες. Ολόκληρα χωριά είχαν ερημώσει έτσι. Αυτές τις εκτάσεις τις πρόσθεταν στην περιουσία τους κι έτσι γινόντουσαν τα περιβόητα τσιφλίκια. Κι οι μεγαλοτσιφλικάδες λεγόντουσαν πασάδες (ναι, σαν τον Αλή Πασά) και είχαν και ιδιωτική αστυνομία, τους αρματολούς (όπως ο Αλή Πασάς είχε τον Ομέρ Βρυώνη και τον Ανδρούτσο, ναι πουλάκια μου).

Εμένα δε μου το βγάζετε από το μυαλό ότι όπου να 'ναι κι εμείς θα γίνουμε έτσι. Θα φάμε μεγάλη σπαλιόρα.
Χαρείτε, δεσποσύνες, μπορείτε κι εσείς να γίνετε Φροσύνες!
Διότι η Ελλάδα το 'χει βάλει σκοπό να κάνει το μύθο πραγματικότητα, ρε παιδί μου, σαν αυτούς τους πορωμένους που κάνουν τις αναβιώσεις του Μεσαίωνα.
Το θέμα είναι ότι αυτοί στις αναβιώσεις, τουλάχιστον, δεν μπερδεύονται με την πραγματική ζωή. Τα 'χουν ξεδιαλύνει τα πράγματα. Εμείς, ας πούμε, έχουμε μια σύγχυση.

Μέσα σ' όλη τούτη τη σύγχυση, νιώθω ότι μου επιτρέπεται να φανταστώ το μεγαλοτσιφλικά που θα 'ρθει να μου κάνει κατά(σ)χεση, σε ένα όχι και πολύ μακρινό μέλλον. Όχι πως θα έχω και πολλά. Βιβλία, υπολογιστή, CD.

Εκεί μου παγώνει το αίμα. Τρέμω τη στιγμή που θα 'ρθουν να πάρουν τη μουσική μου. Όχι τίποτε άλλο, αλλά στη μουσική μου έχω και Sex Pistols, και ως γνωστόν, η αλήθεια βρίσκεται στους Sex Pistols.
Η αλήθεια, όμως, κατά το Μώλντερ, βρίσκεται κι εκεί έξω.
Το συμπέρασμα έχει όλο το ζουμί: Οι Sex Pistols είναι εκεί έξω. Κυκλοφορούν με ΑΤΙΑ και κάνουν πειράματα γενετικής σε γυναίκες, οι οποίες γεννούν (Fields of the) Νεφιλίμ, καθότι η goth, ως γνωστόν, προήλθε από την punk, κι ότι ο Sid Vicious είναι ο μυστήριος εξωγήινος στο χειρουργικό τραπέζι της Area51.




                                          Τι δεν καταλαβαίνετε;



Κι όλες αυτές οι πολύτιμες πληροφορίες (τις οποίες οι μυημένοι αγωνισταί της Αιμοφιλικής Εταιρίας καταφέραμε να συλλέξουμε τόσο σκληρά όλα αυτά τα χρόνια μέσα από τα κρυφά, εναλλακτικά δίκτυα παρα-πληροφόρησης) θα κάνουν το γύρο του κόσμου μέχρι να φτάσουν στα αυτιά των Ιλλουμινάτων με το ερπετικό (κατά Ντέιβιντ Άικ) DNA, οι οποίοι θέλουν να εγκαθιδρύσουν τη Νέα Τάξη Πραγμάτων.
Και κάπως έτσι θα ξεσπάσει ο Τρίτος Παγκόσμιος.

Το χειρότερο δε, είναι το εξής: ότι δε θα έχουμε καν μουσική για να απολαύσουμε ένα αξιοπρεπές σάουντρακ το 2012.
Και καθώς θα σκιζόμαστε στη δουλειά για να ξοφλήσουμε την περίφημη δεκάτη και το χαράτσι, θα ακούγεται μόνο αυτό:


18 Φεβ 2011

Υπερπαραγωγή #2: Aχ κατακαημένε Τζίζαζ, τι σου 'μελλε να πάθεις...

Δυσκολα τα απογευματα στην επαρχία, που εχεις κανει τις δουλειες σου και περιμενεις να κυλησει ο χρονος μεχρι να ρθει το βραδυ.
Τότε μπαίνεις facebook και αρχίζουν οι υπερπαραγωγές.

Το κάτωθι είναι στην ουσία παραφρασεις της προτασης "Jesus died for your sins", και δώσαμε ρεσιτάλ η Μαρία, η Νανά, ο Σκαμπίτο, ο Ψυχαναγαστικός κι εγώ.

Προσοχή: Έχει μέσα και ζόμπι. Αν το θεωρήσετε βλάσφημο μην το διαβάσετε, γιατι θα σας χαλάσει το ενεργειακό φενγκ-σούι. Αν και δεν πιστευω να υπάρχουν πολλοί αξιοπρεπείς άνθρωποι που διαβάζουν τούτο δω το μπλογκ.

Ορίστε, λοιπόν, τα πιο πετυχημένα:

Gamer Jesus Died for your Sims 
Industrial Jesus Died for your NINs
Jack Jesus died for your beans
LOL Jesus died for your memes

Goth Jesus Died for Your Cocteau Twins 
 Levi Jesus Died for your Jeans
Supernatural Jesus died for your Deans
Tin Man Jesus died for your tins

Berlusconi Jesus Died for your Teens
Aquaman Jesus died for your fins
 Purpose Jesus died for your means
 Hobo Jesus died for your bins
Emo Jesus died for your pins
LOLcat Jesus Died for your Grins
Writer Jesus Died for your moleskins
Garage Jesus died for your Black Keys
Comedian Jesus died for your grins
smoker Jesus died for your prince
Biologist Jesus died for your genes
boring jesus died for your routines
Unicorn Jesus died for your virgins
heezburger Jesus died for your wins
Cobain Jesus died for your aberdeens
Dolly Parton Jesus died for your Jolenes
Baudelaire Jesus Died for your Spleens
Doherty Jesus died for your libertines.
PLASMA Jesus died for your screens
 Anorexic Jesus Died for your pralines
MTV Jesus Died for your Super Sweet Sixteens
John Waters Jesus died for your drag queens
Stephen King Jesus died for your Christines
Director Jesus died for your scenes
Bohemian Rhapsody Jesus died for your Queens
master chef jesus died for your cuisines.
Burlesque Jesus died for your sequins
Sex Jesus died for your endorphines
Collector Jesus died for your figurines
Cartel Jesus died for your cocaines
X-men Jesus died for your Wolverines
Warhammer Jesus died for your Space Marines
Doctor Who Jesus died for your time machines
 Hollywood Jesus died for your Charlie Sheens
Arsonist Jesus died for your gasolenes
Anger Jesus died for your adrenalines
Ippokrates Jesus died for your medicines
Car Battery Jesus died for your crystal methamphetamines
Beatles Jesus died for your yellow submarines
Fairytale Jesus died for your heroines
 Eva Peron Jesus died for your Argentines
Parliaros Jesus died for your tartines
D&D Jesus died for your goblins
Anal sex Jesus died for your vaselines
 Magellan Jesus died for your Philippines
 Gaiman Jesus died for your coralines
Zombie Jesus died for your quarantines
 Vivaldi Jesus died for your violins
Hipster Jesus died for your alt-rock scenes 
 Board Game Jesus died for your Munckins
Insomniac Jesus died for your caffeines
Poison Jesus died for your strychnines
Manowar Jesus died for your battle hymns
Hard disk Jesus died for your recycle bins
lenin jesus died for your kremlins
Mogwai Jesus died for your Gremlins
Sara Jane Smith Jesus died for your Slitheens






Η Μαρία, η Νανά, ο Σκάμπο, ο Ψυχαναγαστικός κι εγώ ευχαριστούμε πολύ το ζόμπι του Cecil B. De Mille που θα μεταφέρει τις ιδέες μας σε ταινίες.



17 Φεβ 2011

ΤΟ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ


Συννεφιασμένο πρωί κι εσύ βρίσκεσαι καθισμένος στο γραφείο σου, ξεψαχνίζοντας με φούρια τον ουρανό για κάποια υποψία λιαχτίδας. Αντ' αυτού, το βλέμμα σου προσγειώνεται σε ένα περιστέρι, που προσγειώνεται με τη σειρά του στην ταράτσα της απέναντι πολυκατοικίας. Είναι μαύρο και χοντρό, όπως όλα τα μοντέρνα περιστέρια. Καλοταϊσμένο και κακομαθημένο από την πολυκοσμία της πόλης.
Το περιστέρι περπατά τεμπέλικα κάνοντας κύκλους στην ταράτσα. Ψάχνει κάτι. Δεν το βρίσκει. Αγχώνεται. Περπατά πιο γρήγορα, πιο αδέξια. Το κεφάλι του πηγαινοέρχεται κωμικά, σαν μισοσφαγμένο πάνω στους ώμους του.

(Αναρωτιέσαι αν ψάχνει για καμιά περιστέρα. Οι περιστέρες κάποτε ήταν λευκές και καμαρωτές σαν γυναίκες.
Αναρωτιέσαι πού άραγε να ζούσαν τα περιστέρια πριν φτιάξουν πόλεις οι άνθρωποι.
Αναρωτιέσαι αν τα περιστέρια πάχυναν, μαύρισαν και κακόμαθαν επειδή κάποιος κάποτε τα ανακήρυξε σύμβολο ειρήνης χωρίς να τα ρωτήσει.
Αναρωτιέσαι γιατί δεν παρομοιάζουμε πια τις γυναίκες με περιστέρες ή πέρδικες και τους άντρες με αετούς.
Μάλλον επειδή οι περισσότεροι δεν έχουμε δει πέρδικα στο φυσικό της περιβάλλον και οι περιστέρες είναι πια κι αυτές μαύρες, χοντρές κι αχόρταγες. Όσο για τους αετούς, αυτοί απειλούνται με εξαφάνιση.

Και κάτι τέτοια σκέφτεσαι, αλλά ευτυχώς, το περιστέρι γειώνει τις σκέψεις σου γρήγορα.
Τελικά ψάχνει – πάλι -  για φαγητό.)

14 Φεβ 2011

Δεξιός λοβός #10: Εσύ βάλε, εγώ δίνω, να τον πούμε Βαλεντίνο


Απέφευγα να γράψω για αυτό το θέμα τεχνηέντως όλα αυτά τα χρόνια, και απεναντίας έλεγα ότι θα γράψω για σκατά. Φέτος, όμως, μια που 'κλεισα τα 25, αφενός κατάλαβα οτι δεν πρέπει να αποφεύγω να γράφω για αυτά που με απασχολούν και αφετέρου, ένα ποστ για τον Άγιο Βαλεντίνο είναι αναπόφευκτο να είναι μέσα στα σκατά, ούτως ή άλλως.

Ο Άγιος Βαλεντίνος, λενε, είναι η μέρα των ερωτευμένων. Είναι η γιορτή που οι μη ερωτευμένοι λατρεύουν να μισούν και οι ερωτευμένοι μισούν να λατρεύουν. Τι εννοώ:
Είσαι παιδάκι μπάνικο, πανέξυπνο και ξηγημένο κι έχεις φιλοσοφήσει αρκετά τη ζωή. Με πιθανότητα που αγγίζει τη βεβαιότητα, είσαι και μπάκωρ (ο μπάκωρ-του μπάκουρος), διοτι, αν φίλε μου δεν ήσουν μπάκωρ, δε θα είχες το χρόνο και τη συγκέντρωση να φιλοσοφήσεις τη ζωή, θα ήσουν σε ένα δωμάτιο με το ταίρι σου και θα έκανες άλλα, καλύτερα πράγματα, right? Αλλά αυτό δε συμβαίνει, έχεις κάνει αυτά που έχεις κάνει κι έχεις καταλήξει στο εξής: Η γιορτή του Αγ, Βαλεντίνου είναι κατάπτυστη και άχρηστη, εξυπηρετεί μόνο τους εμπόρους, τους ανθοπώλες και τους ρεζερβάδες (αυτοι που έχουν τη Ρεζέρβα, ντε, και τα λοιπά μπιχλιμπιδοτσαπερδονοτσαχπινομαγαζάκια) και εξάλλου οι ερωτευμένοι θα έπρεπε να γιορτάζουν κάθε μέρα.
Ε, κάποια στιγμή, επειδή άνθρωποι είμαστε κι ο Διάβολος έχει πολλά ποδάρια κι επειδή πάντα κατά βάθος ξέρουμε ότι καλή είναι η φιλοσοφία και το awesomeness, αλλά καλύτερο είναι να είσαι σε ένα δωμάτιο με το ταίρι σου και να κάνεις άλλα, καλύτερα πράγματα, ερωτεύεσαι. Και τον κυνισμό και την απαξία για τον Αγ. Βαλεντίνο έρχεται να τη διαδεχτεί ένα φωσφορίζον τσουνάμι από ζάχαρη, έρωτα και δωδεκάδες κουτιά Durex.
Τι κάνεις εκεί, μάγκα μου; Φυσικά συνεχίζεις να στηλιτεύεις τη γιορτή του Αγίου Βαλεντίνου στα φανερά, αλλά το βράδυ θα πας στο αίσθημα στα μουλωχτά, θα βγείτε έξω, θα κάνετε τα σαχλαμαρισματάκια σας, θα του/της δώσεις σοκολάτες και δωράκια και ρεζέρβες.
Έτσι, από εκεί που λάτρευες να μισείς τον Άγιο Βαλεντίνο, τώρα μισείς να τον λατρεύεις. Αλλά μαγκιά σου και μπράβο σου γιατί είσαι ερωτευμένος και για σας είναι η ζωή τελοσπάντων και εγώ δεν έχω τίποτα άλλο να πω πάνω σ' αυτό, γιατί κι εγώ στη θέση σου αυτό θα έκανα.

Δεν είμαι, όμως, κι έχω να δηλώσω το εξής: Εμένα αυτή η γιορτή με θλίβει. Δε με τσατίζει και δε με κάνει κυνική και είρωνα, παρά μόνο με θλίβει. Τι θα πει “γιορτή των ερωτευμένων”; Ντινγκ, κουδούνι για το σκυλάκι των Παβλώφ: σοκολάτες και φιλιά και γουτσουγουτσου. Κι αν δεν είσαι ερωτευμένος, δεν θα έχεις τίποτε από τα τρία. Όχι μόνο ανήμερα της γιορτής, αλλά ούτε και τον υπόλοιπο χρόνο. Κι όλα θα είναι μίζερα. Και τρέχα τώρα να πιάσεις κουβέντα με το Γιόρικ τη νεκροκεφαλή για το νόημα της ζωής, με κίνδυνο να πάθεις υπογλυκαιμία.
Και στενοχωριέμαι πολύ, μα πάρα πολύ, όταν, αντί να φάω μια σοκολάτα να στρώσει το αιματάκι μου, πρέπει να μιλήσω με νεκροκεφαλές.

Άσε και το άλλο: λένε “γιορτή των ερωτευμένων”. Δεν λέει όμως “γιορτή των ζευγαριών”. Πραγματικά, όσοι έχετε διαβάσει βιβλία ή έχετε δει ταινίες, πείτε μου: οι ερωτοχτυπημένοι ήρωες είναι μέσα στην τρελή χαρά; Όχι. Είναι μέσα στον πόνο και στην οδύνη επειδή 1. Ο έρωτάς τους δεν έχει ανταπόκριση (βλ. Αραβική ποίηση). 2. Ο έρωτάς τους έχει ανταπόκριση, αλλά τι να την κάνουν, που έχει πέσει όλη η κοινωνία να τα χωρίσει τα παιδιά (βλ. Ρωμαίος και Ιουλιέτα). 3. Ακόμα κι αν δεν έχει πρόβλημα η κοινωνία, έχει πέσει άλλο, μεγάλο κακό (βλ. Βερενίκες, Λιγείες κτλ του Πόε). 4. Ο Έρως είναι παράνομος (βλ. Καζαμπλάνκες, Άννες Καρένινες κτλ) 5. Οι ερωτευμένοι, αν και ερωτευμένοι, κακοποιούν ο ένας τον άλλον (βλ. Όσα παίρνει ο άνεμος, Ανεμοδαρμένα Ύψη, κτλ).

Όλοι αυτοί οι ήρωες είναι δυστυχισμένοι. Μέσα στη μαύρη κι άραχλη κατάθλιψη. Και δε γιορτάζουν κάθε μέρα, παρά μόνο τη Μεγάλη Παρασκευή, πώς το λένε. Βασικά, το μόνο που γιορτάζουν είναι το να δουν τον αγαπημένο τους. Και μετά πέφτουν σε χειρότερη κατάθλιψη. Κι αυτό γιατί δεν μπορούν να είναι μαζί, πραγματικά μαζί, με τον άλλον.

Όσοι ήταν μαζί και είχαν μια ισορροπημένη, χνουδωτή σχέση, δεν έγιναν κλασικά παραδείγματα έρωτα. Έζησαν ευτυχισμένοι, μεν, και πολύ καλά έκαναν, αλλά σε επίπεδο δημιουργίας τους έφαγε η μαύρη μαρμάγκα του συλλογικού ασυνειδήτου.

Ο Έρωτας, κακά τα ψέματα, είναι δράμα. Είναι γκοθιά. Μια πραγματική γιορτή των ερωτευμένων θα έπρεπε να είχε μαυροδάφνη, κεριά, ρομαντική ποίηση και Leonard Cohen, αντί για αρκουδάκια, Mariah Carey και σοκολατάκια (τα οποία θα περιερχόντουσαν στην κατοχή της γραφούσης, γιατί τόση ώρα για σοκολάτα γράφω και σοκολάτα δε βλέπω).
Κι αν, στην ευτυχή περίπτωση, ο έρωτας κατόρθωνε να ξεφύγει από την παθολογία της εμμονής, θα έπρεπε να έχει μόνο ένα συστατικό, που χωρίς αυτό δεν αξίζει να γίνεται καν λόγος για έρωτα, αγάπες και όλη αυτή την τζαζ: δυο σώματα να αγκαλιάζονται.

Για αυτό με θλίβει η γιορτή του Αγίου Βαλεντίνου και αυτά που λέγονται για τον έρωτα: Επειδή ο έρως πρέπει να είναι δραματικός για να θεωρηθεί έρως. Το χνούδι, καλώς ή κακώς, είναι ασφαλές, άρα βαρετό, χωρίς να υπολογίζεται ποτέ ότι για να γίνει μια εμμονή χνούδι πρέπει να χυθεί άπειρο αίμα (και σπέρμα, φυσικά). Αλλά τι τα θες, που ο άνθρωπος κυνηγάει τα δράματα και τα χνούδια τα βαριέται. Γιατί, για να δώσεις στο χνούδι σου ένα αρκουδάκι και να μην του κάνεις έρωτα εδώ και τώρα, μάλλον θα βαριέσαι. Και σύντομα θα ξεκινήσεις για νέα δράματα.

Αυτά σκέφτομαι, η σοκολάτα ακόμα δεν έχει έρθει, ως βαθιά φιλοσοφημένη μπάκωρ χύνω τη χολή μου χωρίς έλεος, τσουπ, μια φίλη μου έρχεται και μου λεει: “Μα γιατί, Δανάη, γιορτάζεις κι εσύ! Η μέρα του Αγ. Βαλεντίνου είναι Single Awareness Day για τους ελεύθερους!”

Μου 'ρχεται στο κεφάλι πυραμίδα. Τώρα είμαι και χωρίς σοκολάτα και με καρούμπαλο. Ακούς εκεί Happy Awareness Day! Δηλαδή τι, το να είσαι ελεύθερος απαιτεί awareness; Μορφή καρκίνου είναι;
Πάσχετε από μπακουρίαση, κυρία Τάνη, μικροκυτταρικής μορφής, η οποία σας χτύπησε στο συκώτι και σύντομα θα κάνει μετάσταση σε όλο σας το σώμα. Αλλά εσείς είστε μαχήτρια και θα το νικήσετε το κακό, με λίγη χημειοθεραπεία και με ένα αρκουδάκι απο τη Ρεζέρβα για να γιορτάσετε που είστε μόνη.”

Ευχαριστώ πολύ, δε θα πάρω Single Awareness. Προτιμώ να κατέβω στο περίπτερο να πάρω μια σοκολάτα. Και να την φάω.
Κι ας είμαι και μόνη μου.

Τελειώνουμε με ένα κοινωνικό μήνυμα:

ΔΩΣΕ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΣΟΥ ΣΗΜΕΡΑ
-Σύλλογος δωρητών οργάνων "ο Άγιος Βαλεντίνος"




***Διαβάστε κι αυτό. Τα σπάει.

13 Φεβ 2011

Eκθεσουλα στο "Π"!





Έκθεση Προβολής, Παραγωγής, Εσωτερικής Καταγραφής, Παρουσίασης και Παραδοχής;
Έκθεση Πολυσχιδής, Πολυμορφική και Παραλληλεπίπεδη;
Έκθεση Συλλογική, Συνωμοτική, Επαγωγική;

Ή Απλά Έκθεση Εικονογράφησης;

Στις 24 Φεβρουαρίου, οι Σπύρος Ευάγγελος Αρμένης, Σοφία Γαλή, Δημήτρης Ευστρατιάδης, Ευγενία Κουμάκη και o Sebastian, θέτουν πολύ περισσότερα ερωτήματα από όσα μπορούν να απαντήσουν μέσα από μία, δύο, ή και 37,6 εικόνες. Και τα εκθέτουν στο "Π" σε άτακτη αλλά προμελετημένη σειρά εμφάνισης.

Οπότε ανακεφαλαιώνουμε:
Α) Έκθεση Εικονγράφησης κα comics
Β) Στις 24 Φεβρουαρίου εως 17 Μαρτίου
Γ) Στον εκθεσιακό χώρο του "Π", Ευπατριδών 7, στο Γκάζι.
Δ) Ακριβώς πάνω από το μπαρ με τα 245,3 μπουκάλια αλκοόλ.







*** Πέρα από το ότι ανεβάζουμε αυτό το δελτίο τύπου για να στηρίξουμε τον Δημήτρη μας, σκιτσογράφο του Deathlog1 και Hard Days Knight (περισσοτερα για αυτο λιαν συντομως), να πουμε οτι στην εκθεση θα εκτεθεί και το κομικάκι Deathlog1, σε σενάριο της γραφούσης zombie killer Πουκός. Θα είμαστε κι εμείς εκεί και θα χαρούμε πολυπολύ να σας δούμε, χοροπηδώντας σαν άλογα του Πρεβάλσκυ! 

12 Φεβ 2011

Ο έρωτας στα χρόνια του ΟΣΕ


(Ένα ειδύλλιο το οποίο “αφηγούνται” πολλοί συγγραφείς. Μπορείτε να βρείτε ποιοι είναι;)



Ι

Αν όλοι οι σοφοί του κόσμου μαζεύονταν σε μια αίθουσα, δύο πράγματα θα έκαναν: πρώτον, θα έτρωγαν όλα τα μπισκότα με το τσάι τους, μέχρι να μη μείνει μπισκότο ούτε για δείγμα σε όλη τη γη. Δεύτερον, θα τσακώνονταν για όλα τα γνωστά θέματα, αυτά που οι μεγάλοι αποκαλούν με σοβαρότητα “φλέγοντα ζητήματα της ανθρωπότητας”, δίχως να ξέρουν ότι το πιο φλέγoν ζήτημα είναι να εξαφανιστεί το κουτί με το κακάο από το ντουλάπι της γιαγιάς. Δηλάδή, μπορεί να το ξέρουν, αλλά καμώνονται διαφορετικά, γιατί στους μεγάλους αρέσει πολύ να είναι σοβαροί, για κάποιο ανεξήγητο λόγο. Επιπλέον, αρέσκονται ιδιαίτερα να λένε περίεργες φράσεις, όπως “φλέγοντα ζητήματα της ανθρωπότητας”.
Θα μαζεύονταν, λοιπόν, οι σοφοί του κόσμου και θα έκαναν αγώνες για το πιο φλέγον ζήτημα της ανθρωπότητας. Θα νικούσε, φυσικά, ο πιο σοφός. Οι διαιτητές θα μετρούσαν τη σοφία του καθένα με βάση πόσο ψηλά ο σοφός θα σήκωνε το φρύδι του όταν θα φιλοσοφούσε με σοβαρότητα. Ο νικητής θα έπαιρνε βραβείο το κουτί με το κακάο από το ντουλάπι της γιαγιάς.
Ένα μόνο γεγονός δε χρειαζόταν αγώνες σοφίας για να αποδειχθεί η βαρύτητά του, παρόλο που κανείς σοφός δεν είχε σηκώσει το φρύδι του για να το συλλογιστεί: πως ο Έρωτας είναι ένα παιδί. και μάλιστα ένα παιδί τόσο άτακτο, που στο σχολείο περνούσε όλες τις ώρες τιμωρημένος να γράφει διακόσιες φορές τη φράση: “δε θα ξαναπαίξω ποτέ την ώρα του μαθήματος”.
Βέβαια, εκείνο το βράδυ στο σταθμό Λαρίσης, όπου και θα ξετυλιχτεί η ιστορία μας, ο Έρωτας είχε ήδη σχολάσει. Έτσι, είχε όλο το πεδίο ελεύθερο για να παίξει...




ΙΙ

Η βροχή έπεφτε με μανία εκείνο το βράδυ στο σταθμό Λαρίσης. Η κοπέλα στην αποβάθρα έβαλε την κουκούλα της και τύλιξε σφιχτά το κασκόλ στο λαιμό της.
Πίσω από το πλήθος, ο Ιωάννου την κοίταξε εξεταστικά. Ο Κωνσταντίνος είχε δίκιο: τίποτα πάνω της δε μαρτυρούσε ότι είχε ύποπτες σχέσεις με το Σωτηριάδη. Αντίθετα με όσα περιμένεις από τις γυναίκες των γκάγκστερ, αυτή εδώ φαινόταν σαν τη μικρή ξαδέρφη του: τζιν παντελόνι, κολεγιακό μπουφάν και τα μαλλιά πιασμένα σε έναν πρόχειρο κότσο.
“Δε με ξεγελάς, Μαρία Π.”, μονολόγησε ο Ιωάννου, πετώντας τη γόπα του τσιγάρου του στο υγρό πεζοδρόμιο. “Θα μου τα πεις όλα πολύ γρήγορα”.



ΙΙΙ

Οι σταγόνες της βροχής μαστίγωναν τα τζάμια, σαν τιμωροί σκιές του παρελθόντος. Τις ήξερα καλά αυτές τις σκιές, έρχονταν κάθε βράδυ να τυραννήσουν τη βασανισμένη μου ύπαρξη...
Το παλιό τρένο, αλλοτινό καμάρι μιας περασμένης εποχής, κυλούσε αργά πάνω από τα ξεχασμένα τοπία, καμμένα από τον άσπλαχνο χειμώνα. Έμοιαζε κι αυτό καταραμένο, σαν να το οδηγούσε το μαύρο χέρι του πεπρωμένου στο μοναδικό του προορισμό, τις πύλες του θανάτου. Αλλά, μήπως κι όλοι οι επιβάτες του δεν ήσαν καταραμένοι, έχοντας πεθάνει χωρίς να το καταλάβουν από την δυστυχία αυτού του φορτίου που λέγεται ζωή;
Η ώρα είχε φτάσει. Με κόπο έκρυψα στο σκοτάδι της ψυχής μου τις μαύρες σκέψεις μου, όπως έκανα κάθε μέρα την ίδια ώρα, και ξεκίνησα να εκτελώ το βαρύ καθήκον το οποίο μού είχε επιβάλει η άδική μου μοίρα...


IV

Ο κυρ-Παντελής, είκοσι χρόνια εισπράκτωρ στα τρένα, βαρύς, σοφός κι ευγενικός, όπως είναι όλοι οι ηλικιωμένοι εισπράκτορες και τα γαϊδουράκια, επλησίασε με βήμα φιλοσοφικό το κουπέ υπ' αριθμόν 5. Δύο άτομα ευρίσκοντο εκεί: στη μία μεριά καθόταν ένας λεβεντονιός ψηλάρας με καμπαρντίνα, ωραίος νέος κι από ότι φαινόταν καλό παιδί. Κι από την άλλη, με την αρίδα της απλωμένη άνετα στο τριπλο κάθισμα, πανάθεμα τη, ένα δεσποινιδάκι μπάνικο ετών εικοσικάτι, Μαγιούς και καλοκαίρια, η οποία ξεφύλλιζε το περιοδικάκι της με ύφος σκερτσόζικο, ανοιγοκλείνοντας το τεράστιο ματόφυλλο με νάζι μοναδικό.
“Αχ, αυτά τα νιάτα”, συλλογίστηκε ο κυρ-Παντελής, βλέποντας τις τάχα μου αδιάφορες ματιές που έριχναν οι νέοι. “Τούτοι ή δυο ή θα σκοτωθούν ή σε λίγους μήνες θα τους βρω φάντη μπαστούνι σ' εκκλησάκι, να περνούν το δαχτυλίδι με την κοιλίτσα τούρλα, διότι ο βηξ κι ο έρως, κύριοι, δεν κρύβουνται.”
“Αν θέλετε, κλειδώστε το κουπέ. Διά τα προσωπικά σας αντικείμενα, αν μη τι άλλο”, τους συμβούλεψε γνωστικά ο κυρ-Παντελής βγαίνοντας, ξέροντας ότι είχαν πολλά προσωπικά να μοιραστούν, και όχι αντικείμενα, αν μη τι άλλο...



V
Ο Ιωάννου και η Μαρία κάρφωσαν με τα μάτια τους ο ένας τον άλλον. Δεν είχαν τίποτε άλλο να πουν. Όλα είχαν ειπωθεί με εκείνη τη μοναδική, διεισδυτική ματιά.
Πριν καλά-καλά το καταλάβει, την είχε αρπάξει από τον αγκώνα και την είχε κολλήσει πάνω του. Τα χείλη τους ενώθηκαν σε ένα βαθύ φιλί, ενώ τα χέρια τους άρχισαν να εξερευνούν με μανία τα κορμιά τους, ξεκουμπώνοντας με λύσσα στο πέρασμά τους πουκάμισα, μπλούζες και σουτιέν.
Σύντομα, η καυτή της ανάσα άφηνε πύρινα φιλιά στο δασύτριχο στέρνο του. Το χέρι του κατηφόρισε στο ξανθό της τρίγωνο και άνοιξε της πτυχές της σαν λουλούδι. Εκείνη έβγαλε μια κραυγούλα ηδονής.Έπαιξαν για λίγο έτσι, ώσπου εκείνη τον οδήγησε με σιγουριά στη ζεστή, υγρή φωλιά της. Τύλιξε τα πόδια της γύρω του σαν μέγγενη κι άρχισαν να κουνιούνται ρυθμικά στο χορό του έρωτα, τέλεια συντονισμένοι, μέχρι που τα κορμιά τους καμπυλώθηκαν στην έκρηξη του οργασμού...


VI

Σαν ήρθανε άγγελοι κακού οι πρωινές λιαχτίδες
οι δυο εραστές εξύπνησαν σφιχτά αγκαλιασμένοι
σκεπτόμενοι με θλίψη τους του χωρισμού τον πόνο
που ερχόταν με τάχια φοβερή επάνω τους να πέσει.
Κατάρα σ' όλους τους θεούς, που τόσο άσπλαχνοι είναι
και ρίχνουνε στον πόλεμο να διώξουν την αγάπη,
που τόσο σπάνια ανθίζει πια σαν έρημο λουλούδι,
μα μόνο κοιτούν του έρωτα τα βέλη να τα θάψουν
βαθιά στη γη της λησμονιάς, εκεί που η ψυχή δε φτάνει,
λες και αυτά δε στάζουνε με της ζωής το γαίμα!”
Σώπασε, αγαπημένε μου, τι ο ήλιος εμπρός μας 'φάνη
κι ο χρόνος στην κλεψύδρα μας όλο και λιγοστεύει!
Πονά η ψυχή μου να τηρώ τη θλίψη να σε σπαράζει
μα ο πόνος είν' χειρότερος σα λείπει απ' τον κορμί μου
του έρωτά σου ο αχός την ώρα που απομένει!”
Κι ευθύς πάλι αγκαλιάστηκαν, βαλθήκαν να νικήσουν
τον πόνο του αποχαιρετισμού με τον αγνό έρωτά τους
τι η πεθυμιά ειν' ναρκωτικό που γνωστικούς τρελαίνει
και μόνο αυτή το βασιλιά το Χρόνο ξεγελάει...

Υπερπαραγωγή #1: Χάσμα, αγεφύρωτο χάσμα

Με περηφάνια, ο εαυτός μου, εγώ και ο σύζυγός μου, Dylan Thomas-Dog, εγκαινιάζουμε νέα στήλη, το "Το Γ@μησες και Ψόφησε". Θα καταλάβετε αμέσως γιατί.

Αρχή του παραμυθιού, καλησπέρα σας και όλα ξεκίνησαν από αυτό το λατρεμένο άσμα:


Ένα κακό έχουν τα λατρεμένα πράγματα, είτε είναι τραγούδια, είτε βιβλία, είτε ταινίες: όταν τα αγαπάς πολύπολυπολύ ξεκινάς να τα σατιρίζεις. Κι άμα είσαι λιγάκι ασυγκράτητος και αφηνιάζεις χοροπηδώντας σαν άλογο του Πρεβάλσκυ σαν τη γράφουσα, τότε τα πράγματα δυσκολεύουν. Πολύ.

Από το πρώτο δίστιχο, λοιπόν, "Συχνάζεις στο Μικρό Καφέ / κι εγώ στη Μυροβόλο", φτιάξαμε κι άλλα δίστιχα, για να καλύψουμε μια ευρεία γκάμα προβλημάτων στις σύγχρονες σχέσεις...


- Για τους ψαγμένους μουσικόφιλους:
"Εσύ ακούς stoner/sludge / κι εγώ post-punk και shoegaze..."

- Για τους εραστές του θεάματος:
"Εσύ βλέπεις ντοκιμαντέρ / κι εγώ b-horror movies..."

- Για τους φίλους της ανάγνωσης:
"Εσύ διαβάζεις το Cracked.com / κι εγώ Μυθολογία..."

- Για τους λάτρεις του καφέ:
"Εσύ πίνεις ελληνικό / κι εγώ freddo espresso..."

- Για το τι κάνουμε στον ελευθερό μας χρόνο:
"Εσύ βγαίνεις με τα παιδιά / κι εγώ παίζω WoW..."

- Για τις σειρές που βλέπουμε:
"Εσύ βλέπεις House M.D. / κι εγώ Family Guy..."

- Για το τι-μέλλει-γενέσθαι-μετα-το-σαικς:
"Εσύ θες να 'μαστε μαζί / εγώ μόνο fuck buddies..."

- Για τους φανατικούς κρεατοφάγους:
"Εσύ τρως μόνο μπον φιλέ / κι εγώ σπληναντεράκι..."

- Για τους RPGάδες:
" Εσύ μου παίζεις D&D, κι εγώ Vampire: Bloodlines.."

- Για τους μαθηματικούς:
"Εσύ γουστάρεις άλγεβρα / κι εγώ Γεωμετρία..."

- Για τα υπερφυσικά όντα:
"Σε σένα αρέσουν τα βαμπίρ / σε μένα οι werewolves..."

- Για το τι παίζαμε μικροί:
"Εσύ παίζεις με playmobil / εγώ παίζω με lego..."

- Για τα σπορ:
"Εσύ βλέπεις ποδόσφαιρο / εγώ χορό στον πάγο..."

- Για τα πολιτικά:
"Εσύ ψηφίζεις εκλογές / εγώ ρίχνω σαλάμι..."

- Για το τι πρέπει να γίνει μετά την επανάσταση:
"Εσύ θες αναδιανομή / εγώ κολλεκτιβοποίηση..."

- Για τα κόμικς:
"Σε σένα αρέσει η Dc / εγώ διαβάζω Marvel..."

- Για τα κοινωνικά δίκτυα:
"Εσύ λιώνεις στο Facebook / εγώ μονάχα Twitter..."

- Για τις διακοπές:
"Εσύ γουστάρεις Μύκονο / εγώ πάω Σαμοθράκη..."

- Για παιχνίδια με φίλους:
"Εσύ παίζεις Μονόπολη / εγώ παίζω μπιρίμπα..."

- Για τα λαϊβάδικα:
"Εσύ πας μόνο στο ΑΝ Club / εγώ πάω Gagarin..."

- Για το τι θα γίνει το 2012:
"Εσύ λες θα 'ρθουν ΑΤΙΑ / εγώ ψηφίζω ζόμπι..."

- Όταν τα γράψεις ΟΛΑ ΑΥΤΑ στο Facebook:
"Εγώ σπαμμάρω αλύπητα / εσύ με κάνεις hide..."



*Το μπλογκ ευχαριστεί πολύ τους φίλους μας στο Facebook και Twitter που είχαν την υπομονή με τα απανωτά status messages και τα tweets. Θα πρέπει να ήταν πολύ μπελαλίδικο ((c) Hartoman)
*Eπίσης, ακόμα ένα ευχαριστώ στο Θάνο, που γεφύρωσε το χάσμα των μαθηματικών με την αναλυτική γεωμετρία, και στο Σκάμπο που έκανε ένα δίστιχο για την κομοτηναϊκή πραγματικότητα: "Εσύ κρασιά στο Αλάβαστρο / εκείνος Haig στο Lobby..."
* No Χειμερινοί Κολυμβητές were harmed during the writing of this blog post. Ή, τουλάχιστον, έτσι ελπίζουμε...

11 Φεβ 2011

Δεξιός λοβός #9: Το μυστικό που μου ψιθύρισε το τρένο


Αρχή του παραμυθιού, καλησπέρα σας.

     Έγινε, το λοιπόν, κι έφτασα στην Κομοτηνή. Δεκατέσσερις ολόκληρες ώρες κράτησε το ταξίδι με το κάρβουνο. Είχαμε και δυο ώρες καθυστέρηση επειδή χάλασε η μηχανή έξω από το Κιλκίς.
Δε με πείραξε. Αφενός κοιμόμουν πολύ. Αφετέρου, με τόσες ώρες απο τη ζωή μου που έχω αφιερώσει στα ταξίδια με το τρένο από πολύ μικρή, έχω μάθει να μη θεωρώ τη διαδρομή ένα αναγκαίο κακό για να φτάσω στον προορισμό μου. Το ταξίδι είναι μια ξεχωριστή ενότητα, ένα σύνολο ωρών διαφορετικό από τη συνήθη μου ζωή, που δε θα το περάσω μπροστά από μια οθόνη ή διαβάζοντας άρθρα για να είμαι “μέσα σε όλα”. Με τις μουσικές, τα βιβλία και τις σκέψεις-μέσα-στις-σκέψεις, το ταξίδι είναι μια διαδικασία στην οποία, θέλοντας και μη, το μόνο με το οποίο μπορείς να συνδεθείς είναι ο εαυτός σου, τον οποίο και ταϊζεις απλόχερα με μουσική, βιβλία και σκέψεις, δηλαδή γνώση.
Έτσι, έμαθα να σέβομαι τις ώρες που περνώ μέσα στο τρένο, αν όχι να τις αγαπώ.
     Ίσως αυτή η στάση να είναι πολυτέλεια. Πολλοί την θεωρούν πολυτέλεια, ιδίως άνθρωποι που βιάζονται να φτάσουν στον προορισμό τους. Αυτοί οι άνθρωποι πάντα έχουν δουλειές, ή έστω αυτό διατείνονται. Κι όσες πιο πολλές δουλειές έχουν, τόσο περισσότερο βιάζονται, παραβλέποντας το ιερό δώρο που σου προσφέρει η διαδρομή: να κάτσεις λίγο και να τα πεις με τον εαυτό σου. Κι αν αυτό δεν είναι πολυτέλεια στην εποχή μας, εκεί που βιάζεσαι (ή μάλον, βιάζεις τον εαυτό σου) για να πας στη δουλειά (=δουλεία), τότε τι είναι;
     Δεν ξέρω για αυτούς που βιάζονται, αλλά εγώ, όταν κατεβαίνω από το τρένο, είμαι μια στάλα πιο γλυκιά. Πολύ κουρασμένη, φυσικά, και ταλαιπωρημένη, αλλά πάντα πιο γλυκιά, έχοντας χορτάσει λακριντί με την άλλη Δανάη, την οποία, είτε από συνήθεια είτε από φόβο είτε από τον άγραφο νόμο της κοινωνίας που προστάζει ότι “πρέπει να τρέχεις συνέχεια”, την βλέπω σπάνια.
Κι αφού την έχω δει και καλοδεί απ' την καλή κι απ' την ανάποδη, διψάω να δω κι άλλους ανθρώπους.

     Μόνο όταν είσαι καλά μιλημένος με τον εαυτό σου διψάς πραγματικά να δεις τους άλλους ανθρώπους. Όταν τρέχεις όλη τη μέρα, βλέπεις τον άλλον για να ικανοποιήσεις την ανάγκη σου για κοινωνικότητα και αποδοχή. Μπορεί να ακούγεται σκληρό, αλλά έτσι είναι. Όλοι θέλουμε να ανήκουμε κάπου.
     Όταν, όμως, έχεις την πολυτέλεια να δεις τον εαυτό σου από μέσα, γυρνώντας το βλέμμα σου στο μυαλό και την ψυχή σου μέσα στο κλεφτοΰπνι που κάνεις από το αργό λίκνισμα του (κάθε πραγματικού ή νοητού)  τρένου, τότε καταλαβαίνεις ότι αυτό το “κάπου” στο οποίο θέλεις να ανήκεις είναι, πρωταρχικά, ο εαυτός σου. Και ξεκινάς να αποζητάς τους άλλους ανθρώπους όχι για στεγνή κοινωνικότητα και αποδοχή, αλλά για να μοιραστείς μαζί τους αυτά που ήδη έχεις: τον εαυτό σου και τα μικρά μυστικά που σου μαθαίνει το κάθε ταξίδι.
     Κι αυτή είναι η λέξη-κλειδί που σε μεταμορφώνει, αυτό είναι το ένα και μεγάλο μυστικό: η μοιρασιά.
     Κι όταν έρθει η ώρα που θα κατέβεις από το τρένο, θα τρέξεις να δεις του ανθρώπους σου, όχι για να πάρεις την αγάπη που νομίζεις-ότι-σου-λείπει, αλλά για να δώσεις την αγάπη που-σου-περισσεύει, την αγάπη που ξεχειλίζει.
     Να μοιραστείς την αγάπη σου, τον εαυτό σου και το γέλιο σου.
     Επειδή μπορείς.
    Έτσι απλά...

     Γι' αυτό, την επόμενη φορά που θα ανέβεις στο τρένο, μη βαρυγκομήσεις για το πολύωρο ταξίδι και την ταλαιπωρία. Κάθε ταξίδι έχει ταλαιπωρία, γι' αυτό, εξάλλου, κατεβαίνεις λίγο πιο σοφός. Αλλιώς δεν είναι ταξίδι.
     Αντ' αυτού, κοίτα να χαρείς αυτό που σου προσφέρεται απλόχερα, την πολυτέλεια του να έχεις λίγο χρόνο με τον εαυτό σου. Να τα πείτε και να τα καλοπείτε και να αφουγκραστείτε μαζί τα μικρά μυστικά του ταξιδιού.
     Και, όταν κατέβεις, να μοιραστείς τα μεγάλα...


6 Φεβ 2011

Δεξιός Λοβός #8: Φωσφόρισμα


  • Βρικολάκιασα σήμερα. Γύρισα σπίτι μετά από πολύωρη βόλτα (είχε μια λιακάδα άλλο πράγμα σήμερα, φωτοβολταϊκά γίναμε) θριαμβεύτρια, με Ούρσουλα Λεγκέν και την Οδύσσεια του Καζαντζάκη ανά χείρας, την οποία και βρήκα σε τιμή ξεφτίλα σε παλαιοβιβλιοπωλείο στο Μοναστηράκι. Πέφτω κατά τις εφτάμισι το απόγευμα ξάπλα διαβάζοντας και με πήρε ο ύπνος κατά τις οχτώμιση το απόγευμα. Όταν ξύπνησα ήταν μεσάνυχτα και το μάτι γαρίδα.
  • "Δεν πειράζει", λέω, "θα ξανακοιμηθώ. Είμαι ακόμη πολύ κουρασμένη." Φευ! Οι ώρες περνούσαν και το μάτι αρνείτο να κλείσει. Είδα μια ταινία, είδα δεύτερη ταινία, μέχρι που πέτυχα κιόλας Ηρακλή και Ζήνα στο Άλτερ, όταν πήγε η ώρα πέμπτη πρωινή το πήρα απόφαση και έφτιαξα καφέ.
  • Βρικολάκιασα, λοιπόν. Όμως, δεν φωσφορίζω. Είμαι respect βρικόλακας εγώ, old school.
  • Παλιά, βέβαια, φωσφόριζα πολύ. Όχι επειδή βρικολάκιαζα, όμως. Φωσφόριζα όταν ενθουσιαζόμουν με κάτι. Ή με κάποιον.
  • Πούκα, σταμάτα να φωσφορίζεις”, μου έλεγαν οι φίλοι μου. Δεν τους άκουγα. Μια του λύκου, δυο του λύκου, τρεις και το κακό μπλακ άουτ. Δε θυμάμαι από πότε έχω να φωσφορίσω. Δεν πειράζει, ούτως ή άλλως μετά ήρθε το Twilight και το φωσφόρισμα έγινε της μοδός.
  • Αλλά είναι βλακεία να μη φωσφορίζεις, όχι μόνο επειδή ήρθε ένας φλώρος βρικόλακας να αλλάξει την έννοια του φωσφορίσματος, αλλά επειδή δεν μπορείς να ενθουσιαστείς πια.
  • Δες το κι αλλιώς: ο ενθουσιασμός,, όπως έχω ξαναγράψει, βγαίνει από το εν+θεός. Είναι σαν να μπαίνει ο θεός μέσα σου, ρε παιδί μου. Πας σε άλλο επίπεδο, πώς το λένε.
  • Μέχρι που τρως τα μούτρα σου κι όλα πια τα έχεις ξαναδεί. Ή, έτσι, νομίζεις. Αλλά σε μια εποχή που είμαστε τόσο σίγουροι για τα πάντα, το ίδιο κάνει πάνω-κάτω.
  • Οι φίλοι μου, πάντως, που μου έλεγαν να μη φωσφορίζω, έφαγαν ένα έρωτα όλο δικό τους λίγο καιρό μετά, που τους άλλαξε τον αδόξαστο. Τα φώτα, μάλλον, γιατί άρχισαν να λάμπουν σαν δισκομπάλες και τώρα κάνουν τουμπεκί ψιλοκομμένο.
  • Οπότε, φαντάζομαι, υπάρχει ελπίδα.
  • Και τι κι αν το GPS μας δεν λειτουργεί καλά στη χώρα των παραμυθιών; Τα όνειρα μας είναι εκεί. Ας το απενεργοποιήσουμε κι ας πορευτούμε με το ένστικτό μας.
  • Φωσφορίστε. Φωσφορίστε σαν να μην υπάρχει αύριο. Σαν να κρέμεται η ζωή σας από αυτό. Συρρικνωθείτε, γίνετε τοσοδούλικοι και προσέξτε την παραμικρή λεπτομέρεια γύρω σας: τις σπείρες της κρέμας στον πρωινό καφέ, τις τολύπες καπνού του τσιγάρου, τις υπέροχες ρυτίδες στο χαμόγελό σας, γίνετε οι σπείρες της κρέμας στον πρωινό καφέ σας, στροβιλιστείτε, γίνετε οι τολύπες του καπνού του τσιγάρου σας, χορέψτε στο ταβάνι, τολμήστε να γίνετε οι ρυτίδες, οι υπέροχες ρυτίδες στο χαμόγελό σας. που τις έφτιαξε με τόση σοφία η ζωή.
  • Το έγραψε ο Μπόρχες : Ξεκίνησε ένας σοφός να χαρτογραφήσει όλη τη γη. Ζωγράφισε τα βουνά, τα ποτάμια, τα λουλούδια, τα δέντρα, τα πουλιά, τα ζώα, τα κτίρια, τις πόλεις, τους ανθρώπους. Μετά από πολλά χρόνια, ο άνθρωπός μας, γέρος πια, στάθηκε μπροστά στον καθρέφτη και κοίταξε τον εαυτό του. Στις γραμμές του προσώπου του είδε το χάρτη που είχε φτιάξει...
  • Κάπως έτσι, τέλος πάντων.
  • Και δεν ξέρω για σας, αλλά εγώ, μετά από πολλά χρόνια, θα ξαναγυρίσω στα παραμύθια. Αυτό μου έμαθε το βρικολάκιασμα σήμερα.
  • Καλημέρα!

4 Φεβ 2011

Οι ιστορίες που βγαίνουν κατά λάθος

 Πολλές φορές ένας συγγραφέας δεν ξέρει τι να γράψει ακριβώς. Οι λευκές κόλλες ή η άδεια σελίδα τον επεξεργαστή κειμένου συχνά τους καταδιώκουν για μέρες, προκαλώντας τους, ταυτόχρονα, να τις βρωμίσουν με ό,τι τους περνάει από το μυαλό.

Οι περισσότεροι συγγραφείς το απεχθάνονται αυτό. Είναι σπατάλη ενέργειας και χρόνου να γράψεις κάτι, το οποίο θα σβήσεις το επόμενο λεπτό.

Ή,  Θεός φυλάξοι, να σου βγει μια ιστορία κατά λάθος.

Οι συγγραφείς φοβούνται πολύ τις ιστορίες που βγαίνουν κατά λάθος, επειδή βγαίνουν παρακάμπτοντας το λογικό τους. Ασκούν μαγεία πάνω τους. Τους κυριεύουν, δίχως αυτοί να μπορούν να κάνουν τίποτα πέρα από το να κάθονται άπραγοι και να παρατηρούν έκπληκτοι πώς το ξέφρενο χέρι τους πονάει πάνω στο χαρτί αμαυρώνοντας τη λευκάδα του και καταστρέφοντας τον κόσμο που τόσο πάσχισαν να φτιάξουν σε καλά προσεγμένες, τακτοποιημένες παραγράφους.

Οι ιστορίες που βγήκαν κατά λάθος είναι αναρχικές. Δε θα σε ρωτήσουν πώς θέλεις να είναι για να γεννηθούν. Θα γεννηθούν μόνες τους, ξεπηδώντας από την κοσμική σούπα της δημιουργίας και θα κατοικήσουν στο χαρτί και το μυαλό σου χωρίς να σε ρωτήσουν. Θα χρησιμοποιήσουν το χέρι σου κι εσύ θα πονάς, γιατί ξέρεις πολύ καλά πως οι λέξεις σου είναι μονάχα δανεικές. Σου τις δάνεισαν οι ιστορίες για να τις φέρεις στον κόσμο. Να τις κάνεις χρήσιμες. Να έχουν νόημα.

Οι ιστορίες που βγήκαν κατά λάθος διεκδικούν να έχουν νόημα.

Φοβάσαι. Φοβάσαι ότι οι ιστορίες υπήρχαν πριν από σένα. Σίγουρα θα υπάρχουν και μετά από σένα. Φοβάσαι ότι η δύναμη σου είναι ψεύτικη, μια επίφαση εξουσίας που οι ιστορίες σου παραχώρησαν για να κάνεις το θέλημά τους. Το κυριότερο: φοβάσαι ότι οι ιστορίες θα έχουν νόημα και λόγο ύπαρξης ακόμη και χωρίς εσένα. Ανεξάρτητα από σένα.

Δεν μπορεί να το αντέξει κανείς αυτό εύκολα. Και κανείς δε θέλει να το αντέξει. Τι νόημα έχει αλλιώς η δημιουργία; Άσκοπα έχεις στα χέρια σου τόση δύναμη;

Και τότε περνάς στην αντεπίθεση. Ασκείς τη δύναμή σου στις ιστορίες. Χωρίζεις προτάσεις εκεί που δεν πρέπει, αλλάζεις τις παραγράφους, βιάζεσαι να βάλεις τελεία για να μην ειπωθούν κι άλλα. Το χειρότερο: σβήνεις ρήματα κι ουσιαστικά. Φιμώνεις την ιστορία δίχως έλεος, για να ταιριάζει με αυτό που ήθελες να πεις εξαρχής.

Κι όλοι μένουν ευχαριστημένοι: εσύ, γιατί κατάφερες κι επιβλήθηκες για την ιστορία και επιβεβαίωσες για άλλη μια φορά πόσο καλός συγγραφέας είσαι. Ο εκδοτικός σου οίκος, γιατί μια εύπεπτη ιστορία πάντα πουλάει καλά. Οι αναγνώστες, γιατί θα χρειαστεί να διαβάσουν μόνο τη μισή ιστορία για να καταλάβουν το τέλος, γλιτώνοντας έτσι πολύτιμο κόπο και χρόνο για να διαβάσουν κι άλλες, ακρωτηριασμένες ιστορίες.


Και δε νοιάζει κανέναν που η ιστορία δεν έχει πια νόημα.



(Κάθε ομοιότητα με τους ανθρώπους είναι συμπτωματική)

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...